Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2024

BRICS: Με το βλέμμα στο Καζάν τον Οκτώβριο του 2024. Τι θέλει πραγματικά η Τουρκία

Τον Ιανουάριο του 2024 όταν η Ρωσία ανελάμβανε την εκ περιτροπής προεδρία στους BRICS ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν ανακοίνωνε ότι περίπου 30 χώρες επιθυμούν να ενταχθούν στην ομάδα των χωρών BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική).

Ο Πούτιν δήλωσε ότι «Σύμφωνα με την απόφαση που εγκρίθηκε στη 15η Σύνοδο Κορυφής των BRICS, οι BRICS αποτελούνται πλέον από 10 χώρες. Η Αίγυπτος, το Ιράν, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Σαουδική Αραβία και η Αιθιοπία έχουν ενταχθεί στους BRICS ως νέα πλήρη μέλη και αυτό είναι μια ισχυρή ένδειξη της αυξανόμενης εξουσίας της ομάδας και του ρόλου της στις παγκόσμιες υποθέσεις».
Επεσήμανε δε ότι θα χρησιμοποιήσουν το σύνθημα «Ενίσχυση της πολυμέρειας για δίκαιη παγκόσμια ανάπτυξη και ασφάλεια» δηλώνοντας πως τα ήδη μέλη μαζί με τις υποψήφιες χώρες θα δώσουν ιδιαίτερη σημασία στο να βρουν από κοινού αποτελεσματικές απαντήσεις στις προκλήσεις της διεθνούς και περιφερειακής ασφάλειας.
Ο Ρώσος πρόεδρος υποσχέθηκε ότι η Σύνοδος Κορυφής των BRICS που θα πραγματοποιηθεί στο Καζάν τον Οκτώβριο του 2024 θα είναι το «αποκορύφωμα» της Ρωσικής προεδρίας αλλά και του Οργανισμού αφού αν και καμία άλλη χώρα δεν θα γίνει επίσημα δεκτή, είναι πιθανό να δημιουργηθεί μια «ζώνη εταιρικής σχέσης» – περισσότερο σαν αίθουσα αναμονής – που θα περιλαμβάνει ορισμένες ή όλες τις χώρες που φαίνονται πιο κοντά στην ένταξη: Σαουδική Αραβία, Ταϊλάνδη, Τουρκία , Μαλαισία, Καζακστάν, Λευκορωσία, Μπαγκλαντές και πιθανά την Τουρκία στην ομάδα.

Αν και οι BRICS, μπορούν να καυχιούνται ότι τα σημερινά εννέα μέλη τους – Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική, Αίγυπτος, Αιθιοπία, Ιράν και Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα– αντιπροσωπεύουν το 28% του παγκόσμιου ΑΕΠ και το 22% των παγκόσμιων εξαγωγών αγαθών δίνοντάς τους ένα σημαντικό κ οικονομικό βάρος ωστόσο, πολλοί εκτιμούν πως από οργανωτική άποψη, οι BRICS δεν έχουν την δομή αυτή που θα μπορούσε να τους κάνει ως έναν ισχυρό παίκτη στο παιγνίδι της παγκόσμιας κυριαρχίας.

Και αυτό γιατί ενώ υπάρχει μια ορισμένη θεσμική υποδομή με την δική τους τράπεζα, μαζί με έναν μηχανισμό ανταλλαγής νομισμάτων, μια εκ περιτροπής προεδρία και επίσημες συνεδριάσεις – στην πραγματικότητα δεν υπάρχει ευρύ κοινό όραμα μεταξύ των μελών. Περιλαμβάνει χώρες με μια ρητά αντιδυτική ατζέντα – το Ιράν, ας πούμε – καθώς και εκείνες με μια απλώς μη δυτική ατζέντα – όπως η Ινδία και αν γίνει η διεύρυνση που οραματίζεται ο Πούτιν η Τουρκία που ζήτησε να γίνει μέλος θα είναι και η πρώτη χώρα του ΝΑΤΟ που θα ενταχθεί σε ένα “μη δυτικό” συνασπισμό μεγάλης ισχύος.
Παραδόξως, αυτή η έλλειψη συνοχής είναι που βοηθά τους BRICS να προσελκύουν νέα μέλη: προσφέρει έναν τρόπο έκφρασης αλληλεγγύης με άλλα μέρη του Παγκόσμιου Νότου χωρίς να θέτει σε κίνδυνο τις υπάρχουσες συμμαχίες. Έτσι, για παράδειγμα, η Τουρκία μπορεί να ενταχθεί χωρίς να παραβιάσει δεσμεύσεις προς τους εταίρους της στο ΝΑΤΟ, αν και η Ουάσιγκτον η οποία αποφεύγει να σχολιάσει την πρόθεση αυτή της Τουρκίας δεν θα είναι πολύ χαρούμενη. Η χαλαρότητα των BRICS επιτρέπει στις χώρες να δουν στον οργανισμό αυτό που θέλουν να δουν η κάθε μία. Και αυτό μπορεί μεν να δρα συνεκτικά και ως προς όφελος της ομάδας αλλά στην περίπτωση της Τουρκίας μπορεί να δράσει μέχρι και διαλυτικά.

Μπορεί η Ρωσία για ευνόητους λόγους να επιθυμεί την ένταξη της Τουρκίας αλλά αυτή η πορεία της Άγκυρας στους BRICS δεν πρόκειται να είναι σύντομη, ούτε ανέφελη.
Οι σχέσεις της Άγκυρας με την Ινδία δεν είναι καλές, και με την Κίνα σίγουρα είναι κάπως τεταμένες και με δεδομένο το γεγονός ότι για την ένταξη νέων μελών στην εν λόγω ομάδα απαιτείται η σύμφωνη γνώμη όλων ο δρόμος της Άγκυρας προς τον οργανισμό δεν είναι στρωμένος με τριαντάφυλλα
Είναι ισχυρό το ενδεχόμενο να υπάρξουν χώρες που θα μπλοκάρουν την τουρκική αίτηση, όπως η Ινδία και η Κίνα, δυνάμεις που έχουν «συγκρουστεί» με την Τουρκία του Ερντογάν στο παρελθόν, για διαφορετικούς λόγους η καθεμία.
Η Τουρκία του Ερντογάν έχει «συγκρουστεί» με το Νέο Δελχί σε μια σειρά από μέτωπα: για το Κασμίρ (όπου η Άγκυρα παίρνει το μέρος του Πακιστάν, ενάντια στην Ινδία), το Πακιστάν στηρίζοντας τις ένοπλες δυνάμεις του και τον Οικονομικό Διάδρομο Ινδίας-Μέσης Ανατολής-Ευρώπης/IMEC (τον οποίο απορρίπτει επειδή παρακάμπτει την ίδια την Τουρκία).
Αλλά και στο μέτωπο Τουρκίας-Κίνας υπάρχουν αγκάθια που πολλές φορές στο πρόσφατο παρελθόν γεννούσαν εντάσεις, ειδικά ως τις αρχές του 2023: για τους Ουιγούρους και τις συνθήκες στην κινεζική επαρχία Ξινγιάνγκ-Σιντζιάνγκ, τα σύνορα του καλουμένου «τουρκικού κόσμου» που εισβάλλουν εντός της κινεζικής επικράτειας και τις Δημοκρατίες του Ανατολικού Τουρκεστάν, το βαθιά ελλειμματικό για την Τουρκία εμπορικό ισοζύγιο (ενδεικτικά, το 2023 οι εισαγωγές από την Κίνα άγγιξαν τα 45 δισ. δολ., αλλά οι τουρκικές εξαγωγές στην Κίνα την ίδια περίοδο δεν ξεπέρασαν τα 3,3 δισ. δολ.) και τους δασμούς στα κινεζικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα, μεταξύ άλλων. Βέβαια η εξασφάλιση της έγκρισης του Πεκίνου μπορεί τελικά να μην είναι και τόσο δύσκολη για την Άγκυρα, δεδομένων των όλο και πιο τεταμένων σχέσεών της αυτή την χρονική στιγμή με τη Δύση και τα προβλήματα αυτά να μπορούν να ξεπεραστούν.

Βέβαια η Τουρκία ελπίζει να ξεπεράσει αυτά τα εμπόδια και να να ενταχθεί στους BRICS υλοποιώντας μια πολιτική η οποία άρχισε να εξυφαίνεται και να φ να ωριμάζει μετά την αποτυχία του πραξικοπήματος το 2016, το οποίο η Άγκυρα θεωρεί ότι στηρίχθηκε από τις ΗΠΑ προκειμένου να ξεφορτωθούν τον Ερντογάν.
Ο λόγος αυτός μαζί με το γεγονός πως ουσιαστικά έχει κωλύσει κάθε προοπτική ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ, οδηγεί την Άγκυρα στην εκτίμηση ότι τόσο για γεωστρατηγικούς όσο και για οικονομικούς λόγους πρέπει να συνδέσει την οικονομία της ακόμη ποιο άμεσα με τις οικονομίες των αναπτυσσόμενων χωρών οι οποίες επιχειρούν την αποδολαριοποίηση των εμπορικών τους συναλλαγών. Αυτό είναι ιδιαίτερα κρίσιμο για την Τουρκία η οποία πέρσι είδε τα συναλλαγματικά της αποθέματα σε δολάρια να εξανεμίζονται και την τουρκική λίρα να κατρακυλά. Επιπλέον η Τουρκία προσβλέπει και στα διάφορα κεφάλαια που θεωρεί ότι μπορεί να διασφαλίσει χωρίς ιδιαίτερα ορόσημα και προαπαιτούμενα από την BRICS Bank.
Έτσι η Τουρκία αποδεικνύει για άλλη μια φορά ότι γνωρίζει καλά το παιγνίδι του «επιτηδείου ουδέτερου», παιγνίδι που έπραξε και στο παρελθόν με επιτυχία όταν κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου καθώς διατηρούσε σχέσεις με ΗΠΑ και Βρετανία ενώ είχε ταυτόχρονα είχε συνάψει και σύμφωνο φιλίας με τον Χίτλερ.
Εξάλλου ο Ερντογάν πολλές φορές μέχρι τώρα έχει αναφερθεί στη στρατηγική θέση της Τουρκίας και δεν κρύβει τον επιθυμία του να «βελτιώσει τις σχέσεις της με την Ανατολή και τη Δύση ταυτόχρονα». Η νέα διπλωματική ώθηση της χώρας αντικατοπτρίζει τις φιλοδοξίες του να καλλιεργήσει δεσμούς με όλες τις πλευρές σε έναν πολυπολικό κόσμο. Δηλαδή να εκπληρώνει τις υποχρεώσεις της ως μέλος του ΝΑΤΟ, αλλά ταυτόχρονα να ενταχθεί στο «αντίπαλον δέος» της G7, την ομάδα BRICS του Πούτιν και του Σι Τζινπίνγκ υλοποιώντας το όραμά του για μια Τουρκία η Τουρκία ως μεγάλη περιφερειακή δύναμη, κεντρικό σημείο για τις εξαγωγές φυσικού αερίου από τη Ρωσία και την Κεντρική Ασία.

Ν.Β.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ 

Τουρκία: Η διαδικασία για ένταξη στους BRICS βρίσκεται σε εξέλιξη, δηλώνει το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ

Η Άγκυρα υπέβαλε αίτημα ένταξης στους BRICS, μεταδίδει το Bloomberg

 

 

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ