Ο απερχόμενος πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου υποστήριξε σήμερα ότι ο νέος, πολυκομματικός συνασπισμός που απειλεί να τον ανατρέψει ήταν το αποτέλεσμα “της μεγαλύτερης εκλογικής απάτης” στην ιστορία της δημοκρατίας.
Ο Νετανιάχου εξαπέλυσε αυτήν την κατηγορία, ώρες αφότου ο επικεφαλής της υπηρεσίας εσωτερικών πληροφοριών (Σιν Μπέιτ) προειδοποίησε δημοσίως ότι υπάρχει κίνδυνος πολιτικής βίας. Ο Νετανιάχου βασίζει τον ισχυρισμό του σε μια προεκλογική υπόσχεση που έδωσε αλλά δεν τήρησε ο Νάφταλι Μπένετ, ο εθνικιστής πολιτικός που πρόκειται να τον αντικαταστήσει στην πρωθυπουργία, εφόσον λάβει την ψήφο εμπιστοσύνης του κοινοβουλίου.
Ο Μπένετ είχε δεσμευτεί ότι δεν θα συνεργαστεί με αριστερά, κεντρώα και αραβικά κόμματα, όμως την Τετάρτη ανακοίνωσε ότι κατέληξε σε συμφωνία με τον κεντρώο Γιαΐρ Λαπίντ, για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού με κόμματα από όλο το πολιτικό φάσμα. Με βάση αυτή τη συμφωνία, ο Μπένετ θα αναλάβει πρώτος την πρωθυπουργία, την οποία θα παραδώσει στη συνέχεια στον Λαπίντ.
“Παρακολουθούμε τη μεγαλύτερη εκλογική απάτη στην ιστορία της χώρας, κατά την άποψή μου, στην ιστορία οποιασδήποτε δημοκρατίας”, είπε ο Νετανιάχου μιλώντας σε βουλευτές του Λικούντ, του κόμματός του. “Για αυτό οι άνθρωποι δικαίως αισθάνονται εξαπατημένοι και αντιδρούν, δεν πρέπει να τους φιμώσουμε”, είπε, αναφερόμενος εμμέσως στην προεκλογική υπόσχεση του Μπένετ.
Μολονότι καταδίκασε τη βία και τους υποκινητές της, ο 71χρονος Νετανιάχου επανέλαβε ότι η συνεργασία μεταξύ Λαπίντ και Μπένετ είναι ένας επικίνδυνος αριστερός συνασπισμός. “Αυτή η κυβέρνηση θέτει σε κίνδυνο το Ισραήλ, έναν κίνδυνο που δεν έχουμε δει εδώ και πολλά χρόνια. Εμείς, φίλοι μου, και εγώ στο Λικούντ, θα αντιταχθούμε σφοδρά σε αυτήν την επικίνδυνη κυβέρνηση της απάτης και της εκχώρησης (…) Και θα την ανατρέψουμε πολύ γρήγορα”, πρόσθεσε.
Ο Νετανιάχου υποστήριξε ότι ο νέος κυβερνητικός συνασπισμός δεν θα μπορέσει να αντιταχθεί στις ΗΠΑ, εάν η Ουάσινγκτον επιστρέψει στη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, ούτε να αντιμετωπίσει τους μαχητές της Χαμάς.
Επέκρινε επίσης το Facebook και το Twitter, τις δύο πλατφόρμες τις οποίες χρησιμοποιεί και ο ίδιος ευρέως, επειδή, όπως λέει, μπλόκαραν νόμιμα, αλλά επικριτικά σχόλια, προερχόμενα από τη δεξιά, για τον συνασπισμό Λαπίντ-Μπένετ. Όπως είπε, το Facebook διέγραψε μια ανάρτηση δεξιού χρήστη στην οποία περιλαμβανόταν η διεύθυνση του σπιτιού ενός βουλευτή, έξω από το οποίο προγραμματιζόταν μια διαδήλωση. Όμως μια ανάρτηση που προερχόταν από την αριστερά και ανέφερε την ίδια διεύθυνση, προτρέποντας τους διαδηλωτές να στηρίξουν τον βουλευτή, δεν αφαιρέθηκε.
Το γεγονός αυτό, σχολίασε, “αποδεικνύει μια προσπάθεια να φιμωθεί η δεξιά”.
Ένας εκπρόσωπος του Facebook ανέφερε ότι η πλατφόρμα δεν επιτρέπει την ανάρτηση προσωπικών ή απόρρητων πληροφοριών για άλλους ανθρώπους, όπως διευθύνσεις και τηλέφωνα “και επομένως αφαιρούμε αυτό το περιεχόμενο μόλις ενημερωθούμε για αυτό”.