Την περασμένη Τετάρτη η Σαουδική Αραβία και η Ταϊλάνδη ανακοίνωσαν ότι αποκαθιστούν τις διπλωματικές τους σχέσεις έπειτα από τρεις ολόκληρες δεκαετίες που είχαν παγώσει λόγω μιας υπόθεσης κλοπής κοσμημάτων από το σαουδαραβικό παλάτι.
Του Νίκου Βασιλειάδη
Οι δύο χώρες σε κοινή τους ανακοίνωση ανακοίνωσαν την “πλήρη αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων” με την ευκαιρία της επίσκεψης στο Ριάντ του Ταϊλανδού πρωθυπουργού Πραγιούτ Τσαν- Ο -Τσα.
Στην πράξη αυτό σημαίνει “τον διορισμό πρεσβευτών στο άμεσο μέλλον και την εφαρμογή μηχανισμών διαβουλεύσεων προκειμένου να ενισχυθεί η διμερής συνεργασία” μεταξύ των δύο χωρών.
“Αυτή η ιστορική πρόοδος είναι αποτέλεσμα των μακροχρόνιων προσπαθειών σε διάφορα επίπεδα για να αποκατασταθεί η αμοιβαία εμπιστοσύνη και οι φιλικές σχέσεις”, σημείωνε η ανακοίνωση που δημοσιεύθηκε μετά τη συνάντηση του Ταϊλανδού πρωθυπουργού και του πρίγκιπα διαδόχου της Σαουδικής Αραβίας Μοχάμεντ μπιν Σαλμάν, ενώ από την πλευρά της η αεροπορική εταιρεία Saudi Airlines ανακοίνωσε ότι θα ξεκινήσει και πάλι πτήσεις προς την Ταϊλάνδη από τον Μάιο.
Όσο για την Ταϊλανδική κυβέρνηση, χαιρέτησε με ενθουσιασμό την επανέναρξη των διπλωματικών σχέσεων καθώς γνωρίζει πολύ καλά πως η Σαουδική Αραβία έχει ανάγκη από οκτώ εκατομμύρια εξειδικευμένους εργαζόμενους, κυρίως στους τομείς της φιλοξενίας, της υγείας και των κατασκευών, κενό που θα καλύψουν εργαζόμενοι από την Ταϊλάνδη.
Η Ταϊλάνδη μπορεί να ανταποκριθεί εν μέρει σε αυτές τις ανάγκες, δήλωσε η Ρασάντα Νταναντιρέκ, εκπρόσωπος της Ταϊλανδικής κυβέρνησης.
Ποια είναι όμως η περίφημη υπόθεση του “μπλε διαμαντιού” που στοίχισε 30 ολόκληρα χρόνια διακοπής σχέσεων ανάμεσα στις δύο χώρες και απασχόλησε επί μακρόν τα Μέσα ενημέρωσης με τις διάφορες θεωρίες συνωμοσίας και τους φόνους που τις περιτριγύριζαν;
H ιστορία αρχίζει πίσω στα 1989, όταν ένας ταϊλανδός όπου εργαζόταν ως επιστάτης, ο Κριανγκράι Τετσάμονγκ, κλέβει με αριστοτεχνικό τρόπο κοσμήματα και άλλα πολύτιμα πετράδια από το παλάτι του πρίγκιπα Φαιζάλ μπιν Φαχντ.
Ο Κριανγκράι είχε πρόσβαση στο υπνοδωμάτιο του πρίγκιπα και έκρυψε τα κλεμμένα κοσμήματα σε μια σακούλα ηλεκτρικής σκούπας στο παλάτι. Ανάμεσα στα κλοπιμαίο ήταν και ένα πολύτιμο μπλε διαμάντι και άλλοι πολύτιμοι λίθοι , τα οποία στη συνέχεια ο Κριανγκράι τα έστειλε στο σπίτι του στην επαρχία Λαμπάνγκ, της Ταϊλάνδης.
Η Σαουδική Αραβία απευθύνεται στην Ταϊλάνδη για την σύλληψη του Κριανγκράι Τετσάμονγκ και την ανεύρεση των κλοπιμαίων. Η βασιλική αστυνομίας της Ταϊλάνδης αποτελούμενη από μια ομάδα αστυνομικών με επικεφαλής τον Αντιστράτηγο Τσάλορ Κίρντθις καταφέρνει να συλλάβει τον Κριανγκράι και να βρει το μεγαλύτερο μέρος των κλεμμένων κοσμημάτων. Ο Κριανγκράι καταδικάζεται σε επτά χρόνια φυλάκιση, αλλά αφέθηκε ελεύθερος μετά από τρία χρόνια, επειδή ο ίδιος συνεργάστηκε με την αστυνομία και είχε ομολογήσει την κλοπή.
Μετά την σύλληψη και καταδίκη του Κριανγκράι η ομάδα του Αντιστράτηγου Τσάλορ ταξίδεψε στη Σαουδική Αραβία για να επιστρέψει τα κλεμμένα κοσμήματα. Όταν όμως φτάνουν τα κοσμήματα στο παλάτι ο πρίγκιπας ανακαλύπτει πως το μπλε διαμάντι λείπει και ότι περίπου οι μισοί από τους πολύτιμους λίθους που επεστράφησαν πίσω είναι ψεύτικοι.
Η Σαουδική Αραβία τότε στέλνει στην Ταϊλάνδη τον Μοχάμεντ αλ Ρουάλι, έναν Σαουδάραβα επιχειρηματία που ήταν κοντά στην βασιλική οικογένεια, ια να διερευνήσει μόνος του την υπόθεση.
Λίγες μέρες μετά την άφιξή του Μοχάμεντ αλ Ρουάλι στην Μπανγκόκ, στις 12 Φεβρουαρίου του 1990 χάνονται τα ίχνη του. Ένα επίσης παράξενο γεγονός είναι πως τρεις υπάλληλοι της πρεσβείας της Σαουδικής Αραβίας που ήταν επιφορτισμένοι και αυτοί με την διαλεύκανση της υπόθεσης δολοφονούνται με μυστηριώδη τρόπο.
Οι δολοφονίες παραμένουν άλυτες ακόμη και σήμερα, και αν και όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση της Ταϊλάνδης δεν έχουν καμία σχέση με την κλοπή των κοσμημάτων, η άποψη της Σαουδικής Αραβίας είναι εντελώς διαφορετική καθώς ισχυρίζεται πως η κυβέρνηση της Ταϊλάνδης δεν έχει κάνει αρκετά για την επίλυση του μυστηρίου τόσο γύρω από τη εξαφάνιση του Αλ Ρουάλι όσο και εκείνη της δολοφονίας των τριών άλλων Σαουδαραβών διπλωματών.
Λίγο αργότερα ο αντιστράτηγος Τσάλορ ο οποίος μέχρι τέλους πίστευε πως είχε στα χέρια του τα πραγματικά κοσμήματα θα κατηγορηθεί και θα καταδικαστεί πως οργάνωσε και διέταξε την δολοφονία της συζύγου και του γιου ενός εμπόρου πολύτιμων λίθων που φέρεται να εμπλέκεται στην υπόθεση.
Ο αντιστράτηγος Τσάλορ καταδικάζεται σε θάνατο από το Ανώτατο Δικαστήριο της Ταϊλάνδης και η ποινή ορίζεται να εκτελεστεί στις 16 Οκτωβρίου 2009. Μαζί του καταδικάζονται και έξι άλλοι αστυνομικοί για συμμετοχή στις δολοφονίες. Ωστόσο, ο Τσάλορ φάνηκε τυχερός καθώς ο βασιλιάς της Ταϊλάνδης Πουμιπόν Αντουνιαντέτ γιορτάζει τα 84α γενέθλιά του και δίνει χάρη μειώνοντας την ποινή του Τσάλορ σε πενήντα χρόνια φυλακής.
Υπό το πρίσμα αυτών των εξελίξεων και της ολιγωρίας των Ταϊλανδών να βρουν και να επιστρέψουν τα κοσμήματα και ιδίως το περίφημο μπλε διαμάντι στον πρίγκιπα Φαιζάλ μπιν Φαχντ οι σχέσεις μεταξύ Σαουδικής Αραβίας και Ταϊλάνδης επιδεινώθηκαν περαιτέρω.
Η Σαουδική Αραβία σε αντίποινα σταματά την έκδοση αδειών εργασίας για Ταϊλανδούς πολίτες και αποθαρρύνει τους Σαουδάραβες πολίτες από την επίσκεψη στην Μπανγκόκ.
Οι Διπλωματικές αποστολές υποβαθμίζονται στο επίπεδο των επιτετραμμένων και ο αριθμός των Ταϊλανδών που εργάζονται στη Σαουδική Αραβία έπεσε από 150,000 – 200, 000 το 1989 σε μόλις 10.000 το 2008.
Στις 17 Μαρτίου του 2016 ο Κριανγκράι Τετσαμόγκ, ο οποίος έχει αποφυλακιστεί δηλώνει σε δημοσιογράφους στο σπίτι του στο Λαμπάνγκ ότι θα γίνει μοναχός για το υπόλοιπο της ζωής του, για να μετανοήσει για τις ανέντιμες πράξεις του. Όταν ρωτήθηκε για το αν γνωρίζει που βρίσκεται το μπλε διαμάντι αποφεύγει να απαντήσει αλλά δηλώνει ότι πιστεύει πως το μπλε διαμάντι είναι καταραμένο και πως η κλοπή του είχε φέρει μια σειρά από συμφορές για τον εαυτό του και την οικογένειά του.
Όσο για την τύχη του Αντιστράτηγου Τσάλορ Κερντθις, τελικά του χορηγήθηκε βασιλική χάρη και αφέθηκε ελεύθερος τον Αύγουστο του 2015. Μάλιστα ήταν παρών στην τελετή χειροτονίας του Κριανγκράι ως μοναχού.
Φυσικά το Μπλε Διαμάντι δεν βρέθηκε ποτέ μέχρι σήμερα αλλά στην Ταϊλάνδη η οποία έχει μεγάλη προϊστορία σε πραξικοπήματα (αφού έχει γνωρίσει 12 πραξικοπήματα από το 1932, εκ των οποίων δύο τον 21ο αιώνα και η χώρα παραμένει ακόμη μέχρι σήμερα διχασμένη μετά τις εκλογές της 24ης Μαρτίου του 2019, τις πρώτες που διοργανώθηκαν στην Ταϊλάνδη μετά το πραξικόπημα του στρατού το 2014), και σε μηχανορραφίες της βασιλικής αυλής που δεν είναι άμοιρη των εξελίξεων στην χώρα, κυκλοφορεί μυστικά και υπογείως μία φήμη αναφορικά με τον πλούτο του παλατιού και πως η βασίλισσα Σικιρίτ, γυναίκα του βασιλιά Πουμιπόν Αντουνιαντέτ τελικά είχε στην κατοχή της το περίφημο διαμάντι όπως συνηθίζει να αναπαραγάγει ο λαϊκός χλευαστικός χαρακτηρισμός για τη βασίλισσα πως είναι «η γαλάζια φάλαινα». Βέβαια η Σικιρίτ έχει πεθάνει από το 2016 και πιθανότατα αν ισχύουν οι φήμες το πολύτιμο πετράδι θα βρίσκεται κάπου ασφαλισμένο στα βασιλικά διαμερίσματα της νυν βασίλισσας Σουτίντα, γυναίκας του Μάχα Βατζιραλονγκόρν, του νέου βασιλιά της Ταϊλάνδης που διαδέχθηκε το 2019 στον θρόνο τον πατέρα του όταν εκείνος πέθανε τον Οκτώβριο 2016.
Βέβαια μην ξεχνάμε πως αν και η Ταϊλάνδη έχει μια συνταγματική μοναρχία, η βασιλική οικογένεια είναι ιδιαίτερα σεβαστή και έχει σημαντική ισχύ με αυστηρούς νόμους, που ονομάζονται lese majeste, οι οποίοι απαγορεύουν την κριτική κατά της μοναρχίας θωρακίζοντας τη βασιλική οικογένεια από την κοινή γνώμη και τον έλεγχο. Οπότε είναι μάλλον απίθανο στα χρόνια που ακολουθούν να διαλευκανθεί το μυστήριο των κλοπιμαίων αλλά και των φόνων του Σαουδάραβα επιχειρηματία και των διπλωματών της Σαουδαραβικής πρεσβείας. Εκτός και αν ο νέος κύκλος “εμπιστοσύνης” που ανοίγει μεταξύ των δύο χωρών φέρει κάτι καινούριο στο φως προς αποκατάσταση της δικαιοσύνης, έστω και καθυστερημένα.
Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΜΠΑΜ στο ρεπορτάζ.
Διαβάστε ακόμη
Η Γερουσία υπέρ της πώλησης πυραύλων στη Σαουδική Αραβία
Oλονύκτιοι βομβαρδισμοί στρατιωτικών εγκαταστάσεων της Υεμένης από τη Σαουδική Αραβία