Η 7μελής σύνθεση του ΣΤ’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας, με αμετάκλητη απόφασή της, και μεταστρέφοντας την έως σήμερα νομολογία της, έκρινε ότι το Δημόσιο (ΔΟΥ, ΙΚΑ, κ.λπ.) μπορεί να προβαίνει σε κατασχέσεις χρημάτων που βρίσκονται σε τράπεζες (συντάξεις, μισθοδοσία, κ.λπ.) λόγω οφειλών, χωρίς να έχει ενημερωθεί προηγουμένως ο οφειλέτης.
Τον περασμένο Μάρτιο η 5μελής σύνθεση του ΣΤ΄ Τμήμα του ΣτΕ, επαναλαμβάνοντας παλαιότερη απόφασή του 2012, έκρινε ότι δεν μπορεί το Δημόσιο να προβαίνει σε κατασχέσεις επί τραπεζικών λογαριασμών λόγω οφειλών προς το Δημόσιο εάν προηγουμένως δεν έχει ενημερωθεί ο ενδιαφερόμενος. Το όλο θέμα όμως, λόγω σπουδαιότητας, παραπέμφθηκε στην αυξημένη 7μελή σύνθεση του ίδιου Τμήματος για νέα κρίση.
Τώρα, η 7μελής σύνθεση, με την υπ’ αριθμ. 2082/2014 απόφαση και με άλλο πρόεδρο, έκρινε εντελώς αντίθετα από την 5μελή σύνθεση του ίδιου Τμήματος, με εξαίρεση του εισηγητή της υπόθεσης που συντάχθηκε με την απόφαση του περασμένου Μαρτίου.
Αναλυτικά, με τη νεότερη απόφαση του το ΣΤ΄ Τμήμα, αναφέρει ότι με τις διατάξεις του Κώδικας Εισπράξεως Δημοσίων Εσόδων (ΚΕΔΕ), του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, κ.λπ., «οργανώνεται συνεκτικό σύστημα εισπράξεως δημοσίων εσόδων, με σκοπό το μεν να καθίσταται δυνατή και να μη ματαιώνεται η, συνταγματικώς άλλωστε επιβαλλομένη (άρθρο 4 παράγραφος 5 του Συντάγματος), είσπραξη των χρεών προς το Δημόσιο, με παράλληλη, όμως, έγκαιρη ενημέρωση του οφειλέτη του Δημοσίου, ο οποίος δύναται να ασκεί επικαίρως τα ένδικα βοηθήματα και μέσα που του παρέχει ο νόμος».
Ο οφειλέτης -συνεχίζει- μπορεί να προσφύγει δικαστικώς, με τη διεξαγωγή διαγνωστικής δίκης, ενώ παράλληλα έχει πληροφορηθεί το χρέος του, αναφέρουν οι δικαστές και σημειώνει η δικαστική απόφαση: «Ο οφειλέτης γνωρίζει ευθέως πότε το βεβαιωμένο χρέος του καθίσταται ληξιπρόθεσμο» και ότι «από την επόμενη της ημέρας κατά την οποία το χρέος κατέστη ληξιπρόθεσμο, είναι δυνατή η λήψη σε βάρος του αναγκαστικών μέτρων για την είσπραξη του χρέους».
Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν είναι συνεπής συντάσσεται το κατασχετήριο το οποίο δεν κοινοποιείται στον οφειλέτη, παρά μόνο στην τράπεζα, σύμφωνα με τον ΚΕΔΕ.
«Η μη κοινοποίηση στον οφειλέτη οφείλεται στον προφανή λόγο ότι, αν αυτός επληροφορείτο την επικειμένη λήψη του μέτρου, θα έσπευδε να εισπράξει από τον τρίτο (σ.σ. τράπεζα) τα οφειλόμενα σε αυτόν χρήματα ή απαιτήσεις ή θα ανελάμβανε τα εις χείρας τρίτου κινητά του, με συνέπεια, βεβαίως, να καθίσταται αδύνατη η εξ αυτών ικανοποίηση της αξιώσεως του Δημοσίου».
Κατόπιν αυτών, η επίμαχη απόφαση αναφέρει: «Η μη πρόβλεψη στο νόμο και πρόσθετης υποχρεώσεως για μία τρίτη, ενδιάμεση, κοινοποίηση προς τον οφειλέτη πριν από την ενεργοποίηση του δικαιώματος του Δημοσίου να λάβει εις βάρος του μέτρα αναγκαστικής εκτελέσεως, δεν παραβιάζει συνταγματικές διατάξεις ούτε, ειδικότερον, την διάταξη του άρθρου 20 παρ. 2 του Συντάγματος, αφού καθιδρύεται, πάντως, στο νόμο πλήρες και αποτελεσματικό σύστημα έννομης προστασίας του οφειλέτη του Δημοσίου».