Δικηγόρος «μαϊμού», με τη συνδρομή δικηγόρου εκπροσώπου δικηγορικής εταιρείας των Αθηνών, φέρεται να εξαπάτησε γυναίκα εντολέα αποσπώντας της μεγάλο χρηματικό ποσό προκειμένου να χειριστεί δικαστικά υπόθεσή της.
Της ΜΑΡΓΑΡΙΤΑΣ ΧΡΥΣΙΚΟΥ
-Με τη συνδρομή νομικού, εκπροσώπου δικηγορικής εταιρείας των Αθηνών, αντιποιούμενος την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος έπεισε ανυποψίαστη πελάτισσά του, να του καταβάλει τμηματικά το συνολικό ποσό των 9.000 ευρώ για δήθεν υπηρεσίες που της παρείχε!
-Τι καταγγέλλει η παθούσα στην «Μ»
Το θύμα της εξαπάτησης, η οποία επί μία τριετία ζούσε την πλάνη του…νομικού συμπαραστάτη, δεν έχασε μόνο το ποσό των 9.000 ευρώ που κατέβαλε στον ψεύτικο δικηγόρο για τις δήθεν νομικές υπηρεσίες του, αλλά και τη δικαστική της αντιδικία που είχε με τον πρώην σύντροφό της, αφού οι υποτιθέμενες εγκλήσεις της δεν έφτασαν ποτέ στα δικαστήρια.
Πρόκειται για σοβαρή υπόθεση απάτης κατ’ εξακολούθηση, αλλά και αντιποίησης του δικηγορικού λειτουργήματος, η οποία μελετάται από τον αρμόδιο εισαγγελέα, και μάλιστα, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η μηνύτρια, δεν ζητεί μόνο τη δίωξη των δύο μηνυομένων για την υλική ζημία που της προκάλεσαν, αλλά και να προλάβει και άλλους ανυποψίαστους ανθρώπους από το να πέσουν στην παγίδα τους. «Τις πράξεις αυτές οι εγκαλούμενοι ενδεχομένως έχουν τελέσει και συνεχίζουν να τελούν σε βάρος απροσδιόριστου αριθμού έτερων προσώπων, έχοντας αποσπάσει από την παράνομη δράση τους υψηλότατα περιουσιακά οφέλη, καθώς μέχρι και σήμερα ο πρώτος εγκαλούμενος παρουσιάζεται ως συνεργάτης και εργαζόμενος στη δικηγορική εταιρεία του δεύτερου εγκαλουμένου, παρέχοντας δικηγορικές υπηρεσίες, ως μη έδει», σημειώνει χαρακτηριστικά στη μήνυσή της.
Για την ακρίβεια πρόκειται για δύο πρόσωπα όπου ο πρώτος εξ αυτών, αν και δεν είχε περάσει ούτε καν έξω από τη Νομική Σχολή της Αθήνας, παρουσιάσθηκε στη μηνύτρια ως φέρελπις δικηγόρος που θα διεκπεραίωνε την υπόθεσή της με τη δικαίωσή της ενώπιον των δικαστηρίων, και για να την πείσει την πήγε στα γραφεία της δικηγορικής εταιρείας, στην Αθήνα, με την οποία συνεργαζόταν, όπου εκεί πράγματι δέχθηκε τις νομικές συμβουλές του δεύτερου μηνυομένου δικηγόρου του ΔΣΑ, που όμως καθώς φαίνεται δεν τιμάει το «να εκπληρώνω τα καθήκοντά μου έναντι των εντολέων μου ευσυνείδητα», όπως ορίζει ο όρκος του.
Κατ’ εξακολούθηση
Σύμφωνα με την υποβληθείσα μήνυση για τα αδικήματα της «απάτης κατ’ εξακολούθηση και της άμεσης συνέργειας στην πράξη αυτή, και της αντιποίησης δικηγορικής ιδιότητας», ο πρώτος εγκαλούμενος Μ.Σ. κατά το χρονικό διάστημα από τον Φεβρουάριο του 2021 έως και τον Νοέμβριο του 2023 την εξαπάτησε και την έπεισε να του παραδώσει το ποσό των 9.000 ευρώ, ενώ ο δεύτερος Φ.Β., όντας δικηγόρος Αθηνών με πρόθεση παρείχε τη συνδρομή του πριν, κατά τη διάρκεια και την εκτέλεση της πράξης της κατ’ εξακολούθηση απάτης του πρώτου εγκαλουμένου, συμβάλλοντας ουσιωδώς στην εξαπάτησή της.
Η γυναίκα καταγγέλλει στη μήνυσή της -την οποία έχει στη διάθεσή της η «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ»- ότι επί μία τριετία ο πρώτος μηνυόμενος με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του ιδίου εγκλήματος την εξαπάτησε παριστάνοντάς της ψευδώς ότι τυγχάνει δικηγόρος, και αντιποιούμενος συστηματικά και με διάρκεια την άσκηση του δικηγορικού λειτουργήματος την έπεισε να του καταβάλει τμηματικά το συνολικό ποσό των 9.000 ευρώ για τη διενέργεια συγκεκριμένων δικαστικών και εξωδικαστικών πράξεων, τις οποίες και ουδέποτε διενήργησε, ενώ η αλήθεια ήταν ότι ουδέποτε υπήρξε δικηγόρος, εγγεγραμμένος σε εν Ελλάδι δικηγορικό σύλλογο.
«Τα χρήματα αυτά προέρχονταν ευθέως εκ της περιουσίας μου και συνιστούν άμεση περιουσιακή μου ζημία, αποκλειστική αιτία της οποίας αποτέλεσαν οι ψευδείς παραστάσεις του πρώτου εγκαλουμένου και η συνακόλουθη παραπλάνησή μου. Αντιστοίχως, τα χρήματα αυτά αποτελούν το σκοπούμενο -και επιτευχθέν- παράνομο όφελος του πρώτου εγκαλουμένου, το οποίο αυτός ενσωμάτωσε στην περιουσία του», σημειώνει χαρακτηριστικά το θύμα.
Όσο για τον δεύτερο μηνυόμενο υποστηρίζει ότι ο δικηγόρος «εν γνώσει του παρείχε στον πρώτο εγκαλούμενο ‘‘επαγγελματική’’ στέγη στα γραφεία της δικηγορικής του εταιρείας, όπου ελευθέρως πραγματοποιούσε ο πρώτος εγκαλούμενος τις ‘‘επαγγελματικές’’ του συναντήσεις, καθώς, επίσης, είχε θέσει στη διάθεσή του το ανθρώπινο δυναμικό και τους πόρους αυτής. Με τον τρόπο αυτόν εξασφάλιζε στον πρώτο εγκαλούμενο όλα τα απαραίτητα εργαλεία προς ενίσχυση και διατήρηση της πλάνης που προκαλούσε στα ανυποψίαστα θύματά του, ώστε να προβούν κατ’ επανάληψη σε περιουσιακές διαθέσεις, που τάχα θα αποτελούσαν αμοιβή και δαπάνες για τη διεκπεραίωση τάχα εξώδικων και δικαστικών υποθέσεων στο πλαίσιο της άσκησης δικηγορικών καθηκόντων».
Το ιστορικό
Η περιπέτεια της γυναίκας-θύματος της υπόθεσης ξεκίνησε το 2019, όταν ο πρώτος εγκαλούμενος της παρουσιάσθηκε ως πληρεξούσιος δικηγόρος του μισθωτή ακινήτου στην Καλογρέζα που ανήκε στον πρώην συντρόφου της. Με τον τελευταίο είχαν εκκρεμή οικονομική διαφορά που αφορούσε δάνειο ύψους 50.000 ευρώ, το οποίο του είχε χορηγήσει το έτος 2014 και κάποια στιγμή έπαυσε να εξυπηρετεί παρά τα συμφωνηθέντα για εξόφλησή του εντός τετραετίας.
Μάλιστα είχε συντάξει το ιδιωτικό συμφωνητικό της εν λόγω επαγγελματικής μίσθωσης, σύμφωνα με το οποίο το μίσθωμα θα κατατίθετο σε τραπεζικό λογαριασμό της γυναίκας, όπως ήταν και η συμφωνία που είχε κάνει με τον τότε σύντροφό της για την εξόφληση του δανείου. Παράλληλα, δε, υπήρχε και μία ακόμη απαίτησή της ύψους 30.000 ευρώ, την οποία (οφειλή) ο πρώην σύντροφος της είχε αποδεχτεί με ιδιωτικό συμφωνητικό αναγνώρισης χρέους, το οποίο όπως χαρακτηριστικά αναφέρει στην μήνυσή της «διακρατά μέχρι και σήμερα ο πρώτος εγκαλούμενος στον φάκελο των υποθέσεών μου, τις οποίες χειρίστηκε μετέπειτα ως δικός μου πληρεξούσιος ‘‘δικηγόρος’’.
Συνεπώς -συνεχίζει- η συνολική οικονομική οφειλή του πρώην συντρόφου της προς εκείνη αφορούσε ποσό ύψους περί τις 80.000 ευρώ, αφαιρουμένου ενός ποσού που μου είχε επιστραφεί από την είσπραξη των μισθωμάτων. Συναντηθήκαμε εκ νέου τυχαία με τον πρώτο εγκαλούμενο, ο οποίος σε χαλαρό ύφος και με σαφή πρόθεση να με χειραγωγήσει, όπως αντιλαμβάνομαι πλέον σήμερα, με ρωτούσε λεπτομέρειες για την εξέλιξη της σχέσης μου με τον τότε σύντροφό μου, ότι είχα πέσει θύμα του τελευταίου και ότι μπορούσα να διεκδικήσω κάλλιστα τα χρήματά μου και να τα λάβω σίγουρα πίσω. Έχοντας κρατήσει τα λεγόμενά του ως επιλογή, όταν αργότερα εν μέσω lockdown την εποχή της COVID ο πρώην σύντροφός μου έπαυσε να εξυπηρετεί το δάνειο, δημιουργώντας συνεχώς προβλήματα και θέλοντας να εισπράττει ο ίδιος τα μισθώματα από το ακίνητό του, επικοινώνησα στις 15 Νοεμβρίου 2020 με τον πρώτο εγκαλούμενο για να κλείσω ένα επαγγελματικό ραντεβού στο ‘‘δικηγορικό του γραφείο’’ και να με συμβουλεύσει πώς μπορώ να κινηθώ νομικά. Κι αυτό διότι με τον τρόπο που μου είχε απευθυνθεί μου είχε καλλιεργήσει, ήδη από τότε, την ψευδή, όπως αποδείχτηκε, εντύπωση ενός ιδιαίτερα μαχητικού και αποτελεσματικού επαγγελματία ‘‘δικηγόρου’’».
«Με εξαπατούσε συνεχώς, ήμουν παγιδευμένη στην πλεκτάνη που μου έστησε…»
«Υπήρξε κατηγορούμενος για κάποιο σκάνδαλο, ενώ δεν ήταν εγγεγραμμένος σε κανέναν δικηγορικό σύλλογο».
Στη μήνυσή της κάνει αναφορά και σε μια γυναίκα η οποία της παρουσιάσθηκε ως δικηγόρος και σύζυγος του πρώτου μηνυομένου, η οποία επικύρωσε το πρώτο επαγγελματικό ραντεβού μαζί του στο γραφείο της δικηγορικής εταιρείας στο Ψυχικό, της οποίας εταίρος και νόμιμος εκπρόσωπος είναι ο δεύτερος μηνυόμενος-εγκαλούμενος. Στο συγκεκριμένο ραντεβού συζήτησαν τις λεπτομέρειες των δικαστικών και εξωδικαστικών κινήσεών τους και στον ίδιο χώρο πραγματοποιούνταν όλες οι επαγγελματικές συναντήσεις τους.
Το δικηγορικό γραφείο
Σε άλλο σημείο της μήνυσής της η γυναίκα διευκρινίζει ότι «ενδεικτικό της πλάνης, που ευλόγως μου δημιούργησε ο πρώτος εγκαλούμενος, αποτέλεσε το γεγονός ότι: α) και ο δεύτερος εγκαλούμενος βρισκόταν στα γραφεία της δικηγορικής εταιρείας, στον οποίον ο πρώτος εγκαλούμενος με είχε συστήσει ως πελάτισσά του, β) υπήρχαν πελάτες πριν και μετά από εμένα, οι οποίοι εξυπηρετούνταν από τη γραμματεία του δικηγορικού γραφείου, γ) κατά τη διάρκεια των συναντήσεών μου με τον πρώτο εγκαλούμενο σε δικό του περίκλειστο γραφείο, διέκοπτε τις συζητήσεις του για τηλεφωνήματα επαγγελματικής φύσεως και όλα έδειχναν φυσιολογικά να λειτουργούν ως ένας δικηγορικός επαγγελματικός χώρος, που ουδόλως σε υποψίαζε ότι κάποιος θα εδύνατο να μην έχει τη δικηγορική ιδιότητα».
Το θύμα εξηγεί αναλυτικά πώς πείσθηκε να συνεχίζει μαζί με τον δήθεν δικηγόρο τις επαγγελματικές συναναστροφές, αν και ποτέ δεν της επέδειξε τις υποτιθέμενες ευνοϊκές προς εκείνη δικαστικές αποφάσεις. Αφού κατάφεραν αμφότεροι να της καλλιεργήσουν κλίμα εμπιστοσύνης, αποφάσισε να ακολουθήσει τις νομικές συμβουλές τους και να προχωρήσει στην έκδοση διαταγής πληρωμής κατά του πρώην συντρόφου της, «όπως μου ευαγγελίστηκε ότι θα κατορθώσει, αποσπώντας μου τον Φεβρουάριο του 2021 το χρηματικό ποσό των 2.000 ευρώ. Μετά από πολύμηνη καθυστέρηση και σχεδόν καθημερινή επικοινωνία, στην οποία με διαβεβαίωνε ο πρώτος εγκαλούμενος πόσο καλά θα εξελιχθεί η υπόθεσή μας, διότι μάλιστα άφηνε να εννοηθεί ότι διατηρεί επαφές με το δικαστικό σώμα, μόλις τον Ιούλιο του 2021 με ενημέρωσε ότι εξεδόθη η απόφαση για την έκδοση διαταγής πληρωμής υπέρ ημών και ότι το δικαστήριο επιδίκασε 36.000 ευρώ. Παρότι επισταμένα του ζητούσα να μου χορηγήσει αντίγραφο της εν λόγω απόφασης, καθώς η οφειλή του πρώην συντρόφου μου προς εμένα ήταν μεγαλύτερη, εντέχνως διαρκώς το απέφευγε, χωρίς εντέλει ποτέ να μου το χορηγήσει».
Ενέργειες του… αέρα
Και παραθέτει αναλυτικά στη συνέχεια τα γεγονότα που την οδήγησαν να του καταβάλει τμηματικά τα χρηματικά ποσά:
– Ο πρώτος εγκαλούμενος τον Νοέμβριο του 2021 με συμβούλευσε να στείλουμε εξώδικο προς τον πρώην σύντροφο, όπου θα του ζητούσαμε για μία τελευταία φορά να καταβάλει τα οφειλόμενα, προτού προβούμε σε εκτέλεση της υποτιθέμενης διαταγής πληρωμής και μού απέσπασε προς τούτο το ποσό των 2.000 ευρώ, το οποίο (εξώδικο) κατά την προσφιλή του συνήθεια ουδέποτε μού επέδειξε. Παρ’ όλα αυτά, με ιδία πρωτοβουλία, καθώς ο αντίδικος και πρώην σύντροφός μου δεν συμφωνούσε με το ύψος της οφειλής που είχε προς εμένα, ήρθα σε επικοινωνία μαζί του και συμφωνήσαμε να πουλήσει το ακίνητο ιδιοκτησίας του (στην Καλογρέζα Αττικής), με τη δική μου μεσολάβηση για την ανεύρεση αγοραστών, καθώς εκείνος ζούσε και εργαζόταν στην Κύπρο, και από την εν λόγω αγοραπωλησία θα εξασφάλιζα την επιστροφή των χρημάτων μου. Σίγουρη, δε, εγώ, κατόπιν των σχετικών ψευδών διαβεβαιώσεων του πρώτου εγκαλουμένου ότι έχω στα χέρια μου διαταγή πληρωμής για μέρος των οφειλομένων και ότι επρόκειτο να βγει και νέα διαταγή πληρωμής για το υπόλοιπο ποσό, αποφάσισα να περιμένω και να μπω στη διαδικασία της αγοραπωλησίας του ακινήτου.
– Αφού βρήκα υποψήφιους αγοραστές για το ακίνητο, επικοινώνησα με τον πρώτο εγκαλούμενο, που εκείνο το διάστημα και για ένα μήνα περίπου ήταν εξαφανισμένος, και συμφώνησε ότι είναι ο καλύτερος τρόπος να πάρω τα χρήματά μου άμεσα, αλλά ταυτόχρονα μού υπέδειξε ως τη βέλτιστη νομική κίνηση προ της αγοραπωλησίας του ακινήτου να επιβάλουμε συντηρητική κατάσχεση στο ακίνητο, ενέργεια για την οποία τον Μάρτιο του 2023 μού απέσπασε το ποσό των 3.000 ευρώ.
Παρ’ όλα αυτά, μετά μεγίστης εκπλήξεως και δικαιολογημένης αγανακτήσεώς μου διαπίστωσα εκ των υστέρων ότι τον Απρίλιο του 2023 είχε προχωρήσει, εν αγνοία μου, η πώληση του επίμαχου ακινήτου, κι αυτό διότι ουδέποτε έγινε η συντηρητική κατάσχεση που είχε αναλάβει και πληρωθεί προς τούτο ο πρώτος εγκαλούμενος, με τη δικαιολογία ότι τάχα είχε προβεί στην άρση της δήθεν επιβληθείσας συντηρητικής κατασχέσεως για να μην εμποδίσει την αγοραπωλησία και δυσκολέψει τους αγοραστές και «χαλάσει η δουλειά». Με τον μοναδικό του τρόπο ο πρώτος εγκαλούμενος για ακόμη μία φορά με εξαπάτησε ισχυριζόμενος ότι πρόκειται για ανθρώπους του «κοινού ποινικού δικαίου», ότι τον κορόιδεψαν και καταχράστηκαν την εμπιστοσύνη που συναδελφικά επέδειξε στη συνάδελφο δικηγόρο της πλευράς των αγοραστών, με την οποία είχα και η ίδια επικοινωνήσει μετά την πώληση του ακινήτου και η οποία όταν ανέφερα το όνομα του πρώτου εγκαλουμένου ως δικηγόρου μου μού επισήμανε ότι τον γνωρίζει και ότι θα επικοινωνήσει μαζί του για να βρεθεί μια λύση για την οφειλή του προς το πρόσωπό μου. Σε όλες, δε, τις συζητήσεις που είχαν προηγηθεί της αγοραπωλησίας διατυμπάνιζα με πολλή υπερηφάνεια και σιγουριά ότι έχουμε απόφαση διαταγής πληρωμής, καθώς και όλες τις ψευδείς και απατηλές παραστάσεις του πρώτου εγκαλουμένου, σίγουρη ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να ολοκληρωθεί η αγοραπωλησία του ακινήτου χωρίς να είναι εξασφαλισμένη η απαίτησή μου από τον πρώην σύντροφό μου.
– Κατόπιν τούτων, και ούσα πλέον παγιδευμένη στην πλεκτάνη που μου είχε στήσει ο πρώτος εγκαλούμενος, πείστηκα ακόμη μία φορά να προβώ στην κατάθεση ασφαλιστικών μέτρων κατά των αγοραστών, όπως μου υπέδειξε ως βέλτιστη νομική ενέργεια στην παρούσα φάση, και αν δεν συμμορφώνονταν, θα προχωρούσαμε στην κατάθεση αγωγής καταδολίευσης. Μάλιστα, τα πρώτα υποτιθέμενα ασφαλιστικά μέτρα, για τα οποία ο πρώτος εγκαλούμενος δεν μου ζήτησε χρήματα ως δείγμα καλής θελήσεως για να διορθώσει τάχα την κατάσταση, όπως με ενημέρωσε, προσδιορίστηκαν για τον Ιούλιο του 2023, στη συζήτηση των οποίων δεν ήθελε να είμαι παρούσα γιατί δήθεν δεν ήμουν ήρεμη να το διαχειριστώ και θα έκανα μόνο κακό στην υπόθεση. Τελικά, όπως ψευδώς μου παρέστησε, τα υποτιθέμενα ασφαλιστικά μέτρα δεν συζητήθηκαν, διότι η δικηγόρος της άλλης πλευράς αιτήθηκε αναβολής και θα συζητούνταν, εκ νέου, τον Σεπτέμβριο του 2023. Ωστόσο, επειδή τάχα ο πρώτος εγκαλούμενος είχε έρθει σε επικοινωνία με την πλευρά των αντιδίκων για εξωδικαστική επίλυση της διαφοράς, πάλι μου ζήτησε να μην παρευρεθώ στο δικαστήριο τον Σεπτέμβριο του 2023. Οι φερόμενες διαπραγματεύσεις διαρκούσαν έως τον Νοέμβριο του 2023, οπότε αίφνης με πληροφόρησε, και ενώ έχει ξεκινήσει η αποχή των δικηγόρων, ότι έχουμε συζήτηση, εντέλει, των ασφαλιστικών μέτρων. Τότε πια επέμεινα να παρευρεθώ στο δικαστήριο, το οποίο με διαβεβαίωνε ότι θα γίνει, διότι «δεν είναι ποινικό», για την εκδίκαση των οποίων διατηρούνταν η αποχή των δικηγόρων. Έτσι πήγα στα δικαστήρια της Ευελπίδων, όπου μου ζήτησε να περιμένω στο απέναντι café , στο οποίο συναντήθηκα με τη σύζυγό του, η οποία συστήνεται κι αυτή ως δικηγόρος και εργάζεται στο ίδιο δικηγορικό γραφείο του δεύτερου εγκαλουμένου. Κατόπιν ο πρώτος εγκαλούμενος εμφανίστηκε και μου ανέφερε ότι δήθεν ο «εισαγγελέας» απέρριψε το αίτημά μας για την εκδίκαση της υπόθεσης και ότι θα έπρεπε να περιμένουμε να μας σταλεί κλήση για τη νέα ημερομηνία εκδίκασης των ασφαλιστικών μέτρων.
Γνήσιος απατεώνας
Σύμφωνα πάντα με τη μήνυση, όταν πλέον η εμπιστοσύνη της ευλόγως κλονίστηκε και τη γυναίκα την έζωσαν τα… φίδια, άρχισε να ψάχνει για την περίπτωση του δικηγόρου του που τον είχε χρυσοπληρώσει, για να πληροφορηθεί έκπληκτη ότι όχι μόνο δεν ήταν δικηγόρος, αλλά στο παρελθόν είχε εμπλακεί ως κατηγορούμενος σε κάποιο σκάνδαλο κι ότι δεν είναι εγγεγραμμένος σε κανέναν δικηγορικό σύλλογο. Μάλιστα όταν του ζήτησε εξηγήσεις της επικαλέστηκε ότι ήταν προσωπικό του θέμα και της είπε ότι τα δικόγραφα τα υπογράφει ο δεύτερος μηνυόμενος, αλλά ως γνήσιος απατεώνας της απέσπασε πάλι 2.000 ευρώ για να υποβάλουν νέα μήνυση στον πρώην σύντροφό της, ο οποίος προς μεγάλη της απογοήτευση είχε πλέον μετακομίσει στην Ολλανδία. δικηγόρος