H συζήτηση είχε ήδη φουντώσει τον Φεβρουάριο του 2020. Οι ειδήσεις για έναν ιό που εξαπλωνόταν γοργά πέρα από τα σύνορα της Κίνας αντιμετωπίζονταν με δυσπιστία αλλά και φόβο. Το πρώτο κρούσμα ανακοινώθηκε στις 26 Φεβρουαρίου – η ασθενής 0 είχε ταξιδέψει στο Μιλάνο και νόσησε επιστρέφοντας στη Θεσσαλονίκη. Στις 12 Μαρτίου, το ένατο κρούσμα, ένας 66χρονος άντρας, ήταν το πρώτο που κατέληξε από τη νόσο.
Αρχισαν να κλείνουν εκπαιδευτικές δομές και σταδιακά καταστήματα εστίασης, εμπορικά και χώροι λατρείας. Από τις 16 Μαρτίου καθιερώθηκαν καθημερινές τηλεοπτικές ενημερώσεις από το υπουργείο Υγείας.
«Η πανδημία ήταν μία πρωτόγνωρη συνθήκη που σάρωσε τις ζωές μας. Τίποτα δεν ήταν κανονικό. Τέσσερα χρόνια μετά μπορώ να πω πως ζήσαμε την τέλεια καταιγίδα» θυμάται ο Βασίλης Κοντοζαμάνης, αναπληρωτής υπουργός Υγείας τότε και σήμερα σύμβουλος του Πρωθυπουργού για θέματα Υγείας.
Αρχισαν να κλείνουν τα σύνορα και στις 23 Μαρτίου, επιβλήθηκε η πρώτη καραντίνα – σημαντικοί περιορισμοί στην κυκλοφορία και τη μετακίνησή μας σε ολόκληρη την επικράτεια, με τις γνωστές εξαιρέσεις για εργασία, ψώνια, ιατρικούς λόγους, βοήθεια προς κάποιον που είχε ανάγκη και βόλτα με κατοικίδιο ή κοντά στο σπίτι. Τα μηνύματα στο 13033 έγιναν η καθημερινότητά μας για αρκετό καιρό.
Πολιτικό… long Covid
«Οι σωματικές και ψυχολογικές επιπτώσεις των διαφορετικών εκδοχών της Covid – η σύντομη και η μακρά – είναι παραδόξως παράλληλες με τις πολιτικές συνέπειές του» έγραφε πρόσφατα η Guardian.
«Εν ολίγοις, τέσσερα χρόνια μετά το ξέσπασμα της πανδημίας, όλοι πάσχουμε τώρα από πολιτικό… long Covid». Οπως και με τον long Covid, διαφορετικές χώρες υποφέρουν σήμερα με διαφορετικούς τρόπους, παγιδευμένες στα δικά τους ζητήματα, συνεχίζει το δημοσίευμα.
Το σοκ του καινούργιου έχει περάσει, για να αντικατασταθεί από μια διαρκή αίσθηση κόπωσης. «Οταν χτύπησε η πανδημία, οι επιπτώσεις της στην πολιτική έγιναν έντονα αισθητές και ήταν δύσκολο να προβλεφθούν. Κατά κάποιον τρόπο, έμοιαζε με την απόλυτη δοκιμασία. Διαφορετικά πολιτικά συστήματα – και ηγέτες – εκτέθηκαν με διαφορετικούς τρόπους».
Η πανδημία και οι συνέπειές της – λουκέτα, οικονομική αναστάτωση, πληθωρισμός, αυξανόμενη απογοήτευση από τις πολιτικές ελίτ – ανέδειξαν προϋπάρχουσες αδυναμίες της πολιτικής μας και τις επιδείνωσαν.
Ο Μάουρο Mεντσόνι, καθηγητής Πολιτικών Επιστημών σε ιταλικό πανεπιστήμιο λέει στην Corriere della Sera ότι «το εκρηκτικό πολιτικό κλίμα που ζούμε σήμερα τόσο σε διάφορες χώρες όσο και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο – και το οποίο, όπως φοβάται, θα εκφραστεί τις ευρωεκλογές του Ιουνίου – έχει τις ρίζες του και στην περίοδο της καραντίνας, όταν δημιουργήθηκε τόσο άγχος και μια αίσθηση ανασφάλειας ότι ούτε οι πιο καλά οργανωμένες κοινωνίες δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν επαρκώς τον αόρατο εχθρό».
Πληθωρισμός με πολιτική χροιά
Τέσσερα χρόνια μετά, μπορούμε επίσης να διακρίνουμε πιο καθαρά τις επιπτώσεις της πανδημίας και των αλλεπάλληλων lockdowns. Η πανδημία οδήγησε στην απώλεια εκατομμυρίων θέσεων εργασίας, και σε οικονομική ύφεση κάποιες χώρες όπως οι ΗΠΑ. Ακόμα όμως και όταν οι οικονομίες άρχισαν να ανακάμπτουν, ο πληθωρισμός που είχε αρχίσει να ανεβαίνει λόγω των σοκ στις αγορές των τροφίμων και της ενέργειας παρέμεινε υψηλά, δημιουργώντας προβλήματα σε όλες τις χώρες, ανάλογα με τους τομείς στους οποίους η καθεμία ήταν ευάλωτη.
Οπως γράφει η Liberation «o Χαβιέρ Μιλέι μπορεί να μην ήταν πρόεδρος της Αργεντινής χωρίς τον πληθωρισμό που τροφοδότησε η Covid. Ούτε ο Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσε, ίσως, να διεκδικεί πάλι την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο χωρίς αυτόν».
Μεγάλες ήταν και οι αλλαγές στην αγορά εργασίας. Η τηλεργασία μπήκε ξαφνικά στη ζωή των περισσοτέρων, χρησιμοποιώντας τεχνολογίες που προετοιμάζονταν επί χρόνια. Τέσσερα χρόνια μετά πολλά κτίρια γραφείων παραμένουν άδεια, τα υβριδικά ωράρια που συνδυάζουν τηλεργασία και παρουσία στο γραφείο πληθαίνουν και πολλοί εργαζόμενοι βλέπουν τις ζωές τους να έχουν αλλάξει σημαντικά.
Το εμπόριο μέσω Διαδικτύου σημείωσε άνθηση καθώς όλοι έμαθαν να αγοράζουν προϊόντα μέσω Ιντερνετ – μια τάση που αναμένεται να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο τα επόμενα χρόνια. Για παράδειγμα, τα καθαρά έσοδα από τις πωλήσεις της Amazon έφτασαν σε νέα ρεκόρ τόσο το 2020 όσο και το 2021, μια τάση που συνεχίστηκε το 2022 και πέρυσι.
Το τίμημα για τη νέα γενιά
Την περίοδο της πανδημίας, ήταν οι ηλικιωμένοι που έχαναν τη ζωή τους, αλλά ήταν οι νέοι εκείνοι που έκαναν πολλές από τις θυσίες, με την απώλεια θέσεων εργασίας και εκπαιδευτικών ευκαιριών. Αυτό κάνει την ανταλλαγή μεταξύ των γενεών πιο περίπλοκη. Η κληρονομιά της πανδημίας δεν ήταν μια νέα διαγενεαλογική συμφωνία.
Αν μη τι άλλο, οι πολιτικές διαφορές μεταξύ των γενεών είναι ευρύτερες από ποτέ, και η Covid τις επιδείνωσε. Οι νέοι δεν ανταμείφθηκαν για τη θυσία τους με τα είδη των υποσχέσεων που τείνουν να ακολουθούν έναν πραγματικό πόλεμο: καλύτερη στέγαση, μεγαλύτερη πρόσβαση στην εκπαίδευση, πλήρη απασχόληση. Το τίμημα που πλήρωσε η νεότερη γενιά αποδεικνύεται ακόμα δύσκολο να καταγραφεί.
Προετοιμασία για την νόσο X
Ενας από τους τομείς που επηρεάστηκε περισσότερο από τους άλλους είναι η ιατρική. Οπως τονίζει το BBC Science, επιστήμονες από όλο τον κόσμο συμφωνούν ότι πρέπει να προετοιμαστούμε για τη νόσο Χ.
«Τα τελευταία 100 χρόνια, νομίζω ότι επικεντρωθήκαμε πολύ στενά στους ιούς της γρίπης» λέει ο δρ Κόνορ Μπάμφορντ, ερευνητής στην ιολογία και την αντιιική ανοσία στο Queen’s University. «Θα πρέπει να σκεφτούμε πολύ ευρύτερα για τη νόσο Χ, όπως είναι η ονομασία που δίνουμε σε ένα άγνωστο παθογόνο που μπορεί να εμφανιστεί στο μέλλον».
Ενα άλλο συμπέρασμα, που μόλις τώρα, τέσσερα χρόνια μετά μπορούμε να διαπιστώσουμε είναι ότι το long Covid είναι πολύ πιο σοβαρό από όσο πιστεύαμε. Τώρα υπολογίζεται, γράφουν οι New York Times, ότι ένας στους 7 Αμερικανούς το είχε.
Επίσης, χάρη σε μια πληθώρα επιστημονικών ερευνών σχετικά με την πάθηση, αρχίζουμε να κατανοούμε τη long Covid και τις επιπτώσεις της. «Τα πολλά και διαφορετικά συμπτώματα των ασθενών, έχουν μεγάλο ενδιαφέρον, είναι ανησυχητικά και μας δείχνουν ότι ακόμα έχουμε αρκετό δρόμο για να τα κατανοήσουμε πλήρως» εξηγεί ο Τζέρεμι Ρόσμαν, λέκτορας Ιολογίας στο Πανεπιστήμιο του Κεντ.
Υπάρχει και μια άλλη διαπίστωση από τους επιστήμονες. Οτι, μυστηριωδώς, τα κρούσματα διαβήτη τύπου 1 σε νέους – μια χρόνια ασθένεια όπου το σάκχαρο είναι πολύ υψηλό επειδή το σώμα δεν μπορεί να παράγει ινσουλίνη – αυξήθηκαν σημαντικά σε παιδιά και εφήβους κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Πρόκειται για μια κατάσταση που τώρα διαπιστώνεται το εύρος της σε παγκόσμιο επίπεδο.
Τον πρώτο χρόνο της πανδημίας, οι διαγνώσεις της νόσου στους νέους αυξήθηκαν κατά 14%, το επόμενο έτος κατά 27% σε σχέση με τα προπανδημικά επίπεδα και η άνοδος συνεχίζεται, όπως και η προσπάθεια να κατανοηθούν τα αίτιά της. Το μεγάλο βήμα που έγινε με την πανδημία όμως ήταν τα εμβόλια mRNA, τα οποία πλέον δοκιμάζονται σε χρήσεις πολύ πέρα από την Covid. Και τώρα υπόσχονται να μεταμορφώσουν άλλους τομείς της ιατρικής.
«Μας στέρησε την εικόνα του μέλλοντος»
Και στις κοινωνίες μας; Ποια είναι τα ίχνη που άφησε εκείνη η πρώτη καραντίνα και όσες ακολούθησαν;
«Μετά τις επιθέσεις του Σεπτεμβρίου του 2001 και την οικονομική κρίση του 2008, η πανδημία του κορoνοϊού αναστάτωσε τα πάντα για άλλη μια φορά, χωρίς καν να μας αφήσει χρόνο να ανακτήσουμε τη χαμένη σταθερότητα», γράφει ο κολομβιανός συγγραφέας Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκεζ στην «El Pais».
«Το φαινόμενο ήταν τόσο διαφορετικό, παρόλο που δεν ήταν καθόλου απροσδόκητο (πολλοί το είχαν ανακοινώσει), που δεν ξέραμε πώς να μιλήσουμε για αυτό και πολύ σύντομα αρχίσαμε να το εξηγούμε με τη γλώσσα που χρησιμοποιούσαμε σε προηγούμενες κρίσεις. Ολόκληρος ο κόσμος βούτηξε σε μια φρενίτιδα από προφητείες και εικασίες, από κρυστάλλινες μπάλες και θεωρίες συνωμοσίας – ένα θερμόμετρο των αγωνιών μας: οι γενιές μας δεν είχαν ακόμη αντιμετωπίσει παρόμοια αβεβαιότητα. Αυτό έκανε η πανδημία. Μας στέρησε την εικόνα του μέλλοντος».
Και καταλήγει: «Υπήρξε μια στιγμή το 2020 που η πανδημία μας έκανε να μιλάμε για αλληλεγγύη, ευθύνη των πολιτών και φροντίδα του ενός για τον άλλον. Τώρα σε όλο τον κόσμο ενισχύονται εκείνοι που αποθεώνουν τον βάναυσο ατομικισμό, ακόμη και τη σκληρότητα προς τους πιο ευάλωτους. Τέσσερα χρόνια μετά την πρώτη καραντίνα είδαμε τη χρησιμότητα της συνεργασίας των ατόμων και των εθνών καθώς και της αλληλοβοήθειας αντί της απομόνωσης, αλλά αυτό που άφησε πίσω είναι μια ασταμάτητη άνοδος εθνικισμών διαφόρων ειδών.
Πριν από τέσσερα χρόνια, ο πιο εκνευριστικός ιδεαλισμός ήταν εκείνος που έβλεπε την πανδημία ως μια πρόκληση που θα μας έκανε καλύτερους ή από την οποία οι κοινωνίες μας θα έβγαιναν πιο δυνατές. Κοινωνικά, τίποτα από αυτά δεν έχει συμβεί. Η πανδημία είναι μια περιοχή παραδόξων, αντιφάσεων και χαμένων ευκαιριών. Ισως το μόνο δυνατό μάθημα ξεκινά από το να το συνειδητοποιήσουμε».