Το ποσό των 500.000 ευρώ κατέβαλε σήμερα στην Εισαγγελία της Αθήνας, επιχειρηματίας για τον οποίο υπάρχουν αναφορές στη δικογραφία για την υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ, εξοφλώντας το σύνολο της οφειλής του.
Αναλυτικότερα, τρεις μόλις ημέρες μετά το ταξίδι του προϊσταμένου της Εισαγγελίας Πρωτοδικών Αθηνών, Ηλία Ζαγοραίου, και των εισαγγελέων Ελένης Τουλουπάκη, Χρήστου Ντζούρα και Γιώργου Καλούδη στο Παρίσι, και τη συνάντηση τους με τον Ερβέ Φαλσιανί, τον άνθρωπο που έκλεψε την περιβόητη λίστα Λαγκάρντ από το κατάστημα της τράπεζας HSBC στη Γενεύη, ο επιχειρηματίας προσήλθε αιφνιδιαστικά στην Εισαγγελία και ζήτησε να εξοφλήσει ολόκληρο το ποσό.
Σημειώνεται ότι ο συγκεκριμένος επιχειρηματίας είναι στη λίστα Λαγκάρντ, υπάρχουν όμως αναφορές στο πρόσωπο του και στη δεύτερη δικογραφία που ερευνάται, για την εγκληματική οργάνωση που εξυπηρετούσε άτομα του επιχειρηματικού κόσμου με στόχο τη φοροδιαφυγή και τη νομιμοποίηση του μαύρου χρήματος.
Η συγκεκριμένη δικογραφία για την εγκληματική οργάνωση, σχηματίστηκε τον περασμένο Αύγουστο όταν ο νυν υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος διαβίβασε σχετικές καταγγελίες στην εισαγγελία. Την περασμένη Παρασκευή ο Εβρε Φαλσιανί, σε μια κατάθεση που διήρκεσε πάνω από 9 ώρες, έδωσε σημαντικά στοιχεία στις δικαστικές αρχές, για εταιρίες και λογαριασμούς, τα οποία ήδη αξιολογούνται και διασταυρώνονται.
Σε ό,τι αφορά στο παρασκήνιο της σημερινής καταβολής του μισού εκατομμυρίου ευρώ από τον επιχειρηματία, σημειώνεται ότι οι τρεις δικαστικοί λειτουργοί που ερευνούν την υπόθεση είχαν καλέσει τον επιχειρηματία πριν από το ταξίδι τους στο Παρίσι, προκειμένου να δώσει εξηγήσεις για το αδίκημα της φοροδιαφυγής.
Σε πρώτη φάση, σύμφωνα με πληροφορίες, ζήτησε προθεσμία, άλλα στη συνέχεια συζητήθηκε -στο πλαίσιο μίας άτυπης διαπραγμάτευσης- η επιστροφή χρημάτων για να μην ασκηθεί ποινική δίωξη.
Τελικά, λίγα 24ωρα μετά την κατάθεση Φαλσιανί, ο επιχειρηματίας δήλωσε στις εισαγγελικές αρχές ότι επιθυμεί να πληρώσει το σύνολο των 500.000 ευρώ που του καταλογίζονται ως φόροι από φερόμενα αδήλωτα εισοδήματα στον τραπεζικό λογαριασμό του στην Ελβετία, με στόχο να πετύχει τις ευεργετικές διατάξεις του νόμου που προβλέπουν ότι αν επιστρέψει τα χρήματα δε διώκεται.