Δίκη για το Μάτι. Συνεχίζονται οι σοκαριστικές μαρτυρίες και καταθέσεις από την τραγωδία που συγκλόνισε και εξακολουθεί να συγκλονίζει την Ελλάδα
«Πυροσβεστική, Αστυνομία, Περιφέρεια δεν υπήρχε κανείς. Δήμος πουθενά. Ενημέρωση καμία» καταθέτουν οι μάρτυρες στην δίκη για το Μάτι, την ίδια στιγμή που, όπως είπε ένας μάρτυρας «Οι ψαράδες μάς έδωσαν υψηλό μάθημα ανθρωπιάς».
Οι ιστορίες απόλυτης φρίκης και αγωνίας για τις ζωές που κρέμονταν σε μία κλωστή συνεχίζουν να ξεδιπλώνονται στο Τριμελές Πλημμελειοδικεί, όπου οι μάρτυρες βάζουν ένα -ένα τα κομμάτια του παζλ τής πιο μεγάλης καταστροφής που έζησε τα τελευταία χρόνια η χώρα.
«Ήταν στη γωνία του σπιτιού, δέκα λεπτά από τη θάλασσα» κατέθεσε η Αγγελική Γαβάκη που έχασε την 46χρονη μητέρα της στο Μάτι. «Την χτύπησε το θερμικό κύμα στη γωνία του σπιτιού. Τη χτύπησε η φωτιά, δεν πρόλαβε… Ήταν 46 ετών, νεότατη, θα μπορούσε να τρέξει αν είχε ειδοποιηθεί. Θα μπορούσε να είχε γλιτώσει … Γιατί δεν τους είπε κανείς τίποτα; Γιατί δεν ενημέρωσε κανείς;».
Η μάρτυρας κοιτώντας τους δικαστές ζήτησε δικαιοσύνη για τη μητέρα της και όλους τους άλλους ανθρώπους που έσβησαν με φρικτό τρόπο: «Μακάρι να αποδοθεί δικαιοσύνη, ήταν άδικο να πεθάνει με αυτό τον τρόπο. Σε κανέναν δεν αξίζει αυτό …».
Ο Δημοσθένης Βονικόπουλος έχασε τον αδερφό του, ενώ κινδύνευσε και η οικογένεια του. Ο μάρτυρας περιέγραψε την αγωνιώδη αναζήτηση του αδελφού του. Καταθέτοντας στο δικαστήριο περιέγραψε τις ώρες αγωνίας που έζησε όταν τον αναζητούσαν χωρίς να γνωρίζουν πως ήταν από εκείνους που μέσα στην κόλαση της φωτιάς έχασε τη ζωή του από πνιγμό στη θάλασσα όπου κατέφυγε για να σωθεί. Όπως ανέφερε ο μάρτυρας, η σύζυγος και η κόρη τους σώθηκαν από θαύμα καθώς η φωτιά έφτασε έξω από το σπίτι τους: «Οι ψαράδες μάς έδωσαν υψηλό μάθημα ανθρωπιάς. Περισυνέλεξαν την κόρη μου. Πήγα να τους ευχαριστήσω και δεν δέχθηκαν ούτε ένα συμβολικό αντίτιμο». Συγκινημένος περιέγραψε πώς η κόρη του μετά από την εμπειρία της στο Μάτι έχει ψυχολογικά προβλήματα, «δεν μπορεί να δει ούτε φωτιά σε τζάκι» ,όπως είπε κλαίγοντας ενώ συμπλήρωσε: «Την ανασταίνουμε βήμα- βήμα». Ο κ. Βονικόπουλος είπε επίσης πως η κόρη του δεν ήθελε να έρθει στο δικαστήριο. «Έπρεπε να είχε ειδοποιηθεί ο κόσμος να έχει φύγει εγκαίρως, να υπήρχε μια οργάνωση. Ούτε καμπάνες, ούτε σειρήνες. Τίποτα. Έγιναν λάθη, δεν έκαναν τα αναγκαία για να σωθεί ο κόσμος» κατέληξε ο μάρτυρας.
Η σύζυγος του κ. Βονικόπουλου Ελένη Κουτσίκου κατέθεσα πως έψαχνε μέσα στη θάλασσα την κόρη της: «Να φωνάζω με όλες μου τις δυνάμεις. Δεν μπορούσα να την βρω. Με πήρε το κύμα μέσα… Υπήρχε μεγάλη αναστάτωση. Πεντακόσια άτομα ήταν εκεί … Κολυμπούσα τέσσερις ώρες. Όταν βγήκα στην ακτή μάς πήρε το θερμικό κύμα και μας έκαιγε τα μαλλιά. Δεν μπορούσαμε να αναπνεύσουμε, μαυρίσαμε». Η μάρτυρας τόνισε πως έμαθε εκ των υστέρων ότι ο κουνιάδος της πνίγηκε και πως το παιδί της μετά από τέσσερις ώρες στην θάλασσα σώθηκε. «Κολυμπούσε τρεις- τέσσερις ώρες. Πυροσβεστική, Αστυνομία, Περιφέρεια δεν υπήρχε κανείς. Δήμος πουθενά, ενημέρωση καμία. Ο κόσμος πανικόβλητος. Κολυμπούσαμε και βγαίναμε λίγο έξω να αναζητάμε τους ανθρώπους μας. Υπήρχαν καμένοι που κολυμπούσαν … Όταν βγήκαμε στην Ραφήνα δεν υπήρχε ούτε ένα λεωφορείο. Προσπαθούσαμε ο ένας με τον άλλον. Δεν είχα τίποτα μαζί μου … Με έψαξε και με βρήκε μια ξαδέλφη μου η οποία επέστρεφε στη Ραφήνα από την Τήνο».
Η μάρτυρας αναφέρθηκε σε συγγενικό της πρόσωπο, παραπληγικό που παγιδεύτηκε καθώς η γυναίκα που τον βοηθούσε δεν μπόρεσε να τον μεταφέρει στη θάλασσα και τον άφησε στο σπίτι πάνω σε ένα βρεγμένο σεντόνι. «Η φωτιά πέρασε από πάνω του, κάηκε το χέρι του …Έζησε έξι μήνες… Υπήρχαν άνθρωποι που με κίνδυνο της ζωής τους πέρασαν μέσα από τις φωτιές αλλά η Αστυνομία πουθενά. Οι αρχές ήταν απούσες. Ο γιος του τον βρήκε, παραβιάζοντας τις απαγορεύσεις και τον μετέφερε στο νοσοκομείο μόνος του, με το αυτοκίνητο του».