Κακουργηματικές διώξεις σε βάρος τεσσάρων προσώπων, μεταξύ των οποίων ένας δικηγόρος και ένας αστυνομικός, καθώς και του φυγόδικου Αναστάσιου Πάλλη, κατηγορούμενου και για την υπόθεση των δανείων της τράπεζας FBB, άσκησε ο εισαγγελέας Πρωτοδικών, κ. Νίκος Αντωναράκος.
Οι διώξεις αφορούν την αρπαγή του Βρετανού πολίτη, Έντουαρντ Πρινγκλ Στέισι από το αεροδρόμιο Ελ. Βενιζέλος την 27η Νοεμβρίου 2012. Ο Βρετανός υπήκοος ερχόταν -όπως κατέθεσε και ο ίδιος- στην Ελλάδα προκειμένου να ενημερώσει τον εφοπλιστή Βίκτωρα Ρέστη για το γεγονός ότι ο πρώην συνεργάτης του πρωταγωνιστούσε σε υπόθεση υπεξαίρεσης χρημάτων της εταιρίας IMS Enterprises S.A.
Στη συγκεκριμένη εταιρία οι κ.κ. Ρέστης και Πάλλης κατείχαν το 65% ενώ ο Έντουαρντ Πρινγκλ μαζί με έναν ακόμη Βρετανό υπήκοο το 35%.
Οι διώξεις που ασκήθηκαν αφορούν την: κακουργηματική αρπαγή, άμεση συνέργεια στην κακουργηματική αρπαγή, απόπειρα εκβίασης σε βαθμό κακουργήματος και ηθική αυτουργία στην αρπαγή και την απόπειρα εκβίασης.
Νομικοί κύκλοι εκτιμούν πως η συγκεκριμένη δικαστική εξέλιξη αλλά και οι διώξεις αποδομούν ακόμη περισσότερο τους ισχυρισμούς περί προσχηματικής κόντρας μεταξύ Ρέστη και Πάλλη.
Μάλιστα από το γεγονός ότι οι εισαγγελικές Αρχές συμπεριέλαβαν στο κατηγορητήριο και το αδίκημα της απόπειρας εκβίασης αποδεικνύεται ότι η αρπαγή πραγματοποιήθηκε για καθαρά οικονομικούς λόγους και συγκεκριμένα προκειμένου να μην αντιληφθεί ο εφοπλιστής Ρέστης την “μαύρη τρύπα” εκατομμυρίων ευρώ στην εταιρία.
Το ιστορικό
Σύμφωνα με συνέντευξη που είχε δώσει ο Βρετανός υπήκοος στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία “ο κ. Πάλλης μού είχε κάνει σαφές πως σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να επικοινωνώ με τον κ. Ρέστη. “Είναι πολύ απασχολημένος και όχι ιδιαίτερα καλός άνθρωπος”, μου είπε και ζήτησε να επικοινωνώ αυστηρά μαζί του για ό,τι χρειάζεται. Παρά τις επίμονες ερωτήσεις μου στον κ. Πάλλη να μάθω γιατί το προσωπικό (15 άτομα) δεν πληρώνεται, δεν έπαιρνα απάντηση”.
Σύμφωνα με την κατάθεση που έδωσε στις Αρχές αλλά και την Βρετανική Πρεσβεία, στις 23 Νοεμβρίου 2012 επικοινώνησε με τον Βίκτορα Ρέστη.
«Με ρώτησε αν γνωρίζω τι συμβαίνει. Του απάντησα πως δεν ξέρω. Και τότε μου ζήτησε να τον συναντήσω στην Ελλάδα».
Μάλιστα ο ίδιος θεωρεί ότι το e-mail που του εστάλη, με τα στοιχεία της πτήσης του ήταν εκείνο που γνωστοποίησε στους «απαγωγείς» του την άφιξή του.
«Αργότερα» -συμπληρώνει- «έμαθα πως ο κ. Ρέστης κατέβαλε κανονικότατα τις πληρωμές και μάλιστα είχε δώσει το υπέρογκο ποσό των 6,4 εκατ. δολαρίων για την αγορά όπλων που προορίζονταν για τους φρουρούς των πλοίων».
Οταν ο Εντουαρντ Πρινγκλ Στάισι έφτασε στο αεροδρόμιο και συγκεκριμένα στο χώρο των αφίξεων, τον πλησίασαν τρεις άνθρωποι. Δεν ήταν εκείνοι που περίμενε.
«Ηταν ο Γ.Σ., ένας δικηγόρος που συστήθηκε ως Χ. Ζ. και ένας άνδρας ντυμένος στα μαύρα, τον οποίο μου παρουσίασαν ως αστυνομικό. Ο πρώτος με ρώτησε “τι κάνεις εδώ;”. Του απάντησα ότι ήρθα στην Ελλάδα για να μάθω τι συμβαίνει στην εταιρεία, καθώς κανείς δεν απαντούσε στις ερωτήσεις μου. Ο τόνος της φωνής του άλλαξε. “Θα γυρίσεις στην Αγγλία με την επόμενη πτήση”, μου είπε αυστηρά. Επιχείρησα να φύγω, αλλά δεν με άφησαν. Τον ρώτησα ποιος και γιατί θα με σταματήσει και μου απάντησε “εγώ”. Τους είπα ότι ήθελα να ενημερώσω το συνεργάτη μου στην Αγγλία, τηλεφώνησα στον κ. Ρέστη και του εξήγησα τι συνέβαινε. Αλλά το κατάλαβαν και μου πήραν το τηλέφωνο».
Σύμφωνα με την μαρτυρία του, οι τρεις άνδρες του έκλεισαν αμέσως εισιτήριο για να επιστρέψει στο Λονδίνο με την πρώτη πτήση. Αλλά όταν έφτασαν στο check in, η πτήση είχε ήδη κλείσει.
«Μας ενημέρωσαν ότι η επόμενη πτήση ήταν περίπου πέντε ώρες αργότερα. Με οδήγησαν στο ασανσέρ. Φοβήθηκα πολύ. Ευτυχώς, μαζί μας μπήκε και μία γυναίκα. Με οδήγησαν στο εστιατόριο των “McDonalds”. Μου είπαν ότι θα περιμέναμε μέχρι να έρθει η ώρα να φύγω. Ο δικηγόρος έβγαλε από την τσέπη του ένα κομμάτι χαρτί και μου ζήτησε να υπογράψω συμφωνία τήρησης απορρήτου. Αρνήθηκα. Τσακωθήκαμε. Ολα αυτά έχουν καταγραφεί από το κλειστό κύκλωμα τηλεόρασης. Ο δικηγόρος σηκώθηκε και κάθισε σε άλλο τραπέζι. Το τηλέφωνό του χτύπησε, ήταν ο κύριος Πάλλης. Με ζήτησε. Μου είπε: “Κάνεις λάθος και βάζεις σε κίνδυνο την εταιρεία. Του είπα πως έπειτα από όσα συνέβησαν τους τελευταίους δύο μήνες, η εταιρεία δεν μπορούσε να συνεχίσει να λειτουργεί. Εξήγησα πως μου απέκρυψε ουσιώδεις πληροφορίες, δεν έδωσε απαντήσεις και πως δεν ήταν σωστός απέναντι σε μένα και στο συνεργάτη μου. “Υπόγραψέ το, αν θες να μπουν 20.000 λίρες στο λογαριασμό σου”, μου είπε. Εκλεισα το τηλέφωνο και είπα ψέματα ότι συμφωνήσαμε με τον κ. Πάλλη να τα υπογράψω τις επόμενες ημέρες. Η ώρα πέρασε και με οδήγησαν στην αίθουσα αναχωρήσεων. Μόλις πέρασα εκεί, ζήτησα βοήθεια από την αστυνομία. Με πήγαν σε ένα χώρο στο αεροδρόμιο και μετά ήρθε και με πήρε συνεργάτης του κ. Ρέστη».
Από την πλευρά του ο Αναστάσιος Πάλλης είχε αρνηθεί τις κατηγορίες που του απέδιδε ο Βρετανός υπήκοος επισημαίνοντας ότι στο αεροδρόμιο δεν έγινε καμία αρπαγή αλλά μετέβη εκεί ο δικηγόρος της εταιρίας και ήπιαν καφέ! Όπως μάλιστα είχε τονίσει τα πάντα ήταν καταγεγραμμένα από τις κάμερες ασφαλείας του αεροδρομίου.
Ερωτηματικά προκύπτουν και για την παρουσία του αστυνομικού ο οποίος κατηγορείται και πλέον αντιμετωπίζει και υπηρεσιακό θέμα, καθώς φέρεται να είναι το πρόσωπο που επέτρεψε στον δικηγόρο και τον άνδρα της ασφάλειας του Πάλλη να εισέλθουν στο χώρο των αφίξεων…