Με τις καταθέσεις υπαλλήλων της Marfin, των πυροσβεστών που κλήθηκαν στην οδό Σταδίου το μεσημέρι της 5η Μαΐου, αλλά και αυτοπτών μαρτύρων, συνεχίστηκε σήμερα στο Μεικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας η δίκη για τον εμπρησμό της τράπεζας το 2010.
Οι περιγραφές των ανθρώπων που βρίσκονταν μέσα στο κτήριο κατά τη διάρκεια της εμπρηστικής επίθεσης συγκλονίζουν, καθώς κάνουν λόγο για αγωνιώδεις προσπάθειες για να σωθούν από τις φλόγες και τον πυκνό καπνό που είχε δημιουργήσει συνθήκες ασφυξίας στο κτήριο.
«Μας είχαν στο στόχαστρο, φωνάζανε… Είδα ότι έχει σπάσει το τζάμι του ισογείου και ότι κάποια άτομα έριχναν εύφλεκτο υλικό. Πήρα πυροσβεστήρα αλλά δεν τα κατάφερα. Έτσι ανεβήκαμε πάνω στον 2ο όροφο. Η φωτιά άρχισε σιγά σιγά να ανεβαίνει… Ήμουν εγκλωβισμένος στο μπαλκόνι δεν ήξερα αν πρέπει να πηδήξω ή να καώ… Πετούσαν πέτρες. Παρεισφρήσαν στην πορεία… Βλέπαμε να σπάνε τον Ιανό. Δεν ήταν οι διαδηλωτές που ήρθαν να διαδηλώσουν για το Μνημόνιο. Είχαν μπει μέσα στη πορεία. Είχαν καλύψει τα πρόσωπα τους. Στις 2 παρά 5 ακούσαμε το σπάσιμο… Εγώ εν τέλει πήδηξα από το μπαλκόνι. Όσο ήμουν στο μπαλκόνι δεν είδα κίνηση αλληλεγγύης προς εμάς… Υπήρχε μόνο ένας άνθρωπος που φώναζε “μέσα καίγονται ρε παιδιά”», υποστήριξε κατά την κατάθεσή του υπάλληλος της τράπεζας.
Ο ίδιος σημείωσε ότι δεν υπήρχε σύστημα πυρόσβεσης και πως η τράπεζα είχε μία μοναδική έξοδο διαφυγής.
Η υπάλληλος της τράπεζας και νυν συνταξιούχος Ελευθερία Αθανασίου, είπε κατά την κατάθεσή της ότι είχαν εντολή να δουλέψουν, παρά το γεγονός ότι είχαν ενημερώσει ότι αναμένεται μεγάλη συγκέντρωση.
«Είχαμε άνωθεν εντολή ότι θα δουλέψουμε. Τους είπαμε ότι αναμένεται μια μεγάλη συγκέντρωση… Μας είπαν μην σας νοιάζει πηγαίνετε να δουλέψετε. Ήμουν στον ημιώροφο. Κάποια στιγμή βλέπω απέναντι μια ομάδα νεαρών κουκουλοφόρων που πέταγαν πέτρες . Μετά ακούω 2 με 3 μπαμ, έσπασε η τζαμαρία, πέταξαν μολότοφ, έβγαζε ένα καπνό που δεν έχω ξαναδεί, γιατί και άλλη φορά μας είχαν πετάξει μολότοφ. Δεν τους είδα… Άκουσα το θόρυβο. Αμέσως ο καπνός ανέβηκε πάνω πνιγήκαμε κυριολεκτικά. Ανεβήκαμε προς το πάνω. Φθάσαμε στον 3ο όροφο σε ένα μπαλκονάκι….Τα ματ πριν το περιστατικό ήταν μπροστά στην τράπεζα υπήρχε μια διμοιρία. Μετά όμως έφυγαν κυνηγώντας τους κουκουλοφόρους με τις πέτρες και τα ρόπαλα από απέναντι», είπε η μάρτυρας ενώπιον του Μεικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Αθήνας.
Ο υπάλληλος της Marfin, Ηλίας Μπούρης, υποστήριξε κατά την κατάθεσή του ότι «υπήρχαν απειλητικά μηνύματα κατά καιρούς στους τοίχους με σπρέι, όπως «Θάνατος στους τραπεζίτες…».
«Μας είχαν ξαναπετάξει βόμβες. Συνήθως έμπαιναν νοβοπάν στα τζάμια που καθυστερούσαν το σπάσιμο, δεν ξέρω γιατί δεν μπήκαν αυτή τη φορά», σημείωσε.
Ο μάρτυρας Γιώργος Κόλιας μίλησε για ‘»ομάδα με οργάνωση, που είχε δομή και πήγαιναν συντεταγμένα σαν στρατιωτικοί». Όπως χαρακτηριστικά είπε: «Πήγαν επί τούτου για να κάνουν αυτό».
Η υπάλληλος Αναστασία Ζαφειροπούλου στην κατάθεσή της τόνισε ότι όταν μπήκε εκείνη την μέρα στην τράπεζα είδε συνθήματα γραμμένα στη τζαμαρία.
«Ήμουν στον 3ο όροφο . Είδα όταν μπήκα ότι είχαν γράψει ένα σύνθημα δεξιά στην τζαμαρία “φωτιά στους υπαλλήλους”. Είχαν αρχίσει να συγκεντρώνονται έξω από την τράπεζα. Πάνω από 20 άτομα. Ρίξανε πέτρα. Κατάλαβα ότι δεν είχαν καλό σκοπό. Φορούσαν κουκούλες. Υπήρχε αστυνομία κάποια στιγμή έφυγε. Μετά την αποχώρησή της ξεκίνησαν τα επεισόδια», είπε η μάρτυρας.
Πυροσβέστες: Μας έλεγαν: «Φύγετε από εδώ, θα σας κάψουμε και εσάς»
Στην κατάθεσή της η Ηλιάνα Πλατή, οδηγός της πυροσβεστικής, ανέφερε ότι ειδοποιήθηκαν γύρω στις 2:00 μ.μ. για το συμβάν και πως αμέσως μόλις έφθασαν στην τράπεζα άρχισαν την κατάσβεση. «Προσπαθούσαμε να διασώσουμε τους ανθρώπους στα μπαλκόνια. Η κατάσταση δεν ήταν τεταμένη όταν φτάσαμε. Αν και κάποιοι νόμιζαν ότι πήγαμε να τους διαλύσουμε την πορεία… Τους εξηγήσαμε ότι καίγονται άνθρωποι…» είπε η μάρτυρας.
Από την πλευρά του, ο πυροσβέστης Κωσταντίνος Αλεξόπουλος ανέφερε στην κατάθεσή του ότι όταν πήγαν στην τράπεζα, μία ομάδα 8-10 ατόμων προσπάθησε να τους εμποδίσει.
«Κάποιες γυναίκες μας καθοδήγησαν προς το συμβάν. Γύρω στις 2. Βγήκαμε μπροστά στη τράπεζα. Μια ομάδα 8 με 10 άτομα που μας εμπόδιζε. Χτυπούσαν το καπό. 20 με 30 ετών δε μπορώ να πω νέοι. Είχαν καλυμμένα πρόσωπα. Δεν ξέρω όμως αν τα άτομα αυτά γνώριζαν τι γινόταν παρακάτω…δεν ξέρω. Κάποια στιγμή έφυγαν. Φτάσαμε το ισόγειο, καίγονταν. Υπήρχαν κανά δυο άτομα με πυροσβεστήρες, δεν ξέρω αν ήταν πολίτες ή υπάλληλοι. Είχε καεί όλο το ισόγειο και ο ημιώροφος, υπήρχε πολύ έντονος καπνός. Απεγκλωβίσαμε δύο γυναίκες από το μπαλκόνι… Ο καπνός ήταν πολύ πυκνός. Δεν υπέπεσε στην αντίληψή μου η αστυνομία να ρίχνει δακρυγόνα», είπε ο μάρτυρας.
Άλλος πυροσβέστης που κατέθεσε στο δικαστήριο, ανέφερε: «Ο κόσμος μας φώναζε: “φύγετε από δω”. Υπήρχαν απειλητικές φωνές από κόσμο που ανέβαινε την πορεία. Μας έβριζαν και μας φώναζαν. Μας έλεγαν: “Φύγετε από εδώ, θα σας κάψουμε και εσάς”».
Το δικαστήριο διέκοψε για τις 27 Οκτωβρίου.
Επισημαίνεται ότι στο εδώλιο κάθονται δύο κατηγορούμενοι που αντιμετωπίζουν κατά περίσταση σειρά αδικημάτων, μεταξύ των οποίων, ανθρωποκτονία από πρόθεση, απόπειρα ανθρωποκτονίας, έκρηξη, κατασκευή και κατοχή εκρηκτικής βόμβας.
Από τη φωτιά που ξέσπασε στο υποκατάστημα της τράπεζας Marfin το μεσημέρι της 5ης Μαΐου του 2010, έχασαν τη ζωή τους τρία άτομα, μεταξύ των οποίων και η Αγγελική Παπαθανασοπούλου, η οποία βρισκόταν σε προχωρημένη εγκυμοσύνη.
Με πληροφορίες από: naftemporiki.gr