Απίστευτη τροπή πήρε η υπόθεση της άτυχης Παναγιώτας που έπεσε θύμα δολοφονίας από τον ίδιο της τον άντρα.
Αν και ο κατηγορούμενος είχε καταδικαστεί σε 20 χρόνια φυλάκιση, πλέον θεωρείται ελεύθερος έπειτα μόνο από 7 χρόνια παραμονής του στο σωφρονιστικό ίδρυμα.
Δήλωση για το θέμα έκανε και ο δικηγόρος του δολοφόνου, Αδαμάντιος Μπασαράς: «Ο εντολέας μου προσφάτως αποφυλακίσθηκε και πλέον βιώνει εκτός φυλακής τις συνέπειες της πράξης του. Σέβεται απολύτως τις ισορροπίες που δημιουργήθηκαν και με κανέναν τρόπο δεν θα επιδιώξει να προσεγγίσει τα παιδία του. Θα συνεχίσει να τους προσφέρει από μακριά, με την ελπίδα ότι ίσως στο μέλλον θελήσουν να τον συναντήσουν».
Ωστόσο, τραγική φιγούρα της όλης υπόθεσης είναι η μητέρα της άτυχης Σοφίας , η οποία δεν μπορεί να κρύψει την αγανάκτησή της για την εξέλιξη αυτή: «Πριν καν κλείσουμε επτά χρόνια από τη δολοφονία της κόρης μου από αυτό το κτήνος αφέθηκε ελεύθερος. Τα συμπεράσματα δικά σας. Μιλάτε σε μία μάνα, τι περιμένετε να πω… Εγώ απλά κάθομαι και κλαίω και οδύρομαι μόνη μου κρυφά από όλους να μη με βλέπουν. Νιώθω μεγάλη ντροπή για αυτούς που τον άφησαν ελεύθερο. Πώς είναι δυνατόν να είναι αυτός ο άνθρωπος ελεύθερος; Πώς; Πώς αυτό το κτήνος που μου σκότωσε την κόρη μου κυκλοφορεί ελεύθερος»;
Στο σημείο αυτό να υπενθυμίσουμε πως η υπόθεση της δολοφονίας είχε συγκλονίσει το πανελλήνιο, όταν αποκαλύφθηκε, τον Σεπτέμβριο του . Ο σύζυγος της άτυχης Παναγιώτας, μητέρας δύο παιδιών, μετά από πολυήμερες έρευνες ομολόγησε ότι την σκότωσε και έθαψε το πτώμα της σε πάρκο δίπλα στο σπίτι τους, στη Φιλοθέη.
Στην απολογία του ο δράστης περιέγραψε αναλυτικά πώς έγιναν όλα. Υποστήριξε πως έπειτα από έναν καβγά τους, χτύπησε με ένα σίδερο την Παναγιώτα Μαζαράκη στο κεφάλι και στη συνέχεια, αφού το θύμα σωριάστηκε στο πάτωμα, της έβγαλε τα ματωμένα ρούχα, έπλυνε το άψυχο σώμα της στην μπανιέρα και την τύλιξε με δύο σακούλες και ένα σεντόνι. Έπειτα δοκίμασε να τη θάψει, αρχικά στο φρεάτιο του ασανσέρ και μετά κάτω από το σπίτι του σκύλου, στο σπίτι τους.
Καθώς οι προσπάθειές του έπεσαν στο κενό, ο καθηγητής μουσικής έβαλε το πτώμα της στο πορτμπαγκάζ του αυτοκινήτου και το πέταξε σε κάδο σκουπιδιών στην Παιανία. Λίγες ώρες αργότερα επέστρεψε, πήρε ξανά τη σορό και την μετέφερε δίπλα στο σπίτι τους, στο πάρκο Πικιώνη, όπου την έθαψε. Μάλιστα σκέπασε τον αυτοσχέδιο «τάφο» με τσιμέντο και πέτρες.
Έπειτα ειδοποίησε τα πεθερικά του ότι η σύζυγός του είχε εξαφανιστεί. Στην συνέχεια απευθύνθηκαν στην αστυνομία και επί μέρες προσποιούταν τον δυστυχισμένο σύζυγο ενώ είχε απευθυνθεί ακόμη και σε ιδιωτικό ερευνητή προκειμένου να αναζητήσει τα ίχνη της εξαφανισμένης συζύγου του.
Τελικά ομολογεί την αποτρόπαια πράξη του. Στο δικαστήριο είχε πει: «Δεν θα συγχωρήσω ποτέ τον εαυτό μου, τον μισώ, δεν αντέχω που τον βλέπω στον καθρέφτη». Υποστήριξε επιπλέον ότι η σύζυγος του αμφισβήτησε την πατρότητα της κόρης τους, γεγονός που τον έκανε να θολώσει. «Με έθιξε, έθιξε τον ανδρισμό μου. Τώρα, εκ των υστέρων, καταλαβαίνω πως το είπε για να με τρελάνει», είχε πει σημειώνοντας ότι εκείνη τον είχε απειλήσει με μαχαίρι: «Πήρε από το συρτάρι της κουζίνας το μαχαίρι και μου επιτέθηκε, εγώ έφυγα, ανέβηκα πάνω και μπήκα στο υπνοδωμάτιο, εκείνη με ακολούθησε φωνάζοντας “θα σε σκοτώσω”. Τότε πήρα το σίδερο και τη χτύπησα στο κεφάλι. Αμέσως σηκώθηκε και μου είπε τι έκανες ρε μ…κα, θα σε κλείσω για πάντα στη φυλακή. Τότε τη χτύπησα με δύναμη, με γροθιά στο στήθος. Εκείνη έπεσε κι έμεινε ακίνητη. Προσπάθησα να τη συνεφέρω αλλά μάταια. Μόλις κατάλαβα τι είχε συμβεί με έπιασε πανικός. Η πρώτη σκέψη μου ήταν να αυτοκτονήσω. Μετά όμως σκέφτηκα να αποκρύψω το γεγονός, μήπως και κατορθώσω να μεγαλώσω τα παιδιά μου».
Στη συνέχεια στο δικαστήριο είχε περιγράψει τις προσπάθειες που έκανε να κρύψει το πτώμα της συζύγου του αποδίδοντας τις κινήσεις του αυτές σε πανικό. «Δεν μπορούσα να το διαχειριστώ. Αποφάσισα να κρύψω το πτώμα για να μπορέσω να μεγαλώσω τα παιδιά μου. Δεν σκεφτόμουν λογικά. Το ένα ψέμα έφερε το άλλο. Το μεγάλο μου λάθος ήταν ότι δεν έφυγα από την αρχή του καυγά. Μετά ήταν τέτοια η αλληλουχία των γεγονότων, ήταν ο βρασμός, που δεν μπόρεσα να φύγω και να μην συμβεί το μοιραίο». Σύμφωνα με όσα είχε πει στους δικαστές, η σύζυγός του του μιλούσε άσχημα, τον μείωνε συνεχώς και έφτανε σε σημείο να χειροδικεί σε βάρος του, ακόμη και μπροστά στα παιδιά τους.
Το Μικτό Ορκωτό Εφετείο της Αθήνας τελικά μετά το δευτεροβάθμιο δικαστήριο τον περασμένο Ιούνιο του επέβαλε ποινή κάθειρξης 20 ετών, αναγνωρίζοντας του το ελαφρυντικό του προτέρου εντίμου βίου με αποτέλεσμα να «σπάσει» η ποινή των ισοβίων που του είχε επιβληθεί σε πρώτο βαθμό. Τελικά αφέθηκε ελεύθερος στις αρχές του Σεπτέμβρη…
Tο σημείο που βρέθηκε θαμμένο το άψυχο σώμα της Πναγιώτας