Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2024

Αποτυχία του ΟΗΕ να καταλήξει σε κοινή δήλωση αναφορικά με το καθεστώς της στρατιωτικής χούντας της Μιανμάρ

Το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, που συνεδρίασε χθες, δεν κατάφερε να συμφωνήσει σε μια κοινή δήλωση αναφορικά με το καθεστώς της στρατιωτικής χούντας της Μιανμάρ και την συνεχιζόμενη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην χώρα. Οι διαπραγματεύσεις για ένα κείμενο αναμένεται να συνεχιστούν την προσεχή εβδομάδα, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές.

“Είμαστε έτοιμοι να προβλέψουμε διεθνείς κυρώσεις βάσει του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών αν η κατάσταση εξακολουθήσει να επιδεινώνεται”, δήλωσε η Βρετανίδα πρεσβευτής Μπάρμπαρα Γουύτγουορντ μετά τη σύνοδο του σώματος την οποία είχε ζητήσει η Βρετανία.

Αναγκαστικά μέτρα ανακοίνωσαν οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ευρωπαϊκή Ένωση, όμως παρατηρητές καλούν για βήματα παραπέρα με ένα διεθνές εμπάργκο όπλων, απόφαση που απαιτεί τη συμφωνία όλων των μελών του ΣΑ.

Όμως το Πεκίνο και η Μόσχα, παραδοσιακοί σύμμαχοι του στρατού και εξαγωγείς όπλων προς τη χώρα, αρνούνται να αναφερθούν σε “πραξικόπημα”, με το κινεζικό πρακτορείο ειδήσεων να κάνει λόγο στις αρχές Φεβρουαρίου για “υπουργικό ανασχηματισμό”.

Η χώρα μας θέλει να είναι ένας “φιλικός γείτονας”, δήλωσε χθες ο Κινέζος πρεσβευτής Ζιανγκ Τζουν, προειδοποιώντας ότι αυτό που θα έκαναν οι κυρώσεις θα ήταν “να επιδεινώσουν τις εντάσεις ή να περιπλέξουν περαιτέρω την κατάσταση”.

Οι άλλοι περιφερειακοί γείτονες δεν κάνουν και πολλά για να ακουστεί η φωνή τους.

Η Σιγκαπούρη, πρώτη σε επενδύσεις στη χώρα, ήταν η μοναδική που ύψωσε τους τόνους, κάνοντας λόγο διά του υπουργού Εξωτερικών Βιβιάν Μπαλακρισνάν για “εθνική ντροπή”. Όμως ο επικεφαλής της διπλωματίας εκτίμησε επίσης πως οποιαδήποτε εξωτερική πίεση στους στρατηγούς θα είχε μικρό αποτέλεσμα.

Σε αυτό το πλαίσιο η έκκληση για “ενότητα” που απηύθυνε η απεσταλμένη των Ηνωμένων Εθνών για τη Μιανμάρ, Κριστίν Σράνερ Μπουργκενέρ, δεν φαίνεται να έχει πολλές πιθανότητες να ακουστεί.

“Η ελπίδα που εναπόθεσαν [οι κάτοικοι της Μιανμάρ] στα Ηνωμένα Έθνη και τα μέλη του μειώνεται” είπε, λέγοντας ότι λαμβάνει καθημερινά “απεγνωσμένες εκκλήσεις” από μητέρες, φοιτητές και ηλικιωμένους.

Περισσότεροι από 1.700 άνθρωποι έχουν συλληφθεί από το πραξικόπημα της 1ης Φεβρουαρίου, εκ των οποίων περίπου 30 δημοσιογράφοι.

Απέναντι στην επιδείνωση της κατάστασης πολίτες άρχισαν να φεύγουν από τη χώρα καταφεύγοντας στη γειτονική Ινδία, εκ των οποίων τρεις αστυνομικοί που αρνήθηκαν να λάβουν μέρος στην καταστολή, σύμφωνα με τον ινδικό στρατό.

Η χούντα, που αμφισβητεί το αποτέλεσμα των εκλογών του Νοεμβρίου στις οποίες το κόμμα της Αούνγκ Σαν Σου Τσι κατήγαγε συντριπτική νίκη, αρνήθηκε να απαντήσει σε επανειλημμένα αιτήματα του Γαλλικού Πρακτορείου.

Διαβάστε επίσης

Διαμεσολάβηση Μέρκελ ενόψει πενταμερούς & διερευνητικών

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ