Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2024

Δίκη για το Μάτι: «Μαμά καίγομαι, σώσε με, φώναζε ο 4χρονος γιος μου..»

Με την κατάθεση της Κάλλι Αναγνώστου, εγκαυματία του Ματιού συνεχίστηκε η δίκη για τη φονική πυρκαγιά. Η γυναίκα πάλεψε για περισσότερους από 3 μήνες να κερδίσει τη ζωή της, ενώ στους εγκαυματιες βρίσκεται και ο 10χρονος γιος της.

«Όπως ήμουν με το παιδί στην αγκαλιά και κοιτούσα το κινητό για συμβάν κοντά στη περιοχή μας. Δεν ήταν η πρώτη φορά που έγιναν γεγονότα στην περιοχή. Ήταν η πρώτη φορά που δεν ήρθε κανένας. Κάποια στιγμή κατά τις έξι παρά κατέβηκα κάτω. Έριξα μια ματιά από τα παράθυρα και έβλεπα μια μαυρίλα. Δεν υπήρχε σειρήνα, πυροσβεστικό αστυνομία τίποτα. Εμεις δεν ξέραμε τίποτα, ήταν ο πεθερός μου και εκείνος ανήσυχος. Καναμε βόλτα γύρω από το σπίτι. Μονο μαυρίλα. Καποια στιγμή στη βεράντα έβλεπα πράγματα να πετάνε. Κάηκε το χέρι μου που έπεσε ένα μεγάλο κομμάτι στάχτης. Το μόνο που άκουσα ήταν ο δήμαρχος Ραφήνας ότι η φωτιά πάει στο Διόνυσο και οι κάτοικοι να μη βγουν» ανέφερε.

Το σήμα για να φύγουν ήταν όταν πλέον κόπηκε το ρεύμα. «Από ένστικτο ανέβηκα επάνω και πήρα ρούχα για το παιδί. Έριξα μια ματιά έξω και είδα το μαύρο σύννεφο είχε φτάσει σε εμάς. Είδα τεράστιες φλόγες δεξιά μου και φώναξα το παιδί μου. Καιγόμαστε! Κλάματα! Δεν μπορεί να γίνεται αυτό! Είναι ταινία! Είναι όνειρο! Είναι εφιάλτης. Ήταν ο δικός μου εφιάλτης. Φώναξα στο παιδί μου «Κωνσταντίνε φεύγουμε τώρα!». Κανένας δεν μας είπε να φύγουμε. Να μη ζήσει το παιδί μου αυτό που έζησε. Αρχιζει να ουρλιάζει «μαμά μου θα κάνουμε; Μαμά μου θα πεθάνουμε; Με πάγωσε η θέα από τις φλόγες που έρχονταν πάνω μου».

Την τραγική στιγμή που είδε το παιδί της να παίρνει φωτιά περιέγραψε η μάρτυρας που άκουσα ξαφνικά μια φωνή «Μαμά καίγομαι!».
«Τότε κατάλαβα ότι δεν είχε βάλει τη μπλούζα του. Καίγεται το δέρμα του και έχω βάλει τα νύχια μου μέσα στο σώμα του. Φωνάζω συνέχεια. Μην κοιτάς τίποτα μόνο τρέξε. Βρισκόμαστε ανάμεσα στο δρόμο…Όπως τρέχουμε λιώνουν τα πόδια του και εγώ δεν μπορώ να του πω τίποτα. Φωνάζει «μαμά βοηθά με, μαμά σώσε με». Εγώ δεν τον πήρα αγκαλιά γιατί αν το έκανα αυτό, θα είμαστε οι πρώτοι που θα εύρισκαν αγκαλιά. Ήμασταν μόνοι μας και καιγόμαστε».

Η σωτηρία ήρθε από έναν γείτονα, αλλά ήδη η Καλλι Αναγνώστου είχε καεί σε μεγάλο βαθμό.
«Ενιωθα τις φλέβες μου να χτυπάνε ακανόνιστα λες και ήθελαν όλα να βγουν από το σώμα. Μας κατεβάζει κάτω και βλέπαμε μόνο καπνούς και πύρινες μπάλες. Μας αφήνει και μας είπε ότι πρέπει να φύγει. Με το που κλείνω την πόρτα του αυτοκινήτου λιποθύμησα για πρώτη φορά. Με παίρνει ο πεθερός μου να με ανεβάσει σε ένα τραπέζι και να πάει να βρει νερό. Δεν ήταν εύκολο.Ειχαν φύγει όλοι σαν τρελοί. Καιγόμαστε σαν τα ποντίκια και φύγαμε σαν τα ποντίκια. Βρηκε ένα μπουκάλι και μου έδωσε λίγες σταγόνες.Εκεινη την ώρα λιποθύμησα και άλλες φορές μετά. Με έσυρε. Με έβαλε πάνω στην πλάτη του. Η πεθερά μου πήρε τον μικρό και πήγαν σε έναν κολπίσκο. Ευτυχώς ήταν μια τουρίστρια και τύλιξε τα ποδαράκια του και αυτό τον βοήθησε».

Όταν έφτασε στη θάλασσα η μάρτυρας θέλησε να δροσιστει, αλλά ήταν βέβαιη ότι θα πεθάνει και δεν ήθελε να τη δει το παιδί της. «Είχαμε ένα μπουκάλι νερό και μοιράζαμε τις σταγόνες. Ο σύζυγος μου που ήταν έξω προσπαθούσε να μας βρει. Μίλησε με τον πεθερό μου και του είπε καιγόμαστε. Με ρώτησε αν ήθελα να του μιλήσω.Τι να του πω; Ότι το παιδί ήταν καμένο και δεν τον προστάτευσα; Κάποια στιγμή ήρθαν πυροσβέστες. Έδωσα τον Κωνσταντίνο και εκείνος φώναζε «θέλω τη μαμά μου». Προσπαθησαν να πάρουν και εμένα αλλά είχα τόσο καεί, είχα ανοίξει και δεν μπορούσαν να με πιάσουν από πουθενά. Πάλευα να ανέβω. Τα πόδια μου ήταν γεμάτα υγρό. Το μόνο που έκανα κάθε φορά που ανάσαινα ήταν να νιώθω τις στάχτες μέσα μου».

Φτάνοντας πια πάνω, είδε μπροστά της κάτι που έμοιαζε με κορμό δέντρου. «Ήταν άνθρωπος που κάηκε. Κάθισα σε κάτι σκαλάκια και είπα να κάτσω εκεί να περάσω το τέλος. Δεν μπορούσα να φύγω. Σωριάστηκα και έχασα τις αισθήσεις μου. Κάποια στιγμή ξύπνησα. Ειδα μια κυρία καμένη.Με βλέπει και την ακούω να λέει για εμένα, «έχει πεθάνει ή ζει;». Με όλα αυτά πλέον δεν ζούσα. Μου μιλάνε και λένε δεν θα την βγάλει…Περίμενα …Το τίποτα. Προσευχομουν να φτάσει το λάδι μου να αντέξει και να είμαι καλά».

Η Κάλλι Αναγνωστου κατάφερε να φτάσει σε νοσοκομείο, όπου για ώρες την είχαν παρατημένη μια μια κουβέρτα σε ένα διάδρομο. «Η περιποίηση τους ήταν να μου σκάσουν τις φουσκάλες με βελόνα. Ότι υπήρχε κόλλησε πάνω μου. Με πήραν στο Γεννήματα. Μπαίνουν γιατροί, νοσοκόμοι μου λένε σφιξε με, βρίσε με αλλά άσε να κάνουν τη δουλειά τους. Τότε κατάλαβα. Αρχίζουν να με τραβάνε. Μου τραβούσαν το δέρμα. Να ουρλιάζω, να μη μπορώ να το αντέξω. Να ξέρω ότι αυτό το έχει περάσει το παιδί μου. Στις 25 Ιουλίου έρχονται να μου κάνουν αλλαγή. Μου έγδαραν ότι μπορούσαν, τα καθάρισαν. Είχαν πάρει δυο μεγάλες σακκούλες σκουπιδιών και πετούσαν γάζες, επιδέσμους, τις σάρκες μου. Τα έβλεπα και σκεφτόμουν τι έχει περάσει το παιδί μου.
Ακούω στην τηλεόραση «όλα τα κάναμε καλά και θα τα ξανακαναμε με τον ίδιο τρόπο». Οι νεκροί κι εμείς είμαστε η απόδειξη ότι όλα έγιναν καλά! Με τον ίδιο τρόπο θα τα ξαναέκαναν! Τους λέω στείλτε με μέσα στη Βουλή να δουν ποσο καλά τα κάνανε! Ήμουν καμμένη σε όλο το σώμα. Το πρόσωπο παραμορφωμένο. Το ματι έχει κλείσει δεν ξέρω αν θα έχω όραση. Να νιώθω τα πάντα να τεντώνουν, να μαζεύουν, να πετάνε οι φλέβες. Να τσούζω, να πονάω. Με είχαν γεμίσει με σωληνάκια. Δεν υπήρχε φλέβα να μην έχει χρησιμοποιηθεί. Και να καίνε όλα. Όλα αυτό που είχα εισπνεύσει είχε συγκεντρωθεί στα πνευμονία μαζί με τη λοίμωξη. Άρχισα να κάνω αιμοπτυση, να βγάζω πήγματα μαύρα».

Η γυναίκα αναφέρθηκε και στην περιπέτεια πυ περνάει το παιδί της έκτοτε, αφού έχει εκτεταμένα εγκαύματα στο σώμα και παρά το νεαρό της ηλικίας του και τη σχετικά ευκολότερη επούλωση, βασανίζεται φρικτά εδώ και 4,5 χρόνια. «Ήταν ένα παιδί 5,5 ετών που έχει μια ζωή που μόνο παιδική δεν είναι. Δεν μπορεί να αθληθεί, να παίξει. Να ξυπναει τα βραδιά, να ουρλιάζει. Να το ζει ξανά και ξανά. Όπως κι εμείς. Ο,τι ζήσαμε εκεί και στα νοσοκομεία. Το παιδί μου δε θα έχει ζωή όπως τα αλλά παιδιά. Ξυπναει και λέει «χεράκια μου, ποδαράκια μου δεν θα είστε ξανά τα ίδια». Θέλει να μάθει λεπτομέρειες. Που είναι τα αλλά παιδάκια που χάθηκαν. Θέλω να μου επιτρέψετε να φέρω τη φωνή του εδώ μέσα. Δεν μπορεί να έρθει ο ίδιος» είπε και έβαλε ένα βίντεο να παίξει με τη φωνή του γιου της να ζητάει δικαιοσύνη.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ 

Δίκη για το Μάτι: Φωτογραφίες των θυμάτων τοποθέτησαν οι συγγενείς τους στα έδρανα

Δίκη για το Μάτι: «Δεν έκαναν ούτε το ελάχιστο, να ειδοποιήσουν να φύγουν οι άνθρωποι – Υπάρχουν πολλοί άχρηστοι»

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ