Αύξηση αντί απώλεια βάρους μπορεί να επιφέρει η χρήση χαπιών αδυνατίσματος, σύμφωνα με αμερικανική έρευνα που δημοσιεύτηκε στο επιστημονικό έντυπο Journal of Public Policy and Marketing. Τα αποτελέσματα της έρευνας απέδειξαν ότι η επίδραση της χρήσης χαπιών αδυνατίσματος μπορεί να επηρεάσει την ψυχολογία του χρήστη αρνητικά, ως προς τις διατροφικές του συνήθειες, με αποτέλεσμα την αύξηση του σωματικού του βάρους.
Συγκεκριμένα, η έρευνα της καθηγήτριας Λίσα Μπόλτον και των συνεργατών της στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, υποστηρίζει ότι οι χρήστες χαπιών αδυνατίσματος καταλήγουν να τρώνε περισσότερο, καθώς νομίζουν ότι παίρνοντας τα φάρμακα, θα χάσουν τα περιττά κιλά τρώγοντας ό,τι τους αρέσει και χωρίς γυμναστική.
Για την έρευνα μελετήθηκαν 600 άτομα που είχαν την επιλογή να τρώνε είτε μπισκότα σοκολάτας, είτε απλά μπισκότα, είτε μπισκότα με λίγα λιπαρά. Στους μισούς εθελοντές προβλήθηκε, επίσης, ένα διαφημιστικό μήνυμα για ένα νέο αποτελεσματικό χάπι που καταπολεμά το λίπος, πριν επιλέξουν κάποιο από τα μπισκότα.
Όσοι είχαν ενημερωθεί για το φάρμακο έφαγαν μεγαλύτερη ποσότητα μπισκότων ανά άτομο, με κάποιους να καταβροχθίζουν έως και 30 κομμάτια, ενώ όσο πιο πλούσια σε θερμίδες τα μπισκότα, τόσα περισσότερα είχαν καταναλώσει οι συμμετέχοντες, αφού πίστευαν ότι θα μπορούσαν στη συνέχεια να πάρουν το χάπι αδυνατίσματος.
Μάλιστα, επισημάνθηκε από την Δρ Μπόλτον ότι, τα άτομα που έχουν την μεγαλύτερη ανάγκη απώλειας βάρους και αναζητούν μια άμεση λύση στα χάπια αδυνατίσματος, φαίνεται πως, τελικά, είναι εκείνοι που αυξάνουν επικίνδυνα την κατανάλωση ανθυγιεινών τροφών.
«Αυτό συμβαίνει διότι, η ανάγκη για απώλεια βάρους χωρίς κόπο, δεν αφήνει τα παχύσαρκα άτομα να δουν πίσω από το μάρκετινγκ των προϊόντων. Αν τα χάπια αδυνατίσματος δεν πλασάρονταν ως φάρμακα, αλλά ως συμπληρώματα διατροφής, τότε οι άνθρωποι θα καταλάβαιναν ότι ο ρόλος τους είναι συμπληρωματικός στη σωστή διατροφή και τη γυμναστική και δεν τα υποκαθιστά αυτά», επεσήμανε η Δρ Μπόλτον.