Στα 60 του χρόνια ο Λάμπρος Μουστάκης είναι άνεργος και βρίσκεται σε δεινή θέση. Είναι ένας καλλιεργημένος άνθρωπος , που μιλά πέντε γλώσσες (πορτογαλέζικα, ελληνικά, ισπανικά, ιταλικά, αγγλικά) αλλά αδυνατεί να βρει δουλειά: “Δεν με προσλαμβάνουν λόγω της ηλικίας μου” λέει στο ereportaz.gr .
Ρεπορτάζ: Νίκος Νικολετάκης
Ο 60χρονος εργαζόταν για δύο χρόνια στο καινούριο Πολυδύναμο Κέντρο Αστέγων του Δήμου Αθηναίων: “Δούλευα στο ΚΥΑΔΑ του Δήμου Αθηναίων ,μέχρι το Μάιο. Μετά δεν ανανέωσαν τη σύμβαση γιατί ήμασταν υπάλληλοι που είχαμε πρόσληψη για τον covid. Βγήκαμε στο δρόμο ,πήγαμε έξω από το υπουργείο ,η απάντηση τους ήταν ότι δεν χρειαζόμασταν πια γιατί ο κορωνοϊός έχει εξαφανιστεί. 2.200 άνθρωποι χάσαμε τη δουλειά μας” προσθέτει.
Για να μπορέσει να βγάλει τα προς το ζην ο κ. Μουστάκης πωλούσε το περιοδικό “Σχεδία”. “Πούλαγα το περιοδικό ,για να πάρω ενάμιση ευρώ, δεν άντεχα, έχω και το πρόβλημα μου με το διαβήτη. Το πιο τραγικό απ’ όλα, μπήκα έκανα τα χαρτιά μου για να μπω στο ταμείο ανεργίας και μετά από 40 μέρες μου έρχεται ένα μήνυμα από την ΕΡΓΑΝΗ . “Κύριε Μουστάκη δεν μπορείτε να πάρετε ταμείο ανεργίας , γιατί είσαστε καταγραμμένος στη “Σχεδία” ως ελεύθερος επαγγελματίας”
Παρά την παρέμβαση που έκανε ο διευθυντής του περιοδικού και τη δημοσιοποίηση του σε όλη την Ευρώπη δεν έγινε τίποτα: “Ρεζίλι γίναμε” λέει ο 60χρονος.
Ο ίδιος ,όπως μας λέει δεν έχει ούτε καν να φάει: ” Προσπαθώ, έκανα διακανονισμό στο ρεύμα, διακανονισμό στο τηλέφωνό μου”. Χρωστάει δύο ενοίκια στο διλαρι διαμέρισμα που μένει τα τελευταία δύο χρόνια στο Μεταξουργείο. Δίνω 180 ευρώ”. Όπως μας είπε η σπιτονοικοκυρά του είναι καλή γυναίκα και ευτυχώς γι αυτόν δεν τον πιέζει. Ο Λάμπρος Μουστάκης μας έδειξε το σπίτι του με το άδειο ψυγείο.
Τρία μνημόνια σε τρεις χώρες!
Γεννημένος στη Βραζιλία από Έλληνες γονείς, τη δεκαετία του 1980 εργάστηκε στην Αργεντινή στον βασικό τομέα της εθνικής παραγωγής της χώρας, τα κρέατα. Η έλευση του ΔΝΤ σηματοδότησε το κλείσιμο χιλιάδων επιχειρήσεων και ο ίδιος αναγκάστηκε να επιστρέψει στη Βραζιλία.
Εκεί εργάζεται ως υπάλληλος σε κατασκευές μεγάλων εμπορικών κέντρων που ανθούν εκείνη την εποχή, αλλά για μια ακόμη φορά ακούει ένα διάγγελμα από τον πρωθυπουργό της χώρας που δεν θα ξεχάσει ποτέ: η Βραζιλία μπαίνει στον μηχανισμό στήριξης. «Ο πρωθυπουργός Λούλα όμως δεν τα ξεπούλησε όλα και έθεσε προς τους δανειστές τους δικούς του κανόνες, με αποτέλεσμα να διασωθούν έστω κάποια κομμάτια της κοινωνίας», εξηγεί, παρότι ο ίδιος έχασε πάλι τη δουλειά του, ενώ πέρασε και έναν χρόνο στο ταμείο ανεργίας χωρίς να μπορέσει να βρει άλλη εργασία. Στη Βραζιλία, επίσης, παντρεύτηκε και απέκτησε τις δύο κόρες του.
Ζουν πλέον στην Πορτογαλία μαζί με τη μητέρα τους, η οποία είναι καθηγήτρια πανεπιστημίου και προ πολλού διαζευγμένη με τον Λάμπρο. Ο ίδιος έχει ήδη γίνει παππούς, καθώς η πρωτότοκη κόρη του πρόσφατα έγινε μητέρα ενός αγοριού.
Στη συνέχεια εργάστηκε ως ελεγκτής ποιότητας σε σφαγεία μεταξύ Αργεντινής και Ουρουγουάης, υπεύθυνος κρατήσεων σε έναν μικρό όμιλο από ξενοδοχεία για νέους (hostel) στο κέντρο της Αθήνας, διερμηνέας για ισπανικά και ιταλικά τηλεοπτικά δίκτυα που κάλυπταν την ελληνική επικαιρότητα όταν οι «Αγανακτισμένοι» συγκεντρώνονταν στην πλατεία Συντάγματος.
Έμεινε όμως στον δρόμο, όταν η Ελλάδα μπήκε στο μνημόνιο: “Στην Ελλάδα βρήκα δουλειά αμέσως, σε έναν μικρό όμιλο οικονομικών ξενοδοχείων για νέους. Ξεκίνησα από τη ρεσεψιόν, κατόπιν έγινα υπεύθυνος κρατήσεων, έκλεινα ομαδικές εκδρομές για τους τουρίστες κ.λπ. Τα χρόνια πριν και μετά το 2004 οι δουλειές πήγαιναν πολύ καλά. Ημουν ευχαριστημένος. Κι ύστερα ήρθε η κρίση, το ΔΝΤ με πέτυχε τελικά στην Ελλάδα. Αυτή τη φορά με γονάτισε, γιατί κόντευα πια τα 50 μου χρόνια”.
Αφότου έκλεισαν τα ξενοδοχεία στα οποία εργαζόταν, ο Λάμπρος Μουστάκης έζησε για ένα διάστημα με το επίδομα του ταμείου ανεργίας. Δεν μπόρεσε να βρει δουλειά. Κάποια μέρα, επιστρέφοντας στο σπίτι του, διαπίστωσε ότι είχαν αλλάξει κλειδαριές. Εξωση. Πέρασε στον προθάλαμο της αστεγίας ως περιστασιακός φιλοξενούμενος σε έναν γνωστό του. Και ένας άλλος γνωστός του, ιδιοκτήτης πρακτορείου ΟΠΑΠ, επέτρεπε στον Λάμπρο για λίγο καιρό να χρησιμοποιεί το μπάνιο στο υπόγειο του καταστήματος.
Στο πεζοδρόμιο
Το επόμενο βήμα όμως ήταν το πεζοδρόμιο: «Δεν είχα ρούχα, μόνο μια μικρή τσάντα. Για 15 μέρες κοιμόμουν στις καρέκλες μιας καφετέριας στην πλατεία Βικτωρίας. Μέχρι που, ένα βράδυ, έγινε πόλεμος. Γεωργιανοί με Αφρικανούς, η μία μαφία πυροβολούσε την άλλη, για τα ναρκωτικά και τις πόρνες. Επεσα κάτω από ένα τραπέζι, νόμιζα ότι θα με σκότωναν κι εμένα, επειδή έτυχε να βρίσκομαι στη μέση. Μόλις τελείωσε η μάχη, έφυγα. Πήγα στο Σύνταγμα, το πιο ασφαλές μέρος στην Αθήνα. Εκεί κοιμόμουν στις καρέκλες του “McDonald’s”. Με άφηναν, μου έδιναν κι έναν καφέ ή ένα χάμπουργκερ για να μην πεθάνω από την πείνα».
Ο Λάμπρος συμμετείχε ως ηθοποιός σε θίασο αστέγων σε παράσταση που ανέβηκε στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών και ενώπιον εκατοντάδων θεατών, συμπεριλαμβανομένων επισήμων, όπως ο τότε δήμαρχος Αθηναίων Νικήτας Κακλαμάνης, ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος κ.ά.
Αυτή τη στιγμή, όπως λέει, το μόνο που ζητά είναι μια δουλειά. Όποιος θέλει να τον βοηθήσει μπορεί να το κάνει στον αριθμό λογαριασμού GR8501101180000011834917228 (Εθνική Τράπεζα)