Γράφει ο Πέτρος Κουσουλός
Πώς μπορεί να συνδέονται ένα πολυτελές κομμωτήριο στο Κολωνάκι που συγκέντρωνε το avant garde της αθηναϊκής κοινωνίας με τους ελεγκτικούς μηχανισμούς της Εφορίας, τον πρώην υφυπουργό Οικονομικών, Aντώνη Μπέζα, αλλά και ολόκληρη σχεδόν την ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών;
Η αποκάλυψη του e-reportaz έρχεται για μία ακόμη φορά να ρίξει φως σε μία υπόθεση από αυτές που πολλές φορές έχουν απασχολήσει τα κεντρικά δελτία ειδήσεων, την κοινή γνώμη, αλλά δυστυχώς και πολλές επιχειρήσεις και επαγγελματίες που έχουν πέσει θύματα εκβιασμού.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο της υπόθεσης που εκδικάζεται στο Κακουργιοδικείο της Αθήνας, τον Μάιο του 2007 η Ε.Π. , εφοριακή υπάλληλος της Δ΄ΔΟΥ Αθηνών (της πλέον «πλούσιας» ΔΟΥ) ενημέρωσε τον ιδιοκτήτη του κομμωτηρίου στο Κολωνάκι, Ι. Φ. ότι έχει λάβει εντολή από την υπηρεσία της να ελέγξει τα φορολογικά του.
Ο ίδιος προβάλλοντας προσωπικούς και οικογενειακούς λόγους ζήτησε την αναβολή του ελέγχου για ένα μικρό χρονικό διάστημα, όπερ και εγένετο.
Λίγους μήνες αργότερα η ίδια εφοριακός ενημέρωσε το λογιστή της επιχείρησης ότι το πρόστιμο που θα της επιβαλλόταν ήταν σχεδόν 60.000 ευρώ λόγω φορολογικών παραβάσεων.
Ωστόσο, ο υπολογισμός αυτός έγινε από την υπάλληλο της Δ ΔΟΥ χωρίς να έχει ελέγξει ακόμα τα βιβλία της επιχείρησης, γεγονός που προκάλεσε πολλές υποψίες στο λογιστή και τον επιχειρηματία.
Λίγες ημέρες αργότερα η ίδια ενημέρωσε ότι θα πρέπει να της καταβληθούν 15.000 ευρώ προκειμένου να ολοκληρωθεί ο έλεγχος με ένα ευνοϊκό πρόστιμο, ειδάλλως αυτό θα ήταν εξοντωτικό για την επιχείρηση.
Το ereportaz.gr σε επικοινωνία που είχε με τον δικηγόρο του επιχειρηματία Γιάννη Μακαράκη, για την υπόθεση, ο ίδιος δήλωσε: «Επτά χρόνια μετ την τρομοκρατία που έσπειρε το κύκλωμα των εκβιαστών – επίορκων ελεγκτών της εφορίας δεκάδες επιχειρηματίες του Κολωνακίου πασχίζουν να περισώσουν ότι απέμεινε από την κρίση και τα μνημόνια στα οποία μας οδήγησαν οι δήθεν φύλακες της ελληνικής οικονομίας. Η ελληνική δικαιοσύνη ήταν και παραμένει ανεξάρτητη και απολαμβάνει την εμπιστοσύνη όλων μας ώστε φαινόμενα σαν και αυτά να αποτελούν ασπρόμαυρες φωτογραφίες του παρελθόντος.»
Σύμφωνα με τη δικογραφία, μετά την άρνηση του ιδιοκτήτη, η εφοριακός στις 30/11/2007 έφτασε στο κατάστημα στο Κολωνάκι, όπου και μετά από πεντάλεπτο έλεγχο των βιβλίων της επιχείρησης ενημέρωσε ότι το πρόστιμο αγγίζει τα 97.000 ευρώ, το οποίο με τις προσαυξήσεις θα έφτανε τις 130.000 ευρώ, διότι το κατάστημα δεν διατηρούσε ξεχωριστό βιβλίο φορολογικών στοιχείων για τις μανικιουρίστ!
Υπό το φόβο του λουκέτου, ο επιχειρηματίας Ι.Φ. συμφώνησε να δώσει τις 15.000 ευρώ ώστε να γλιτώσει από τα δίχτυα της πλεκτάνης που είχε στηθεί σε βάρος του κομμωτηρίου. Ωστόσο, η ταρίφα όπως φαίνεται επειδή είχε εκνευριστεί η εν λόγω εφοριακός είχε ανέλθει στις 20.000 ευρώ! Τότε ο επιχειρηματίας ζήτησε χρόνο να συγκεντρώσει τα χρήματα και εν συνεχεία κατέφυγε άμεσα στην Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων, όπου κατήγγειλε τη συμπεριφορά και τις απειλές της εφοριακού.
Η συνέχεια, όπως καταγράφεται στη δικογραφία, είναι λίγο πολύ γνωστή από παρόμοιες υποθέσεις. Ο επιχειρηματίας επικοινώνησε με την εφοριακό, ενημερώνοντάς της ότι έχει συγκεντρώσει τα χρήματα, τα οποία κατόπιν συνεννόησης με τις Αρχές είχαν προσημειωθεί.
Στις 12/12/2007 η κατηγορούμενη κατευθύνθηκε στο Κολωνάκι, ενώ στο αυτοκίνητο την περίμενε ο συγκατηγορούμενός της, έφορος Ν.Α. Η Ε. Π. ενημέρωσε τον επιχειρηματία για το ύψος του προστίμου που θα πρέπει να καταβάλλει, το οποίο είχε αίφνης μειωθεί σε περίπου 12.000 και εν συνεχεία ο δεύτερος έβγαλε πάνω στο τραπέζι το φάκελο με τα προσημειωμένα χαρτονομίσματα των 100, 200 και 500 ευρώ.
Στη συνομιλία που είχαν οι δύο, παρουσία αστυνομικού που παρίστανε τον πελάτη, η εφοριακός φέρεται σύμφωνα με το σχετικό βούλευμα να είπε χαρακτηριστικά: «Δεν θέλω να τα μετρήσω Γιάννη μου, σου έχω εμπιστοσύνη, τώρα θα ηρεμήσεις και εσύ και εμείς, να χαρεί και ο έφορος». Σε ερώτηση του επιχειρηματία για το αν ο τελευταίος ήταν ενήμερος, η απάντηση ήταν «και βέβαια ξέρει». Εξερχόμενη από το κατάστημα και κατευθυνόμενη στο όχημα που την περίμενε ο συγκατηγορούμενός της, συνελήφθη με τα χρήματα μέσα στην τσάντα της.
«Παιδιά» του Αλογοσκούφη και του Μπέζα
Η υπόθεση, ωστόσο, δεν είναι καθόλου απλή καθώς οι δυο κατηγορούμενοι εφοριακοί είχαν ιδιαίτερα υψηλές διασυνδέσεις με την τότε ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών. Η ελεγκτής δεν ήταν μια απλή υπάλληλος αλλά όπως διαπιστώθηκε στη συνέχεια ήταν η ξαδέλφη του τότε υφυπουργού Οικονομικών, Αντώνη Μπέζα.
Ωστόσο οι υψηλές διασυνδέσεις δεν σταματούν στους συγγενικούς δεσμούς, οι οποίοι βέβαια δεν αποτελούν επ’ ουδενί ενοχοποιητικά στοιχεία. Ο συγκατηγορούμενός της, Ν.Α. φέρεται να ήταν άνθρωπος του στενού περιβάλλοντος του τότε υπουργού Οικονομικών, Γιώργου Αλογοσκούφη, ενώ διατηρούσε άριστες σχέσεις με τον τότε ισχυρό άνδρα της οδού Νίκης και δεξί χέρι του υπουργού, Σωτήρη Νικολαρόπουλο. Του διευθυντή, δηλαδή, του κ. Αλογοσκούφη. Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι είχε τοποθετηθεί αρμόδια για τον πειθαρχικό έλεγχο των συναδέλφων του, με στελέχη της φορολογικής διοίκησης να σημειώνουν σήμερα «ότι είχαν βάλει το λύκο να φυλάει τα πρόβατα».
«Μου έβαλαν το φάκελο στη τσάντα»!
Στις απολογίες τους οι δυο κατηγορούμενοι αρνούνται τα πάντα και δίνουν μια δική τους εκδοχή. Η εφοριακός ισχυρίζεται ότι ο επιχειρηματίας έβαλε το φάκελο στην τσάντα της χωρίς η ίδια να το αντιληφθεί, παρά το γεγονός ότι εντός του καταστήματος βρισκόταν αστυνομικός που παρίστανε τον πελάτη και άκουσε όλη τη συζήτηση. Αναφορικά με το δεύτερο κατηγορούμενο, Ν.Α., ισχυρίζεται ότι απλά έκανε εξυπηρέτηση στην συνάδελφό του, πηγαίνοντάς την μέχρι το κομμωτήριο, καθώς ο ίδιος ήθελε να πάει σε υπηρεσία του υπουργείου Υγείας να θεωρήσει το βιβλιάριό του, πράγμα το οποίο επιβεβαιώνει και η Ε.Π.
Οι κατηγορίες που βαραίνουν τους δύο εφοριακούς είναι αυτές της εκβίασης κατ’ επάγγελμα, της παθητικής δωροδοκίας και της απλής συνέργειας στις ανωτέρω πράξεις, όπως περιγράφονται στο παραπεμπτικό βούλευμα 2951/2008 του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών Αθηνών. Η δίκη διεξάγεται αυτές τις ημέρες μετά από αναβολές αλλά και διακοπή.