Σύμφωνα με έρευνα της Eυρωπαϊκής Συνομοσπονδία Συνδικάτων ΕΤUC, oι ελλείψεις εργατικού δυναμικού που πλήττουν την ευρωπαϊκή οικονομία, δεν οφείλονται τόσο στην περίφημη «αναντιστοιχία δεξιοτήτων», όσο στην αναντιστοιχία των μισθών με τις ανάγκες των εργαζομένων. Όπως αποδεικνύεται, οι επιχειρήσεις που έχουν τις μεγαλύτερες δυσκολίες να βρουν προσωπικό, πληρώνουν κατά μέσο όρο 9% λιγότερο από τις επιχειρήσεις που βρίσκουν πιο εύκολα εργαζομενους. Την πανευρωπαϊκή έρευνα επικαλείται εκ νέου η ETUC, απευθύνοντας επείγουσα έκκληση στην Κομισιόν, με θέμα τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας. Τα στοιχεία για την Ελλάδα είναι αποκαλυπτικά, καθώς η χώρα μας εμφανίζει μία απο τις μεγαλύτερες μισθολογικές «ψαλίδες» ανάμεσα στους κλάδους με τις μεγαλύτερες ελλείψεις εργατικού δυναμικού και στους κλάδους με σχετική επάρκεια προσωπικού.
Η διάσκεψη της Βουδαπέστης
Με αφορμή τη νέα «ευρωπαϊκή συμφωνία για την ανταγωνιστικότητα», που συμφωνήθηκε από τους ευρωπαίους ηγέτες στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής στη Βουδαπέστη, η ΕTUC δηλώνει ότι δε νοείται ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, χωρίς ενίσχυση της θέσης των εργαζομένων.
Η «Διακήρυξη της Βουδαπέστης», η οποία βασίζεται στην έκθεση Ντράγκι για την ανταγωνιστικότητα, καλεί τη την Κομισιόν «να παρουσιάσει μια ολοκληρωμένη βιομηχανική στρατηγική για ανταγωνιστικές επιχειρήσεις και ποιοτικές θέσεις εργασίας».
Ωστόσο, κάτω από τις γενικόλογες φιλεργατικές διατυπώσεις, στην ίδια διακήρυξη, κρύβονται μέτρα απορρύθμισης της εργασίας, όπως η αυθαίρετη περικοπή κατά 25% των υποχρεωτικών εκθέσεων αναφοράς για τους εργοδότες.
Εργασιακή απορρύθμιση
Οι επιχειρήσεις είναι υποχρεωμένες από την ΕΕ να υποβάλλουν εκθέσεις που αποδεικνύουν ότι συμμορφώνονται με ευρωπαϊκούς κανονισμούς, μεταξύ άλλων για τα εργασιακά δικαιώματα.
Αρκετά από αυτά τα δικαιώματα οι εργοδότες θέλουν να τα παρακάμψουν, υποστηρίζοντας ότι τις επιβαρύνουν με διοικητικό κόστος. Οι εκπρόσωποι των επιχειρήσεων έφεραν ως παράδειγμα «υπερβολικής επιβάρυνσης» την οδηγία για τη διαφάνεια των αμοιβών μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Η ΕΤUC προειδοποιεί οι ρυθμίσεις δήθεν για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων δεν πρέπει να οδηγούν σε περιορισμό των εργασιακών δικαιωμάτων και διεκδικήσεων.
Πρόκειται για ιδιαίτερα ανησχυτικό φαινόμενο, το οποίο συνδέεται άμεσα με τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού, που αποτέλεσαν σημαντικό πλήγμα για την ανταγωνιστικότητα της Ευρώπης το τελευταίο διάστημα, συμπληρώνει η Συνομοσπονδία.
Όπως τονίζει, οι έρευνες δείχνουν ότι οι επιχειρήσεις που προσφέρουν θέσεις εργασίας χαμηλότερης ποιότητας έχουν τη μεγαλύτερη δυσκολία να βρουν προσωπικό.
Δικαίωμα στην αποσύνδεση
Για παράδειγμα, η έλλειψη ρυθμίσεων ώστε να διασφαλιστεί ο σεβασμός του δικαιώματος στην αποσύνδεση, κοστίζει στους ευρωπαίους εργαζόμενους εκατομμύρια ευρώ σε απλήρωτη εργασία. Το δικαίωμα στην αποσύνδεση αφορά την ελευθερία του εργαζόμενου να «κατεβάζει» τους διακόπτες, σε κινητά, υπολογιστές και ψηφιακές εφαρμογές, όταν δεν δουλεύει και να μην είναι αναγκασμένος να είναι «απίκο» στο αφεντικό.
Η ETUC καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να υποστηρίξει την αύξηση των επενδύσεων στις βιομηχανίες, με την προϋπόθεση ότι οι επενδύσεις θα συνοδεύονται από ισχυρούς κοινωνικούς όρους για την προστασία και τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας. Η δημόσια χρηματοδότηση των επιχειρήσεων θα πρέπει να εξαρτάται από το σεβασμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την επανεπένδυση ενός δικαιότερου μεριδίου των κερδών για την αύξηση της παραγωγικότητας, υπογραμμίζει.
Τι δείχνουν οι έρευνες της ΕΤUC για τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού
Σύμφωνα με την έρευνα που παρουσίασε εκ νέου η ΕTUC, για να σταματήσει η επιζήμια έλλειψη εργατικού δυναμικού στην Ευρώπη, οι εργοδότες πρέπει να προσφέρουν καλύτερα αμειβόμενες θέσεις εργασίας.
Μια ανάλυση των ποσοστών κενών θέσεων εργασίας και των μισθών σε 22 χώρες της ΕΕ αποκαλύπτει ότι οι κλάδοι με τις χειρότερες ελλείψεις εργατικού δυναμικού πληρώνουν κατά μέσο όρο 9% λιγότερο από τους κλάδους όπου είναι ευκολότερη η πρόσληψη.
Η έκθεση δημοσιοποιήθηκε το 2023, μετά από μια περίοδο που το ποσοστό κενών θέσεων εργασίας έφτασε σε επίπεδο ρεκόρ, προκαλώντας προβλήματα στην παραγωγή για το ένα τέταρτο των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων.
Η τάση αυτή έχει αποδοθεί στην έλλειψη δεξιοτήτων, αλλά η ανάλυση των στοιχείων της ΕΕ δείχνει ότι οι χαμηλές αμοιβές είναι ένας από τους κύριους παράγοντες που οδηγούν στην έλλειψη εργατικού δυναμικού.
Η σύγκριση που πραγματοποιήθηκε από το ερευνητικό ινστιτούτο της ETUC, (ETUI), δείχνει μια σαφή σύνδεση μεταξύ των χαμηλών μισθών και των υψηλών ποσοστών κενών θέσεων εργασίας.
Οι κενές θέσεις εργασίας στην Ελλάδα
Σε ολόκληρη την ΕΕ, οι κλάδοι που δυσκολεύονται περισσότερο να βρουν εργαζόμενους πλήρωναν κατά μέσο όρο 9% λιγότερα χρήματα από εκείνους που επηρεάζονται λιγότερο από τις ελλείψεις εργατικού δυναμικού.
Σε 13 από τα 22 κράτη μέλη της ΕΕ για τα οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία, οι κλάδοι στους οποίους η έλλειψη εργατικού δυναμικού αυξήθηκε περισσότερο μεταξύ 2019 και 2022 προσέφεραν επίσης τους χαμηλότερους μισθούς.
Οι μεγαλύτερες μισθολογικές διαφορές μεταξύ των τομέων με τη μεγαλύτερη και τη μικρότερη αύξηση της έλλειψης εργατικού δυναμικού εντοπίστηκαν στην Ιταλία (4,17 ευρώ την ώρα), το Λουξεμβούργο (4,16 ευρώ), τη Γερμανία (3,26 ευρώ), την Ολλανδία και την Ελλάδα (2,49 ευρώ).