Της Ελένης Τσιάβο
Ο Νόμος 4322/2015, πιο γνωστός στο ευρύ κοινό και ως ο «Νόμος Παρασκευόπουλου», έχει βρεθεί ουκ ολίγες φορές στο στόχαστρο της δημόσιας συζήτησης καθώς και της πολιτικής αντιπαράθεσης.
Και ο λόγος δεν είναι άλλος από το γεγονός ότι υπήρξε ευεργετικός για δεκάδες κατάδικους που αποφυλακίστηκαν κάνοντας χρήση των διατάξεών του, οι οποίοι ωστόσο κατέληξαν να διαπράττουν εκ νέου εγκληματικές πράξεις προκαλώντας την οργή της κοινωνίας. Ήταν περιπτώσεις όπως αυτή με τους διαβόητους Γεωργιανούς ληστές με το σίδερο, οι ληστές του Παλαιού Φαλήρου και του Αφγανού με ποινικό παρελθόν στην Ελλάδα, που βίασε και σκότωσε μια 19χρονη κοπέλα στην Γερμανία.
Ο εν λόγω Νόμος που αρχικά είχε ισχύ από τον Απρίλιο του 2015 έως τον Απρίλιο του 2016 αλλά εν συνεχεία επεκτάθηκε, κατατέθηκε ως νομοσχέδιο στην Βουλή με στόχο την αποσυμφόρηση των φυλακών.
Όλα αυτά λαμβάνουν χώρα καθώς οι ελληνικές φυλακές εκ των πραγμάτων δεν μπορούν να χωρέσουν άλλους κρατουμένους. Για παράδειγμα τον Απρίλιο του 2015, τα ελληνικά σωφρονιστικά ιδρύματα «φιλοξενούσαν» 11.569 κρατούμενους, αριθμός που ξεπερνούσε κατά πολύ το προβλεπόμενο όριο με συνέπεια οι κρατούμενοι να βρίσκονται κυριολεκτικά ο ένας πάνω στον άλλο.
Η Ελλάδα καταδικάστηκε αρκετές φορές από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο λόγω των άθλιων συνθηκών που επικρατούσαν, με αποζημιώσεις που αγγίζουν τουλάχιστον τα 2 εκατομμύρια ευρώ.
Σε συνέντευξη του το 2018 ο Νίκος Παρασκευόπουλος παραδέχτηκε ότι ίσως και να υπάρχουν πράγματι κάποια λάθη στον εν λόγω νόμο. Υπάρχουν όντως; Στο Debate της εφημερίδας «Μπαμ στο Ρεπορτάζ», τρεις νομικοί τοποθετούνται επί του θέματος.
Θεμιστοκλής Ι. Σοφός, Δικηγόρος, Αντιπρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών
Η σωφρονιστική επιστήμη έχει παύσει να απλώς η επιστήμη των ποινών κατά της ελευθερίας και των φυλακών, αλλά η επιστήμη που ασχολείται με τη μεταχείριση του καταδικασμένου πολίτη, τη γενικότερη νομική του κατάσταση και την ορθή εκτέλεση της ποινικής αποφάσεως γι΄αυτόν, από την έκδοσή της έως την επανένταξη του πολίτη στην κοινωνική ζωή.
Θα έλεγε κανείς, ότι η σωφρονιστική επιστήμη μελετά και τις περιστάσεις έκτισης της ποινής, καθώς δεν είναι όλες οι ποινές στα μέτρα όλων των πολιτών, δεδομένου ότι κάποιοι αντιμετωπίζουν προβλήματα αναπηρίας, με αποτέλεσμα η έκτιση κάθε ημέρας να μην βαρύνει το ίδιο για όλους. Με απλά λόγια, ο πόνος της στέρησης της ελευθερίας είναι πολύ μεγαλύτερος, όταν συνοδεύεται από τον πόνο μιας σωματικής αναπηρίας.
Με το κωδικοποιημένο κείμενο του Νόμου 4322/2015 – ΦΕΚ Α 42/27-04-2015 («Νόμου Παρασκευόπουλου») και τις μεταβολές που έχουν επέλθει σε αυτόν (Ν.4491/2017 – ΦΕΚ 152/Α/13-10-2017) δίνεται η δυνατότητα σε καταδίκους που αντιμετωπίζουν, αποδεδειγμένα, ασθένεια ή αναπηρία, να απολυθούν υπό όρο.
Το άρθρο 110Α του Ποινικού Κώδικα προβλέπει ότι η απόλυση υπό όρο χορηγείται ανεξαρτήτως της συνδρομής άλλων προϋποθέσεων (προβλεπομένων υπό των άρθρων 105 και 106), εφόσον ο κατάδικος νοοεί από σύνδρομο επίκτητης ανοσοποιητικής ανεπάρκειας ή από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και υποβάλλεται σε τακτική αιμοκάθαρση ή από ανθεκτική φυματίωση ή είναι τετραπληγικός ή έχει υποστεί μεταμόσχευση ήπατος, μυελού και καρδιάς ή πάσχει από κακοήθη νεοπλάσματα τελικού σταδίου ή από κίρρωση του ήπατος με αναπηρία άνω του εξήντα επτά τοις εκατό (67%) ή από γεροντική άνοια έχοντας υπερβεί το ογδοηκοστό (80ο) έτος της ηλικίας.
Η απόλυση χορηγείται, ανεξαρτήτως της συνδρομής των προϋποθέσεων των άρθρων 105 και 106 και στις πιο κάτω περιπτώσεις, που έχει επιβληθεί πρόσκαιρη στερητική της ελευθερίας ποινή: α) στους καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας πενήντα τοις εκατό (50%) και άνω εφόσον κρίνεται ότι η παραμονή τους στο κατάστημα κράτησης καθίσταται ιδιαίτερα επαχθής λόγω αδυναμίας αυτοεξυπηρέτησης και β) στους καταδίκους με ποσοστό αναπηρίας εξήντα επτά τοις εκατό (67%) και άνω, ενώ σε περίπτωση πρόσκαιρης κάθειρξης, απαιτείται να έχει εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο το ένα πέμπτο της ποινής.
Η διακρίβωση των προηγούμενων προϋποθέσεων γίνεται μετά από αίτηση του κρατούμενου από το αρμόδιο συμβούλιο Πλημμελειοδικών ή, στην περίπτωση κρατούμενου που εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης, από το συμβούλιο εφετών. Ο εισαγγελέας, μετά την υποβολή της αίτησης, διατάσσει ειδική πραγματογνωμοούνη για τη διακρίβωση των προϋποθέσεων των προηγούμενων παραγράφων και την πιστοποίηση του ποσοστού αναπηρίας, αν αυτό δεν έχει βεβαιωθεί από το Κέντρο Πιστοποίησης Αναπηρίας (ΚΕ.Π.Α.). Η κατά τα άνω ειδική πραγματογνωμοσύνη ή η βεβαίωση από το ΚΕ.Π.Α. υποβάλλεται από τον εισαγγελέα στο αρμόδιο συμβούλιο μαζί με την πρότασή του.
Θα έλεγε κανείς, ότι μια προσεκτικότερη ανάγνωση της διάταξης αυτής δίνει τη δυνατότητα στον εισαγγελικό λειτουργό να διατάσσει ειδική πραγματογνωμοσύνη, με πιο εξατομικευμένη προσέγγιση του καταδίκου, σε περίπτωση που κρίνει ότι η αναπηρία άνω του 67 % δεν βεβαιώνεται από το ΚΕ.Π.Α., υπό την έννοια ότι όταν δεν παρέχει η βεβαίωση του ΚΕ.Π.Α. πλήρη απόδειξη και πλήρη πεποίθηση στον εισαγγελικό λειτουργό περί της συνδρομής των προϋποθέσεων της αναπηρίας, τούτο μπορεί να επανεξετασθεί ενδεχομένως με μια ειδική πραγματογνωμοσύνη, ενισχύοντας έτσι τη δικαστική κρίση με περισσότερα εχέγγυα.
Σε κάθε περίπτωση, όποιος σπεύδει να απορρίπτει τις προϋποθέσεις της υπό όρον απόλυσης του κρατουμένου, είτε λόγω αναπηρίας είτε λόγω άλλων περιστάσεων, με την επίκληση της δήθεν αναποτελεσματικότητας της ποινικής μεταχείρισης, τελεί σε αναντιστοιχία προς τον ίδιον το σκοπό της ποινής, τη σχέση της σωφρονιστικής επιστήμης με τις άλλες ποινικές επιστήμες. Σε όλα τα επίπεδα της ποινικής καταστολής, αυτονόητη προϋπόθεση επιτυχούς πραγματώσεως του αιτήματος για πρόληψη της εγκληματικότητας και κυρίως της υποτροπής είναι η λεγόμενη εξατομίκευση της ποινικής κυρώσεως, δηλαδή την προσαρμογή της ποινικής κυρώσεως στις ιδιομορφίες της κάθε ανθρώπινης προσωπικότητας
Δημήτρης Αναστασόπουλος, Δικηγόρος, Μέλος Δ.Σ. Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών
Στο τέλος του Οκτωβρίου κλείνουν περίπου 3 χρόνια από την υιοθέτηση του Ν.4322/2015 για την αποσυμφόρηση των φυλακών, του καλούμενου και «Νόμου Παρασκευόπουλου». Τι προβλέπεται σε αυτόν; Προβλέπεται η απόλυση υπό όρο κρατουμένων με ευνοϊκότερες προϋποθέσεις και πολύ ταχύτερα σε σχέση με τις αντίστοιχες ρυθμίσεις του Ποινικού Κώδικα. Στην πράξη, δίνεται η δυνατότητα σε καταδικασμένους-κρατούμενους να αποφυλακίζονται πρόωρα, εκτίοντας πολύ μικρό μέρος της επιβληθείσας ποινής, χωρίς να λαμβάνει χώρα εκτίμηση των ειδικών χαρακτηριστικών τους αλλά και χωρίς να διασφαλίζεται η εγκυρότητα των μέσων που θα αποδεικνύουν τη συνδρομή των προϋποθέσεων που θέτει ο νόμος. Έτσι, σύμφωνα με το «Νόμο Παρασκευόπουλου»:
α) κρατούμενος στον οποίο επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης πέντε ετών μπορεί να αποφυλακισθεί, έχοντας εκτίσει μόνο το ένα έτος, όταν κατά τις αντίστοιχες ρυθμίσεις του ΠΚ θα έπρεπε υπό προϋποθέσεις να εκτίσει τα δύο έτη,
β) κρατούμενος στον οποίο επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης δέκα ετών μπορεί να αποφυλακισθεί, έχοντας εκτίσει μόνο τα τέσσερα έτη, όταν κατά τις αντίστοιχες ρυθμίσεις του ΠΚ θα έπρεπε υπό προϋποθέσεις να εκτίσει τα έξι έτη,
γ) κρατούμενος στον οποίο επιβλήθηκε ποινή κάθειρξης δεκαπέντε ετών μπορεί να αποφυλακισθεί, έχοντας εκτίσει μόνο τα πέντε έτη, όταν κατά τις αντίστοιχες ρυθμίσεις του ΠΚ θα έπρεπε υπό προϋποθέσεις να εκτίσει τα εννέα έτη.
Ο Νόμος Παρασκευόπουλου προβλεπόταν να ήταν περιορισμένης εφαρμογής, περιλαμβάνοντας στο πεδίο εφαρμογής του όλους όσους ήταν κρατούμενοι κατά το χρόνο δημοσίευσής του και σε όσους καθίσταντο κρατούμενοι ένα έτος από τη δημοσίευσή του. Παρά ταύτα, η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Δικαιοσύνης επέλεξε να επιμηκύνει το βίο του και μετά το πέρας αυτό του διαστήματος. Σήμερα, υπολογίζεται ότι το διάστημα ισχύος άνω των 12.000 κρατουμένων έκαναν χρήση των ευεργετικών διατάξεών του, πολλοί εξ αυτών καταδικασθέντες για πολύ βαριά εγκλήματα.
Παρά τις τυχόν αγαθές προθέσεις του τέως Υπουργού Δικαιοσύνης να αποσυμφορήσει κατ’ αυτό τον τρόπο τις πραγματικά ασφυκτικά γεμάτες ελληνικές φυλακές, τα αποτελέσματα της εφαρμογής του νόμου του ήταν τρομακτικά. Σειρά ειδεχθών εγκλημάτων συγκλόνισαν το πανελλήνιο με δράστες πρόσωπα που έκαναν χρήση των διατάξεών του και εγκλημάτησαν αμέσως μετά την αποφυλάκισή τους, όπως δολοφονίες με αποτρόπαια χαρακτηριστικά που έλαβαν ευρείας δημοσιότητας. Εκ του αποτελέσματος, λοιπόν, ο «Νόμος Παρασκευόπουλου» ήταν ένας πολύ κακός νόμος, μεταξύ άλλων, γιατί δεν περιείχε τις ασφαλιστικές δικλείδες που θα επέτρεπαν ένα τρόπον τινά «φιλτράρισμα» των όσων έκαναν χρήση αυτού.
Σήμερα, τίθεται το δίλημμα του αν ο «Νόμος Παρασκευόπουλου» θα πρέπει να συνεχίσει να ισχύει ή όχι. Στο δίλημμα αυτό απαντάμε αρνητικά για δύο λόγους. Πρώτον, γιατί είναι αδιανόητη η ουσιαστικά άκριτη αποφυλάκιση κρατουμένων, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη τα ειδικά χαρακτηριστικά του αδικήματος για το οποίο καταδικάστηκαν αλλά και χωρίς να διασφαλίζεται η εγκυρότητα και η αξιοπιστία των μέσων που θα αποδεικνύουν τη συνδρομή των προϋποθέσεων του νόμου. Δεύτερον και σπουδαιότερο, γιατί δεν μπορεί η πρόωρη αποφυλάκιση κρατουμένων να αποτελεί εργαλείο ανακούφισης του σωφρονιστικού συστήματος της χώρας. Πρόκειται για μια ρηχή και επιπόλαια λύση.
Φώτης Κωτσής, Δικηγόρος, Μέλος Δ.Σ. Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών
Ο Νόμος 4322/2015, ευρύτερα γνωστός ως «Νόμος Παρασκευόπουλου», περιέχει, μεταξύ άλλων, ευνοϊκές διατάξεις για την υπό όρους απόλυση κοινών κρατουμένων που έχουν συμπληρώσει το 1/10 για ποινές έως τρία έτη, το 1/5 για ποινές έως πέντε χρόνια, τα 2/5 για ποινές έως 10 έτη ή τον ελάχιστο χρόνο έκτισης για ποινές άνω των 10 χρόνων. Μόνος στόχος για την εισαγωγή των ανωτέρω διατάξεων υπήρξε η αποσυμφόρηση των φυλακών και όχι η κοινωνική επανένταξη εκείνων στους οποίους αφορούσε.
Είναι γεγονός ότι τα ελληνικά σωφρονιστικά ιδρύματα είναι συνήθως ασφυκτικά γεμάτα και, για το λόγο αυτό η χώρα μας έχει επανειλημμένα καταδικαστεί σε καταβολή αποζημιώσεων από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ). Είναι επίσης γεγονός ότι, σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, τον Απρίλιο του 2015, οι ελληνικές φυλακές «φιλοξενούσαν» 11.569 κρατούμενους, αριθμός που ξεπερνούσε κατά πολύ το ανεκτό όριο των 9.886. Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία, τους πρώτους 8 μήνες εφαρμογής του νόμου, 1.937 κρατούμενοι απολύθηκαν, κατεβάζοντας τον αριθμό των κρατουμένων στους 9.632.
Ωστόσο, αν και οι αριθμοί δείχνουν πως ο στόχος της αποσυμφόρησης επιτεύχθηκε, η κοινωνία πλήρωσε βαρύ φόρο για αυτού του είδους τη «διαχείριση» κρατουμένων. Οι περιπτώσεις κρατουμένων που αποφυλακίστηκαν με τον νόμο Παρασκευόπουλου και βρέθηκαν ξανά αντιμέτωποι με τον νόμο είναι ουκ ολίγες. Σε αυτές περιλαμβάνονται διαβόητοι ποινικοί κρατούμενοι που έχουν διαπράξει στο παρελθόν (και επανέλαβαν μετά την απόλυσή τους) ιδιαίτερα ειδεχθή εγκλήματα.
Επιπλέον, ορισμένες διατάξεις που αφορούν στην αποφυλάκιση ορισμένων κατηγοριών κρατουμένων (π.χ. αναπήρων) προβλέπουν διαδικασίες οι οποίες στην πράξη δεν πείθουν για το αδιάβλητό τους, όπως συνέβη πρόσφατα με περιστατικό πλαστού ιατρικού πιστοποιητικού που είδε το φως της δημοσιότητας.
Η μεταγενέστερη τροποποίηση του νόμου με την εισαγωγή διαδοχικών εξαιρέσεων από τις ανωτέρω ευνοϊκές διατάξεις, αρχικά για τους καταδικασθέντες σε κακουργηματική αποπλάνηση («παιδεραστές»), και, κατόπιν, για τους καταδικασθέντες σε ανθρωποκτονία με πρόθεση, ποpνογραφία ανηλίκων, μαστροπεία, ληστεία, κ.α. καταγράφεται απλώς ως μία καθυστερημένη παραδοχή των προβλημάτων που προέκυψαν κατά την εφαρμογή του νόμου.
Τα ανωτέρω επιβεβαιώνουν αυτό που εδώ και χρόνια επισημαίνει η δικηγορική κοινότητα: την πλήρη απουσία συγκροτημένης και, κυρίως, στοχευμένης σωφρονιστικής πολιτικής. Η τελευταία στη χώρα μας είναι σχεδόν ανύπαρκτη και, οι όποιες προσπάθειες καταβάλλονται από ιδιωτικούς φορείς (ΜΚΟ κλπ.) προφανώς δεν επαρκούν. Μια τέτοια πολιτική δημιουργεί τις προϋποθέσεις για ουσιαστική σταδιακή αποσυμφόρηση των φυλακών με ομαλή κοινωνική επανένταξη και με αποτελέσματα διαρκείας αντί μιας οριζόντιας και άνευ ειδικότερης αξιολόγησης αποσυμφόρηση (της οποίας τα αποτελέσματα βιώνει η ελληνική κοινωνία) αντί δηλαδή μίας «διαχείρισης» των κρατουμένων με ποσοτικά και μόνο κριτήρια. Στην τελευταία περίπτωση, στο τέλος της ημέρας δεν επιτυγχάνεται ούτε ο στόχος της αποσυμφόρησης (αφού σε πολλές περιπτώσεις οι κρατούμενοι επιστρέφουν στη φυλακή) ούτε εκπληρώνεται η υποχρέωση της Πολιτείας για πραγματική δημόσια τάξη και ασφάλεια. Ας ξεκινήσουμε έστω τώρα από κοινού την διαμόρφωση μιας τέτοιας πολιτικής πριν να είναι αργά….