Με τις τιμές ενέργειας να αυξάνονται, η αλληλεγγύη της ΕΕ προς την Ουκρανία μπορεί να αρχίσει να μειώνεται. Το να μοιραστεί το οικονομικό βάρος του πολέμου, θα είναι ζωτικής σημασίας για τη διατήρηση του ενδιαφέροντος από τους λαούς.
Του Jan C. Behrends, Καθηγητή ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Viadrina
Θα υποστήριζα ότι οι Ευρωπαίοι είναι σίγουρα διχασμένοι σχετικά με τις συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία. Όσοι ζουν στα νέα κράτος της πρώτης γραμμής, αυτό που οι Γερμανοί αποκαλούν τώρα Ostflanke (ανατολική πτέρυγα), έχουν εδώ και καιρό αντιληφθεί τη ρωσική απειλή και είναι πρόθυμοι να πληρώσουν υψηλό τίμημα για να την αντιμετωπίσουν. Στη Γερμανία ωστόσο, μόνο η κοινότητα των ειδικών και μια μειοψηφία της πολιτικής τάξης έχουν κατανοήσει πλήρως τη δεινή κατάσταση που αντιμετωπίζουμε.
Οι παλιές συνήθειες δεν κόβονται εύκολα. Οι Γερμανοί πολιτικοί υποστηρίζουν ότι ένα εμπάργκο κατά του ρωσικού πετρελαίου θα βύθιζε τη χώρα σε ύφεση. Αυτό θα ήταν απαράδεκτο. Επομένως, τα επιχειρήματα για την οικονομία και η υλική ευημερία του έθνους μας, εξακολουθούν να “κερδίζουν” έναντι των στρατιωτικών ζητημάτων και των ζητημάτων ασφαλείας. Αυτό αποτελεί μια σιωπηλή συνέχιση του Μερκελισμού, παρά το Zeitenwende του Όλαφ Σολτς.
Εδώ στη Γερμανία, πιστεύεται ακόμη ευρέως ότι μπορούμε με κάποιον τρόπο να το ξεπεράσουμε όλο αυτό με τον πόλεμο, χωρίς μεγάλες θυσίες. Αυτό δεν πρόκειται να συμβεί. Αλλά αυτή η επικίνδυνη στάση άρνησης επιμένει. Αντί να βάλουμε την οικονομία πρώτα, πρέπει να κατανοήσουμε ότι είναι προς όφελος της Ευρώπης πρώτα από όλα, να υποστηρίξουμε την Ουκρανία με οποιονδήποτε δυνατό τρόπο. Το Βερολίνο συνεχίζει να σκέφτεται με τους όρους της Συνθήκης lend-Lease του 1941, που προμήθευε το Ηνωμένο Βασίλειο με τα απαραίτητα όπλα.
Αντί για περισσότερο αποτυχημένο μερκελισμό, το Βερολίνο χρειάζεται μια ισχυρή δόση αποφασιστικότητας του Ρούζβελτ.
Caroline de Gruyter, ανταποκριτής ευρωπαϊκών υποθέσεων για τη NEC Handelsblad
Πολλοί είναι. Χιλιάδες και χιλιάδες πολίτες στην Πολωνία, από όλα τα μέρη, κινητοποιούνται για να καλωσορίσουν και να ενσωματώσουν Ουκρανούς που φεύγουν από τον πόλεμο. Το βλέπουμε και αλλού. Συχνά ακούς να μιλάνε ρωσικά και ουκρανικά στους δρόμους των Βρυξελλών. Πολλοί πολίτες είναι έτοιμοι να αφιερώσουν χρόνο, λεφτά και διαθέσιμα δωμάτια όταν χρειαστεί και όταν μπορεί να γίνει άμεσα και χωρίς μεσάζοντες. Η βοήθεια είναι επικείμενη όταν ο αντίκτυπος είναι άμεσα ορατός.
Οι Ευρωπαίοι θα είναι έτοιμοι να πληρώσουν ένα τίμημα για την κυριαρχία της Ουκρανίας -και της Ευρώπης- εάν και όταν γνωρίσουν τι “αγοράζουν” οι συνεισφορές τους. Πολλά από αυτά θα πρέπει να αποφασιστούν σε ευρωπαϊκό επίπεδο και να εφαρμοστούν σωστά σε όλη την ΕΕ και στις ομοϊδεάτισες χώρες.
Όπως και στα περισσότερα ομοσπονδιακά συστήματα, το κέντρο φαίνεται απομακρυσμένο σε πολλούς πολίτες. Επομένως, οι εκλεγμένοι πολιτικοί πρέπει να εξηγούν με σαφήνεια γιατί είναι απαραίτητα τα συγκεκριμένα μέτρα και πώς είναι μέρος της ευρύτερης αφήγησης. Αυτό είναι κρίσιμο -ήδη πριν από τον πόλεμο, οι λαϊκιστές διοργάνωναν διαδηλώσεις κατά των αυξημένων ενεργειακών τιμών.
Πολλοί άνθρωποι μειώνουν τη θερμοκρασία στα σπίτια και στα γραφεία τους κατά έναν βαθμό ή ζητούν από τους παρόχους ενέργειας για το ποσοστό του ρωσικού φυσικού αερίου στο μείγμα που προσφέρουν. Αυτές οι μικρές πρωτοβουλίες μπορούν να βοηθήσουν πολύ δημιουργώντας μια αίσθηση ενδυνάμωσης: “αυτό που κάνω, μπορεί να κάνει τη διαφορά”. Αυτό θα είναι το κλειδί.
Πηγή: carnegieeurope.eu
Διαβάστε επίσης
Financial Times: Έντονη παρουσία Ρώσων κατασκόπων στην Ευρώπη
Ουκρανία: Τσετσένοι μαχητές πάνε σπίτι-σπίτι πυροβολώντας αδιακρίτως στη Μαριούπολη