Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2024

Ευ. Βενιζέλος: Άλλη μια πολιτική απάτη της ομάδας Τσίπρα

«Το στρατηγικό πλαίσιο των εκλογών» είναι ο τίτλος του άρθρου του τέως προέδρου του ΠΑΣΟΚ Ευ. Βενιζέλου στην προσωπική του ιστοσελίδα με το οποίος εξαπολύει συνολική επίθεση στον πρωθυπουργό για τα πεπραγμένα του από την ανάληψη της εξουσίας ενώ επιχειρεί να αποδομήσει και τη τακτική της ταχείας προσφυγής στις κάλπες που επέλεξε ως διέξοδο η “ομάδα Τσίπρα”.

Στο άρθρο του ο κ. Βενιζέλος αναφέρει ότι «η παραίτηση της κυβέρνησης δεν είναι κάποια ευφυής πολιτική πρωτοβουλία. Οφείλεται θεσμικά στο γεγονός ότι η κυβέρνηση απώλεσε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία μετά την διαφοροποίηση μεγάλου αριθμού βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ από την κεντρική, τελική επιλογή της συνομολόγησης και ψήφισης του “μνημονίου Τσίπρα”. Η ομάδα Τσίπρα επιχειρεί όμως με την παραίτηση και τις γρήγορες εκλογές μια δεύτερη πολιτική απάτη, σχεδόν εφάμιλλη αυτής της αντιμνημονιακής εξαπάτησης των προηγούμενων πέντε ετών και κυρίως του «προγράμματος της Θεσσαλονίκης» και του δημοψηφίσματος που ήταν η κορύφωση του τυχοδιωκτισμού και ταυτοχρόνως το τέλος των εύκολων ψεμάτων, με τεράστιο κόστος για την Πατρίδα και τους πολίτες.

Το πλήρες άρθρο του Ευ. Βενιζέλου

Το στρατηγικό πλαίσιο των εκλογών

Η κυβέρνηση Τσίπρα / Καμμένου υπέβαλε την παραίτησή της επτά μήνες μετά την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ και την τερατογένεση της κυβερνητικής συνεργασίας με την εθνικολαϊκιστική ακροδεξιά και ενάμιση μόλις μήνα μετά το θριαμβευτικό, αλλά εκ γενετής αντιφατικό και διαψευσμένο 61,4 % του «όχι» στο δημοψήφισμα.
 
Η παραίτηση της κυβέρνησης δεν είναι κάποια ευφυής πολιτική πρωτοβουλία. Οφείλεται θεσμικά στο γεγονός ότι η κυβέρνηση απώλεσε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία μετά την διαφοροποίηση μεγάλου αριθμού βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ από την κεντρική, τελική επιλογή της συνομολόγησης και ψήφισης του «μνημονίου Τσίπρα». Μνημονίου με σκληρούς όρους που κατέστησε αναγκαίο ο τρόπος με τον οποίο κινήθηκε η κυβέρνηση τους μήνες αυτούς βλάπτοντας βαθειά το εθνικό συμφέρον. Η αλυσίδα τραγικά εσφαλμένων εκτιμήσεων και κακών επιλογών προσώπων, η εμμονή σε αυταπάτες και δημαγωγίες.
 
Η κυβέρνηση θα μπορούσε να παραμείνει στην εξουσία μόνο ως κυβέρνηση μειοψηφίας / ανοχής βασισμένη στις ψήφους της αντιπολίτευσης, άρα ουσιαστικά ως κυβέρνηση ευρύτερης συνεργασίας με τις δυνάμεις του δημοκρατικού  ευρωπαϊκού τόξου. Με την κυρία ευθύνη να ανήκει στον «τρώσαντα» που πρέπει και να θεραπεύσει την ζημία που προκάλεσε.  Όμως αυτό θα ήταν και ετεροβαρές σε βάρος της αντιπολίτευσης και αναποτελεσματικό τώρα που χρειάζεται κυβέρνηση πολιτικά και επιχειρησιακά ισχυρή με πίστη σε αυτό που κάνει. Το τέχνασμα μιας κυβέρνησης «εναλλασσόμενης πλειοψηφίας», μιας με την αντιπολίτευση για τα μεγάλα και δύσκολα και μιας με τους διαφωνούντες για τα μικρά, «αριστερά» και ανώδυνα, δεν άντεξε μπροστά στο βάρος του μνημονίου Τσίπρα και στο μέγεθος της ανατροπής.
 
Η ομάδα Τσίπρα επιχειρεί όμως με την παραίτηση και τις γρήγορες εκλογές μια δεύτερη πολιτική απάτη, σχεδόν εφάμιλλη αυτής της αντιμνημονιακής εξαπάτησης των προηγούμενων πέντε ετών και κυρίως του «προγράμματος της Θεσσαλονίκης» και του δημοψηφίσματος που ήταν η κορύφωση του τυχοδιωκτισμού και ταυτοχρόνως το τέλος των εύκολων ψεμάτων, με τεράστιο κόστος για την Πατρίδα και τους πολίτες.
 
Προσπαθεί να προσδιορίσει το πεδίο της νέας αντιπαράθεσης μεταξύ του νέου δήθεν προσγειωμένου, μνημονιακού πλέον, ΣΥΡΙΖΑ ως εκφραστή της μονής υπεύθυνης πολιτικής και της ανεύθυνης και επικίνδυνης πολιτικής πρότασης των διαφωνούντων που έχουν πλέον ως κορμό την Λαϊκή Ενότητα υπό τον Π. Λαφαζάνη.
 
Ο μνημονιακός Τσίπρας εμφανίζεται ως αυτός που το πάλεψε, αλλά συμβιβάστηκε για να αποφευχθεί η καταστροφή – τον κίνδυνο της οποίας προκάλεσε ο ίδιος- και έφερε το δικό του μνημόνιο, επειδή δεν μπόρεσε να εφαρμόσει την πολιτική που επιδίωξε και στην οποία εξακολουθεί να πιστεύει, αλλά ας όψεται η δύσκολη πραγματικότητα στην οποία προσέκρουσε.
 
Απευθύνεται στους μέχρι πρότινος συντρόφους και συνεργάτες του και ήδη ορκισμένους αντιπάλους του, υιοθετώντας αναδρομικά τα επιχειρήματά μας του 2010, του 2011, του 2012. Ξεχνά ότι αν δεν είχαν μεσολαβήσει οι εκλογές που ο ίδιος επέβαλε τον Ιανουάριο, οι τραγικοί χειρισμοί των τελευταίων μηνών και το ιστορικό έγκλημα του δημοψηφίσματος – που εξαπάτησε το εκλογικό σώμα και οδήγησε στα capital controls, στην άμεση απειλή του Grexit και σε νέο μνημόνιο με σκληρότατους όρους –  τώρα δεν θα λέγαμε αυτά που αντιστοιχούσαν στα δεδομένα του 2010 – 2013, αλλά αυτά που αντιστοιχούσαν στα δεδομένα του Δεκεμβρίου του 2014. Ο καθένας μπορεί να κρίνει σε ποια κατάσταση βρισκόταν η χώρα πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου και σε ποια βρίσκεται επτά μήνες αργότερα.
 
Η ενιαία ομάδα Τσίπρα / Καμμένου / Λαφαζάνη / Κωνσταντοπούλου / Βαρουφάκη κοκ πήγε τη χώρα τρία τουλάχιστον χρόνια πίσω. Την ξαναγύρισε στο πρωτογενές έλλειμμα και την ύφεση. Την επιβάρυνε με το κλείσιμο των τραπεζών, την διόγκωση του χρέους, την εκτίναξη των δανειακών αναγκών. Αφού προκάλεσαν αυτή την τεράστια βλάβη, μαλώνουν μεταξύ τους. Με τους μεν να υπαινίσσονται ότι κάνουν κάτι που δεν το πιστεύουν για να αποφύγουν την καταστροφή με την οποία φλέρταραν και τους δε να δηλώνουν ευθαρσώς ότι η λύση περνάει μέσα από την δραχμή, την έξοδο από το ευρώ και – γιατί όχι – την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
 
Τώρα ο κ. Τσίπρας ζητάει νέα εντολή για να εφαρμόσει το μνημόνιο στο οποίο οδήγησαν οι επιλογές του, οι λάθος εκτιμήσεις του, τα ψέματά του! Θέλει δε αυτό να το κάνει μόνος με αυτοδύναμη κυβέρνηση (!) ή το πολύ ξανά με τον κ. Καμμένο.
 
Απέναντι σε αυτήν την κατάσταση δεν έχει νόημα να λένε διάφοροι αναλυτές ότι ο κ. Τσίπρας κακώς παραιτήθηκε από Πρωθυπουργός γιατί όφειλε να  «κυβερνήσει». Το να «κυβερνά» ο κ. Τσίπρας κοστίζει πολύ ακριβά στη χώρα. Συνεπώς, πολύ καλά έκανε και παραιτήθηκε γιατί προκάλεσε τεράστια ζημιά και η παραμονή του στην εξουσία δεν προδικάζει τίποτα καλό. Η πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα θα ανακυκλώνεται λόγω της αμφιθυμίας και των αντιφάσεών του και το Grexit θα καραδοκεί.
 
Η χώρα χρειάζεται συγκροτημένη, καθαρή, στρατηγική. Ολοκληρωμένο σχέδιο εξόδου από την κρίση που υπερβαίνει το τρίτο μνημόνιο και επαναφέρει την Ελλάδα στο ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαι. Η πατρίδα μας χρειάζεται νέο παραγωγικό μοντέλο. Κινητοποίηση όλων των δημιουργικών δυνάμεων της κοινωνίας. Πολιτική σταθερότητα, συναίνεση και συστράτευση. Αποκατάσταση της αλήθειας. Ειλικρινείς εξηγήσεις προς το λαό που άκουσε και ψήφισε ψέματα και τώρα υφίσταται τις επιπτώσεις.
 
Συνεπώς η κυβέρνηση ορθότατα παραιτήθηκε γιατί δεν διαθέτει πλέον πλειοψηφία, στερείται νομιμοποίησης και έβλαψε τον τόπο και τον τρόπο σκέψης των Ελλήνων και των Ελληνίδων. Έβρισε, συκοφάντησε, συσκότισε, αδίκησε. Τα έκανε παντού μαντάρα. Όχι μόνο στην οικονομία. Στην παιδεία, την δημόσια διοίκηση, την δικαιοσύνη, το μεταναστευτικό, την εξωτερική πολιτική, την άμυνα, τους θεσμούς. Η χώρα πέρασε ξυστά από τον κίνδυνο κατάλυσης των δημοκρατικών θεσμών. Ο εξευτελισμός των κοινοβουλευτικών θεσμών παίρνει πλέον τη μορφή παρακμιακής σύγκρουσης μεταξύ τέως συντρόφων έτοιμων να στήσουν δίκες της Μόσχας ο ένας εναντίον του άλλου. Επιπλέον έχουν το θράσος να εμφανίζονται ως ενσάρκωση των θεσμών. Όπου κυβέρνηση είναι ο ΣΥΡΙΖΑ και Βουλή οι διαφωνούντες. Μια μεταμοντέρνα διάκριση των εξουσιών!
 
Το εθνικό συμφέρον απαιτούσε να μη χαθεί και πάλι πολύτιμος χρόνος, αλλά να σχηματισθεί από την παρούσα Βουλή κυβέρνηση εθνικής ενότητας με τη συμμετοχή όλων των δημοκρατικών ευρωπαϊκών δυνάμεων, φυσικά και του ανανήψαντος ΣΥΡΙΖΑ που έχει το μεγαλύτερο αριθμό εδρών. Με πρωθυπουργό κοινής αποδοχής και με την επιστράτευση μιας ικανής εθνικής ομάδας σχεδιασμού και εφαρμογής της  μόνης – όπως αποδείχθηκε –  εθνικής στρατηγικής.
 
Ο κ. Τσίπρας με τη στάση του δεν άφησε κανένα  περιθώριο. Επέβαλε τις πρόωρες εκλογές με την τυχοδιωκτική επιδίωξη να διατηρήσει την πρώτη θέση και να έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων με προγραμματική εντολή τελείως αντίθετη από αυτή που απέσπασε πριν μόλις επτά μήνες και από αυτή που με προτροπή του δόθηκε στο δημοψήφισμα πριν μόλις σαρανταπέντε ημέρες. Εκπληκτικές πιρουέτες.
 
Οι εκλογές θα οδηγήσουν όμως ή σε αδιέξοδο ή στη μόνη λύση που υπηρετεί το εθνικό συμφέρον ενόψει των συνθηκών. Αυτή που προτείνουμε σταθερά ως ΠΑΣΟΚ από το 2012 και επαναλάβαμε προεκλογικά το 2015. Κυβέρνηση συνεργασίας όλων των δημοκρατικών δυνάμεων ευρωπαϊκού προσανατολισμού. Κάποιοι ίσως έχουν ξεχάσει ότι τόσο το 2012, όσο και το 2015, η πρότασή μας αφορούσε ευρύτατο σχήμα με τη συμμετοχή και του ΣΥΡΙΖΑ εφόσον αυτοτοποθετείται μέσα στο ευρωπαϊκό πλαίσιο. Αυτός όμως δεν ήθελε επαφή με τις δυνάμεις του «μνημονιακού δωσιλογισμού», τις σταθερές όπως το ΠΑΣΟΚ, τις ανανήψασες όπως η ΝΔ και τις παλινδρομήσασες όπως η τότε ΔΗΜΑΡ.
 
Ο κ. Τσίπρας θέλει αλαζονικά αλλά ανεπιγνώστως εκλογές για να επιβεβαιώσει  την δήθεν ηγεμονία του ως ιδεολογικά και προγραμματικά κενός. Ως διαθέσιμος πρωθυπουργός παντός καιρού. Λέγοντας σε άλλους ότι προσγειώθηκε στον ακραίο ρεαλισμό και σε άλλους ότι έχει απλώς το ριζοσπαστικό του όπλο παρά πόδα. Έχασε προσωρινά το «οχυρό της κυβέρνησης», άφησε για λίγο το όπλο του, αλλά δεν το παρέδωσε, όπως κάποιοι στη Βάρκιζα. Ζητάει ξανά ψήφο από άλλους ως νεομνημονιακός και από άλλους ως κρυπτοαντιμνημονιακός. Αρκεί να βρεθεί ξανά ανεξέλεγκτος στην κυβέρνηση. Μόνος ή με δουλικούς συμμάχους. Με τη λογική αυτή τίποτα δεν τον εμποδίζει να προκαλέσει όχι μονές αλλά διπλές εκλογές. Για να είμαι ακριβής, μόνο ο ίδιος ο λαός μπορεί να θέσει φραγμό σε τέτοιους τυχοδιωκτισμούς.
 
Η εκλογική πρόταση της ομάδας Τσίπρα είναι προγραμματικά ανερμάτιστη, εθνικά βλαπτική, δημοκρατικά προκλητική, αξιακά ανήθικη. Αυτή η δήθεν προγραμματική πρόταση (το περιεχόμενο της οποίας είναι το τρίτο μνημόνιο ως επιτομή της και κατά κράτος ήττας των απόψεων και των επαγγελιών  του ΣΥΡΙΖΑ και της ομάδας Τσίπρα) πρέπει να εισπράξει τον εκλογικό καταλογισμό των ψεμάτων, του κυνισμού, των ανακολουθιών, των λαθών, του τυχοδιωκτισμού και τελικά της βλάβης που προκάλεσε. Έχει ευθύνη κομματική και προσωπική, τεράστια και συγκεκριμένη.
 
Ολοκληρωμένη εναλλακτική κυβερνητική λύση υπάρχει, αλλά δεν προσφέρεται ευθέως στις εκλογές. Η θέση της ΝΔ ότι επιδιώκει να εκφράσει το σύνολο του «ναι» στο δημοψήφισμα υποτιμά το εύρος και τα πολιτικά και αξιακά προτάγματα των δυνάμεων του «ναι». Η εναλλακτική λύση πρέπει συνεπώς να επιβληθεί από το λαό δια των εκλογών. Και αυτή είναι η ευρύτατη κυβερνητική συνεργασία με τη συμμετοχή όλων των δημοκρατικών ευρωπαϊκών δυνάμεων. Με τη συμμετοχή βεβαίως των δυο μεγαλύτερων  κομμάτων, χωρίς αποκλεισμούς. Χωρίς κάποιους σε εύκολους αντιπολιτευτικούς και κάποιους σε δύσκολους κυβερνητικούς ρόλους, όπως τα προηγούμενα χρόνια. Ο αυτοαποκλεισμός και η αλαζονεία πρέπει να τιμωρηθούν.
 
Ο ρόλος του ΠΑΣΟΚ ως καταλύτη και εγγυητή προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο εθνικά, κοινωνικά και οικονομικά επιβεβλημένος στόχος είναι σημαντικός. Όχι για να βρουν κυβερνητικό ρόλο κάποια στελέχη του, αλλά για να διασφαλισθεί η πορεία της χώρας. Παρά τα λάθη και τις ακόμη υπαρκτές αμφιθυμίες, το ΠΑΣΟΚ είχε και έχει την πιο καθαρή και συνεπή στάση. Πλήρωσε τεράστιο κόστος που από ένα σημείο και μετά έγινε προφανώς δυσανάλογο και άδικο. Δεν ζητάει δικαίωση δική του, αλλά της προσπάθειας που έκανε ο λαός. Ο λαός που κουράστηκε πολύ και, λίγο πριν το τέλος της προσπάθειας, έκανε επιλογές παρακινδυνευμένες που δυστυχώς τώρα πληρώνονται ακριβά. Το ΠΑΣΟΚ, εις πείσμα πολλών που εξακολουθούν να εποφθαλμιούν το μικρό αλλά κρίσιμο ποσοστό του, έχει να παρουσιάσει την τιτάνια προσπάθεια των τελευταίων ετών. Η εμπειρία και η κατάληξη των τελευταίων επτά μηνών επιτρέπουν μια πιο ψύχραιμη και δίκαιη αξιολόγηση της προσπάθειας των τεσσεράμιση προηγούμενων ετών . Κυρίως όμως έχει να παρουσιάσει τις συγκροτημένες προτάσεις του για το μέλλον. Για  το εθνικό σχέδιο ανάκαμψης. Ομόφωνη δε απόφαση του συνεδρίου του Ιουνίου ήταν η αναφορά του όχι μόνο στην ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, αλλά σε όλο το φάσμα του δημοκρατικού προοδευτικού κέντρου. Αυτό προσδιορίζει και την πρότασή του για το πώς πρέπει να πορευτεί και ο τόπος, αλλά και η παράταξη, μετά τις εκλογές. Με το μέγιστο δυνατό εύρος, με ευκρινές στίγμα, χωρίς μιζέριες αλλά με μνήμη, με αίσθηση των δυσκολιών αλλά και με αισιοδοξία. Κυρίως με αξιοπρέπεια που είναι η πιο προοδευτική αρετή.
 
Η αναζήτηση κυβερνητικής λύσης από την παρούσα Βουλή δεν έχει νόημα με δεδομένη τη θέση του ΣΥΡΙΖΑ. Εκτός όμως από τις θεσμικές φαντασιώσεις ενός προσώπου που τώρα χρησιμοποιείται για να καταστεί συμπαθής ο κ. Τσίπρας που ευθύνεται και για το λάθος αυτό, υπάρχουν σοβαρά θεσμικά ζητήματα που μακάρι να μπορούσαν να αποτελέσουν αντικείμενο συνεννόησης των κομμάτων, έστω της αντιπολίτευσης. Η σύγκληση της Βουλής πριν τη διάλυσή της θα είχε πχ νόημα μόνο για να ψηφισθεί η άμεση αλλαγή του εκλογικού συστήματος και η κατάργηση του μπόνους των 50 εδρών. Αυτό θα λειτουργούσε ευεργετικά και θα διευκόλυνε τις εθνικά αναγκαίες συνεργασίες και συναινέσεις. Το ΠΑΣΟΚ έχει καταθέσει εδώ και καιρό σχετική πρόταση νόμου που μπορεί να ψηφιστεί εντός μιας ημέρας. Ακόμη και τώρα, έως τη στιγμή που θα δημοσιευθεί το διάταγμα διάλυσης της Βουλής, αν θέλουν τα κόμματα.
 
Το εκλογικό σώμα μπορεί πάντως να ψηφίσει έτσι στις εκλογές ώστε να ακυρωθεί στην πράξη, σε μεγάλο βαθμό, η επικίνδυνη και τεχνητή αλαζονεία του μπόνους. Η ενίσχυση του ΠΑΣΟΚ στο πλαίσιο αυτό είναι ψήφος χρήσιμη, με πρακτική σημασία.
 
Εξίσου κρίσιμο είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο πρέπει να κινηθεί επί ένα περίπου μήνα η κυβέρνηση διεξαγωγής των εκλογών, η λεγόμενη υπηρεσιακή. Αυτός ο χρόνος δεν μπορεί να καταστεί οικονομικά νεκρός. Πρέπει να γίνουν συγκεκριμένα πράγματα για το ΕΣΠΑ, τις τράπεζες, την στήριξη των επιχειρήσεων και της απασχόλησης, την προετοιμασία των νομοθετικών μέτρων του Οκτωβρίου κοκ. Αυτά πρέπει να συμφωνηθούν στη σύσκεψη των αρχηγών των κομμάτων υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Οι σχετικές συμφωνίες προσδιορίζουν και τη σύνθεση της εκλογικής κυβέρνησης μέσα στο συγκεκριμένο, αλλά όχι τόσο ασφυκτικό όσο νομίζουν κάποιοι, πλαίσιο του άρθρου 37 παρ. 3 του Συντάγματος.
 
Το κυριότερο όμως είναι ότι η στάση των κομμάτων στα θέματα αυτά είναι ενδεικτική του τρόπου με τον οποίο βλέπουν την μετεκλογική πορεία της χώρας. Υπεύθυνα και εθνικά ή μικροκομματικά και κυνικά. Το ΠΑΣΟΚ μπορεί να δώσει τον τόνο της υπευθυνότητας.

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ