Ένταση επικράτησε κατά σημερινή γενική συνέλευση των μελών της Ένωσης Δικαστών και Εισαγγελέων (ΕΔΕ), η οποία πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα πολλαπλών χρήσεων του Εφετείου Αθηνών.
Ειδικές αναφορές έγιναν στις πρόσφατες δηλώσεις του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου περί δικαστικών πραξικοπημάτων, όπως και στη δημοσιοποίηση των δηλώσεων πόθεν έσχες.
Ειδικότερα, η πρόεδρος της ΕΔΕ Μαργαρίτα Στενιώτη αναφέρθηκε στην αδυναμία της πολιτείας να λάβει μέτρα που θα βοηθήσουν τη Δικαιοσύνη, τονίζοντας ότι το έργο του δικαστή δεν είναι μία απλή διεκπεραίωση υποθέσεων.
Η κ. Στενιώτη, τόνισε ακόμη, ότι η απόδοση ευθυνών για καθυστερήσεις είναι ατεκμηρίωτη και άδικη, ενώ αναφέρθηκε στα προβλήματα της Δικαιοσύνης σημειώνοντας ότι στο Πρωτοδικείο το 2014 δημοσιευτήκαν 97.000 αποφάσεις με 100 οργανικά κενά. Στα δικαστήρια της Ευελπίδων, οι οργανικές θέσεις είναι 596, ωστόσο σήμερα σε αυτά υπηρετούν 428 δικαστές. Στην Εισαγγελία, οι θέσεις είναι 323 και υπηρετούν 250. «Οι συνθήκες εργασίας είναι τριτοκοσμικές. Τα μέτρα ασφαλείας ελλιπή. Πριν από λίγες ημέρες βρέθηκε μία χειροβομβίδα στο Πταισματοδικείο» είπε η κ. Στενιώτη.
Ακόμη, ανέφερε πως είναι αισιόδοξο το γεγονός ότι «στο υπουργείο Δικαιοσύνης εργάζονται προς την κατεύθυνση της πλήρους μηχανοργάνωσης και πως σε όλες τις νομοπαρασκευαστικές επιτροπές συμμετέχουν δικαστικοί και εισαγγελικοί λειτουργοί».
Παράλληλα, η πρόεδρος της ΕΔΕ απάντησε στα όσα είπε ο πρόεδρος της Βουλής Ν. Βούτσης για το πόθεν έσχες των δικαστών (σ.σ.: Πρέπει να δημοσιεύονται και κυρίως εκείνα των ανώτατων δικαστών και όχι των Πρωτοδικών), αλλά και στις φράσεις του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δ. Παπαγγελόπουλου περί «δικαστικών πραξικοπημάτων».
Ως προς τον κ. Βούτση, η κ. Στενιώτη, είπε: «Δόθηκε η εντύπωση ότι οι δικαστικοί λειτουργοί αρνούνται να δημοσιοποιήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, προκειμένου να αποκρύψουν παράνομες ενέργειες πλουτισμού τους, παραβλέποντας ο πρόεδρος της Βουλής, ότι όσον αφορά στους δικαστικούς λειτουργούς συντρέχουν ιδιαίτεροι λόγοι, για τους οποίους μια τέτοια δημοσιοποίηση δεν ενδείκνυται, εν όψει των κινδύνων που ενέχει η πρόσβαση οιουδήποτε πέραν των αρμοδίων προς έλεγχο οργάνων στα στοιχεία αυτά, καθώς διατρέχουν τον κίνδυνο εγκλημάτων ή άλλων πράξεων εναντίων τους εκ μέρους διαδίκων ή προσώπων των οποίων υποθέσεις εκδίκασαν. Ο κ. Βούτσης δήλωσε ότι η δημοσιοποίηση θα αφορά μόνο τους υψηλόβαθμους δικαστές και όχι στους Πρωτοδίκες, αφήνοντας να εννοηθεί ότι η διαφθορά είναι στους υψηλόβαθμούς δικαστές. Στη δεύτερη περίπτωση ο κ. Παπαγγελόπουλος, μίλησε για “δικαστικά πραξικοπήματα”, δίχως περαιτέρω διευκρινίσεις, δίχως να αναφέρει στοιχεία, δίχως να κατονομάζει τους “πραξικοπηματίες” και να προσφεύγει αρμοδίως προς έλεγχο αυτών, προσβάλλει το σύνολο των δικαστικών λειτουργών και αποδομεί τον θεσμό της Δικαιοσύνης.
Η Δικαιοσύνη είναι σύμφυτη με την έννοια του κράτους δικαίου, με την ίδια την έννοια της δημοκρατίας. Όλοι έχουμε όραμα για αυτήν. Την θέλουμε ανεξάρτητη, θωρακισμένη από αθέμιτες επιρροές, αξιόπιστη, ποιοτική, αποτελεσματική, ταχεία, εγγυήτρια της τήρησης των ατομικών δικαιωμάτων των πολιτών».
Ο υπουργός Δικαιοσύνης Ν. Παρασκευόπουλος, κατά τον χαιρετισμό του ανέφερε ότι η οικονομική κρίση πλήττει τη Δικαιοσύνη, ενώ παραδέχθηκε ότι ο νέος Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας που αναμένεται να τεθεί σε εφαρμογή με την είσοδο του νέου έτους, έχει πολλές προβληματικές διατάξεις.
Επίσης, μεταξύ των άλλων, ο κ. Παρασκευόπουλος, ανέφερε: «Η νομοθεσία θα έπρεπε να δίνει λύσεις. Δυστυχώς τον τελευταίο καιρό η νομοθεσία παράγεται τόσο γρήγορα που δυσκολεύει η αφομοίωσή της. Ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας ήταν προαπαιτούμενο. Ψηφίστηκε με ταχύτητα και τώρα θα τεθούμε αντιμέτωποι με τα λειτουργικά του προβλήματα. Κάναμε το παν, ώστε να αναδείξουμε ότι κάποια από τα σημεία του Κώδικα έχουν αδυναμίες. Έχουν πειστεί οι δανειστές ότι υπάρχουν πράγματα που πρέπει να αξιολογηθούν από την αρχή. Επιτέλους η προσπάθεια φαίνεται ότι μπορεί να αποδώσει καρπούς».
Παράλληλα, ο υπουργός Δικαιοσύνης, αναφερόμενος στη φράση περί δικαστικών πραξικοπημάτων του κ. Παπαγγελλόπουλου, ανέφερε ότι «όσα είπε εξέφραζαν μία ευχή προκειμένου να διαφυλάξει τη Δικαιοσύνη από φαινόμενα που μπορούν να διαταράξουν τη λειτουργία της».