Παρασκευή 22 Νοεμβρίου 2024

Εμπειρογνώμονες των ΥΠΕΞ Ελλάδας-Τουρκίας συναντήθηκαν στην Αδριανούπολη για τα σύνορα στον Έβρο

Μεταξύ 25 και 27 Μαΐου πραγματοποιήθηκε στην Αδριανούπολη διμερής συνάντηση εμπειρογνωμόνων, υπό τα υπουργεία Εξωτερικών Ελλάδας και Τουρκίας, σύμφωνα με διπλωματικές πηγές.

Αποκλειστικό θέμα, όπως σημειώνουν, ήταν η αποτύπωση, με τη χρήση σύγχρονων τεχνικών, της υφιστάμενης οριογραμμής στην περιοχή του ποταμού Έβρου, όπως αυτή έχει ορισθεί από το Πρωτόκολλο των Αθηνών του 1926.

Το πρόβλημα με την κοίτη του Έβρου. Από την συνθήκη της Λωζάνης μέχρι σήμερα. (όπως δημοσιεύθηκε στην “ΜΠΑΜ στο ρεπορτάζ” )

Νίκος Βασιλειάδης

Η συνοριακή γραμμή μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας στη Θράκη εκτείνεται σε μήκος 203 χιλιομέτρων. Η Συνθήκη της Λωζάνης που έθεσε τα όρια της σύγχρονης Τουρκίας και υπογράφηκε στη Λωζάνη της Ελβετίας στις 24 Ιουλίου 1923 από την Ελλάδα, την Τουρκία και τις άλλες χώρες που πολέμησαν στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και την Μικρασιατική εκστρατεία (1919-1922) ορίζει στο άρθρο 5 πως στο μεγαλύτερο τμήμα της το σύνορο μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας ταυτίζεται με τον ρου των ποταμών Άρδα και Έβρου, εκτός από μία έκταση έντεκα χιλιομέτρων στο ύψος της Αδριανούπολης όπου το σύνορο μετατοπίζεται δυτικά του ποταμού (τρίγωνο Κάραγατς). Ο συγκεκριμένος καθορισμός της συνοριακής γραμμής των δύο χωρών ορίστηκε από μία τριμερή επιτροπή αποτελούμενη από εκπροσώπους της Ελλάδος, της Τουρκίας και ένα εκπρόσωπο τρίτης χώρας, συγκεκριμένα από την Ολλανδία, ο ολλανδός στρατιωτικός Μπάκερ.
Τα συμπεράσματα της επιτροπής περιελήφθησαν και σε ένα πρωτόκολλο που υπεγράφη στην Αθήνα την 3η Νοεμβρίου 1926 με κυριότερο το άρθρο 2 (Άρθρον 2. Μετά της Ελλάδος: Εκείθεν μέχρι της συμβολής του Άρδα και του Έβρου: ο ρους του Έβρου· Εκείθεν προς τα άνω του Άρδα μέχρι σημείο επί του ποταμού τούτου ορισθησομένου επί του εδάφους εγγύτατα προς το χωρίον Τσουρέκ-κιοϊ: ο ρους του Άρδα· Εκείθεν Νοτιοανατολικώς μέχρι σημείου επί του Έβρου εις απόστασιν ενός χιλιομέτρου προς τα κάτω του Βόσνα κιοϊ: γραμμή αισθητώς ευθεία αφίνουσα εν Τουρκία το χωρίον Βόσνα-κιοϊ. Το χωρίον Τσουρέκ-κιοϊ θα παραχωρηθή εις την Ελλάδα ή εις την Τουρκίαν, καθ”όσον η πλειονότης του πληθυσμού ήθελεν αναγνωρισθή ελληνική ή τουρκική υπό της εν τω άρθρω 5 προβλεπομένης επιτροπής, μη συνυπολογιζομένων των μεταναστευσάντων εις το χωρίον τούτο μετά την 11 ην Οκτωβρίου 1922. Εκείθεν μέχρι του Αιγαίου: ο ρους του Έβρου), όπου ορίζει πως: «Η Επιτροπή απεφάσισεν ότι η συνοριακή γραμμή δεν θα ακολουθήση τον ρουν του ποταμού εις τας ενδεχόμενας μετακινήσεις του, αλλ’ ότι η γραμμή αυτή καθορίζεται κατά τρόπον οριστικόν από την παρούσαν θέσιν του ποταμού, ως αύτη καθωρίσθη εις τους χάρτας τους καταρτισθέντας μερίμνη της Επιτροπής».
Έτσι λοιπόν μετά τη χάραξή της η συνοριακή γραμμή σύμφωνα με την Συνθήκη αποφασίστηκε να παραμείνει σταθερή και να μην ακολουθεί τις εκάστοτε μετατοπίσεις της κοίτης του ποταμού. Αυτή η πρόβλεψη υπήρχε και στο άρθρο 6 της συνθήκης της Λωζάννης (Άρθρον 6. Όσον αφορά εις τα καθοριζόμενα υπό του ρου ποταμού και ουχί υπό των οχθών αυτού σύνορα, οι όροι “ρους” ή “αύλαξ” ων γίνεται χρήσις εν τη παρούση Συνθήκη, σημαίνουσι δια μεν τους μη πλωτούς ποταμούς την μέσην γραμμήν αυτών ή του κυρίου αυτών βραχίονος, δια δε τους πλωτούς ποταμούς την μέσην γραμμήν της κυρίας αύλακος ναυσιπλοίας. Εν τούτοις, εναπόκειται εις την Επιτροπήν να καθορίση ειδικότερον, εάν η συνοριακή γραμμή θα ακολουθήση, εις τας ενδεχομένας αυτής μετατοπίσεις, τον ούτω προσδιορισθέντα ρουν ή την “αύλακα, ή εάν θα καθορισθή οριστικώς εκ της θέσεως του ρου ή της αύλακος κατά την έναρξιν της ισχύος της παρούσης Συνθήκης), και είναι ιδιαίτερα σημαντική για τον Έβρο καθώς η κοίτη του οποίου συχνά μετατοπίζεται κατά τη διάρκεια πλημμυρών.
Με το πέρασμα των χρόνων οι συχνές πλημμύρες του Έβρου είχαν ως αποτέλεσμα εκτάσεις που ανήκαν στην Ελλάδα να προσκολληθούν στην ανατολική πλευρά του Έβρου και αντίστοιχα τουρκικές εκτάσεις να προσκολληθούν στη δυτική πλευρά με αποτέλεσμα πολλά από τα ορόσημα της οριοθετήσεως του 1926 να έχουν καταστραφεί. Αυτό οδήγησε σε συχνές αμφισβητήσεις και προβλήματα, που λύνονταν μεν σε τοπικό επίπεδο αλλά δεν έπαυαν να δημιουργούν εντάσεις.
Με σκοπό την αντιμετώπιση τέτοιου είδους θεμάτων Ελλάδα και Τουρκία προχώρησαν το 1934 σε υπογραφή συμφωνίας στην Άγκυρα με αντικείμενο τη δημιουργία «κανονισμού των υδραυλικών έργων επ’ αμφοτέρων των οχθών του ποταμού Μαρίτσα-Έβρου». Στη συμφωνία υπήρχε ρητή πρόβλεψη για αλληλοενημέρωση στην περίπτωση που κάποια από τις δύο χώρες είχε την πρόθεση να εκτελέσει τεχνικά έργα στο ποτάμι. Η συγκεκριμένη πρόβλεψη τηρήθηκε σε γενικές γραμμές μέχρι και την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974.

Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου τη δεκαετία του 1950 οι δύο χώρες ανέθεσαν στην αμερικανική εταιρεία «Χάρτζα» [Harza] τη σύνταξη μιας μελέτης για την αντιπλημμυρική προστασία των παραποτάμιων περιοχών και τη διευθέτηση των υδάτων του Έβρου. Η «Χάρτζα» τότε πρότεινε την ευθυγράμμιση της κοίτης του ποταμού μέσω της δημιουργίας τομών, αναχωμάτων και φραγμάτων στο ποτάμι. Απώτερος στόχος ήταν να μετατραπεί ο Έβρος σε πλωτό ποταμό που θα μπορούσε να εξυπηρετήσει Ελλάδα, Τουρκία έως τη Βουλγαρία αφού ο Έβρος με μέσο βάθος 2-3 μέτρα δεν έχει καταρράκτες. Η ευθυγράμμιση αυτή θα είχε και ως αποτέλεσμα να μείνουν ελληνικές περιοχές ανατολικά του ποταμού και τουρκικές δυτικά χωρίς τα προβλήματα που προξενούνταν από τις πλημμύρες.
Στο πλαίσιο της μελέτης «Χάρτζα» υπεγράφη το 1955 μια συμφωνία μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας με σκοπό την εκτέλεση αντιπλημμυρικών έργων δεν υπήρξε όμως συμφωνία στο θέμα της επανοριοθετήσεως του ελληνοτουρκικού συνόρου. Η έναρξη του αγώνα των Ελλήνων της Κύπρου για αυτοδιάθεση-ένωση τον Απρίλιο του 1955 εμπόδισε την πλήρη υλοποίηση της μελέτης, οι κοινές εργασίες εγκαταλείφθηκαν και κάθε χώρα συνέχισε μόνη της κάποιες ενέργειες αντιπλημμυρικού χαρακτήρα.
Το 1956, μία μεικτή ελληνοτουρκική επιτροπή συμφώνησε να εξετασθεί η πιθανότητα επανοριοθετήσεως κατά μήκος διωρύγων που θα δημιουργούνταν από τις τομές στον Έβρο.
Το 1959 σε νέα σύνοδο της μεικτής επιτροπής εξετάσθηκαν τα προβλήματα σε περιοχές όπου το ελληνοτουρκικό σύνορο δεν συνέπιπτε με τον υδάτινο ρου του ποταμού και αποφασίσθηκε η εκ νέου σήμανση της οριογραμμής βάσει της Συνθήκης της Λωζάννης, η οποία πραγματοποιήθηκε μάλλον πρόχειρα το 1960 με πασσάλους και αποψιλώσεις. Η πρόχειρη σήμανση σύντομα καταστράφηκε σε μεγάλο τμήμα της πάλι λόγω των πλημμυρών του ποταμού. Παρά την τοποθέτηση νέων πασσάλων σε κάποια σημεία, το πρόβλημα παρέμεινε με αποτέλεσμα να δημιουργούνται εκατερωθεν αμφισβητήσεις για την ακριβή πορεία του συνόρου.

Το 1963 τελικά υπεγράφθηκε στην Άγκυρα ένα πρωτόκολλο (κυρώθηκε με το νόμο 4334/1963) με το οποίο αποφασίσθηκε ανταλλαγή ελληνικών και τουρκικών εδαφών στις περιοχές Αίνου και Φερρών. Οι προς ανταλλαγή περιοχές θα βασιζόταν στην ισότητα της εκτάσεως και θα καθορίζονταν βάσει της οριοθέτησης που είχε γίνει 1926. Η όξυνση όμως των σχέσεων μετά τις δικοινοτικές συγκρούσεις στην Κύπρο το 1963 και οι απελάσεις ελλήνων υπηκόων από την Τουρκία το 1964 οδήγησαν σε μια νέα διατάραξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων και το πρωτόκολλο του 1963 δεν εφαρμόσθηκε ποτέ.

Την περίοδο μεταξύ 1969-1971 υπεγράφησαν μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας τέσσερα πρωτόκολλα και μία συμφωνία που αφορούσαν στη μεθοριακή ζώνη του ποταμού Έβρου. Όλα βασίσθηκαν στο πρωτόκολλο για τη συνοριακή διευθέτηση του 1926. Η Ελλάδα επικύρωσε τα πρωτόκολλα και τη συμφωνία ( 939/1979 (ΦΕΚ Α’ 149/1979) ενώ η Τουρκία έχει επικυρώσει τα τρία από τα τέσσερα πρωτόκολλα Ν. 2220/1979 (Τουρκικό ΦΕΚ 16605) αλλά κανένα από αυτά δεν έχει ισχύσει καθόσον ποτέ δεν αντηλλάγησαν τα όργανα επικυρώσεως. Το πρόβλημα αυτό ετέθη από ελληνικής πλευράς προς την τουρκική πολλές φορές από το το 1991, και μετά το 2000 σαν προαπαιτούμενο ως μέτρο οικοδόμησης της εμπιστοσύνης των ελληνοτουρκικών σχέσεων στην μετά-Ελσίνκι εποχή .
Η μόνη από τις συμφωνίες που εφαρμόζεται είναι αυτή περί περί προλήψεως και διευθετήσεως των μεθοριακών επεισοδίων. Παρ’ ολα αυτά τη δεκαετία του 1980 υπήρξαν δύο τουλάχιστον επεισόδια με νεκρούς. Το πρώτο έγινε όταν μία περίπολος ελλήνων στρατιωτών προσπάθησε να διώξει ένα κοπάδι από αγελάδες που προέρχονταν από την Τουρκία και είχαν εισέλθει σε ελληνική νησίδα της περιοχής περνώντας από τα αβαθή. Το αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν έπεσε σε αρδευτικό χαντάκι με αποτέλεσμα τον θάνατο ενός ατόμου. Το δεύτερο επεισόδιο έγινε την 19η Δεκεμβρίου 1986. Κατόπιν ανταλλαγής πυροβολισμών σκοτώθηκαν ένας έλληνας και δύο τούρκοι στρατιώτες.

Οι προβλέψεις της συνθήκης της Λωζάννης όσον αφορά την συνοριακή γραμμή των δύο χωρών ήταν αρκετά λεπτομερείς για να μη δημιουργηθούν προβλήματα. Στην πράξη, όμως, η εφαρμογή των σχετικών διατάξεων υπήρξε δυσχερής και πάντα υπήρξε αιτία να δημιουργηθούν προβλήματα, όπως το πρόσφατο πρόβλημα που προέκυψε εξαιτίας της τοποθέτησης του φράκτη που τοποθετεί η Ελλάδα ως μέσο αποτροπής της παράνομης εισόδου μεταναστών που η Τουρκία θελει να στείλει στην Ελλάδα. Η πρόσφατη ανακοίνωση του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών δεν αφήνει αμφιβολίες:
«η κοίτη του ποταμού που οριοθετεί το τουρκο-ελληνικό χερσαίο σύνορο το 1926 έχει αλλάξει σημαντικά λόγω φυσικών και τεχνητών παραγόντων κι επομένως δεν υπάρχουν κοινά συμπεφωνημένες γεωγραφικές συντεταγμένες στη συγκεκριμένη περιοχή του συνόρου που να είναι συμβατές με τη συμφωνία – πρωτόκολλο του 1926.»
Ουσιαστικά δηλαδή η Τουρκία δεν αναγνωρίζει ότι υπάρχει σύνορο στην περιοχή παρά τις σαφείς γεωγραφικές συντεταγμένες οι οποίες και δεν αλλάζουν λόγω της μεταβολής της κοίτης του ποταμού όπως πολύ σαφέστατα ορίζεται άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου του 1926.
Πίσω από αυτή την αμφισβήτηση και τις ενέργειες της Τουρκίας κρύβεται η πρόθεση του καθεστώτος Ερτογάν να εμποδίσει την ανάπτυξη του φράκτη ώστε αμέσως μόλις υποχωρήσει η πανδημία του κορωνοϊού να επαναφέρει το θέμα της παράνομης εισόδου των μεταναστών στον Έβρο

Διαβάστε επίσης 

Αποχωρεί από το Υπουργείο Ανάπτυξης ο Παναγιώτης Σταμπουλίδης

Αλ. Τσίπρας: Πάρτε πίσω την «αθλιότητα» που αφήνει 30.000 μαθητές εκτός ΑΕΙ

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ