Την πεποίθησή του ότι το βάρος της πολιτείας πρέπει να αλλάξει «κέντρο» και να δοθεί στην πρόληψη κατά των πυρκαγιών αναλύει ο αντιστράτηγος, υπαρχηγός ΠΣ ε.α. Ανδριανός Γκουρμπάτσης, όπου σύμφωνα με τον ίδιο «πρόληψη είναι η Δασική Υπηρεσία που θα προστατεύει τα δάση, που θα φροντίζει να αφαιρεθεί η καύσιμη ύλη τον χειμώνα, έτσι ώστε το καλοκαίρι να μην υπάρχει μάζα να καεί.
Της ΦΩΤΕΙΝΗΣ ΧΡΥΣΙΚΑΚΗ
Τη δική του επιστημονική άποψη για τις συνθήκες της ανεξέλεγκτης πυρκαγιάς που κατέκαψε πάνω από 100.000 στρέμματα γης στη Βορειοανατολική Αττική δίνει ο Ανδριανός Γκουρμπάτσης, αντιστράτηγος, υπαρχηγός ΠΣ ε.α., πτυχιούχος του Νομικού Τμήματος της Νομικής Σχολής του ΕΚΠΑ, σε συνέντευξη του στην «Μ»
Αυτό μαζί με το μέτρο της ελεγχόμενης καύσης, όπως ισχύει στην Αμερική και σε άλλα κράτη, θα πρέπει να μπει στη φαρέτρα της Δασικής Υπηρεσίας. Για να γίνει αυτό, το κράτος πρέπει να επενδύσει στην πρόληψη και να συστήσει έναν μηχανισμό πρόληψης».
Από τον Βαρνάβα στο Χαλάνδρι
«Η κλιματική αλλαγή δεν βάζει φωτιές, ωστόσο δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες όπως ξηρασία και υψηλές θερμοκρασίες. Η πολιτεία, όμως, οφείλει να οργανώσει έναν αποτελεσματικότερο μηχανισμό Πολιτικής Προστασίας. Το να μπει μια δασική πυρκαγιά και να εξελιχθεί στον αμιγώς αστικό ιστό που ξεκινάει από τον Βαρνάβα και φτάνει έως το Χαλάνδρι είναι απαράδεκτο και έχει χρόνια να συμβεί. Δυνάμεις επαρκείς εναέριες και επίγειες υπήρχαν, σύμφωνα με την Πυροσβεστική. Το θέμα είναι πού αξιοποιήθηκαν, πώς αξιοποιήθηκαν και πότε αξιοποιήθηκαν. Ξέρουμε άπαντες, όπως η Πυροσβεστική αλλά και εμείς που ασχολούμαστε με την έρευνα των πυρκαγιών, ότι οι πολύ ισχυροί ή θυελλώδεις άνεμοι προκαλούν καύτρες (φαινόμενο κηλίδωσης), οι οποίες ανέρχονται με τον καπνό και μεταφέρονται με τον άνεμο σε μεγάλες αποστάσεις, και πέφτοντας στο έδαφος, δεδομένης και της ευφλεκτικότητας των λεπτών και ξηρών δασικών καυσίμων, των χόρτων δηλαδή, προξενούν νέες εστίες εξαπλώνοντας με αυτόν τον τρόπο σε μεγάλες αποστάσεις μια μεγάλη πυρκαγιά. Όφειλαν λοιπόν οι αρμόδιοι του δασοπυροσβεστικού μηχανισμού αυτό να το προβλέψουν, να σχεδιάσουν και να οργανώσουν τον μηχανισμό ώστε να μην επιτρέψουν την εξάπλωση αν μη τι άλλο σε αμιγώς αστικές περιοχές. Συνεπώς δεν υπήρχε κατάλληλος και αποτελεσματικός σχεδιασμός και συντονισμός των πυροσβεστικών μέσων», προσθέτει ο κ. Γκουρμπάτσης.
«Γνωρίζω επίσης ότι η επιστημονική ομάδα του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών έχει ένα επιστημονικό εργαλείο, το IRIS, το οποίο είναι το μοντέλο εξάπλωσης μιας δασικής πυρκαγιάς και ήταν στη διάθεση του ΕΣΚΕΔΙΚ, του συντονιστικού, και απ’ ό,τι γνωρίζω δεν ζητήθηκε από το Εθνικό Αστεροσκοπείο ώστε να αξιοποιηθεί και να συμβάλει στην αποτροπή της ραγδαίας εξάπλωσης της πυρκαγιάς», συμπληρώνει ο κ. Γκουρμπάτσης.
«Το δόγμα της διαχείρισης των δασικών πυρκαγιών το οποίο είναι σε ισχύ από το 1998 σύμφωνα με τον νόμο του 2612/1998, όπου ανατέθηκε η καταστολή των δασικών πυρκαγιών στο Πυροσβεστικό Σώμα και η πρόληψη στη Δασική Υπηρεσία πρέπει να αναθεωρηθεί. Πρέπει να στηριχτούμε πρωτίστως στην πρόληψη και δευτερευόντως στην καταστολή, ενώ σήμερα συμβαίνει το αντίθετο, και μάλιστα τα τελευταία χρόνια το δόγμα αυτό έχει μετατραπεί σε δόγμα αεροπυρόσβεσης. Ως γνωστόν, τα εναέρια μέσα δεν σβήνουν τις πυρκαγιές, απλώς μειώνουν την έντασή τους και εξ αυτού του λόγου επιβραδύνουν την εξάπλωσή τους. Οι πυροσβέστες σβήνουν τις φωτιές και όχι τα εναέρια μέσα. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει το δόγμα της αεροπυρόσβεσης, που είναι μεγάλο επιχειρησιακό λάθος. Είναι λάθος γιατί το δόγμα αυτό ακυρώνει τις επίγειες δυνάμεις που πρέπει να επιχειρήσουν την ημέρα. Όταν λοιπόν αποσύρονται τα εναέρια το βράδυ είναι δύσκολο να επιχειρήσουν οι επίγειες δυνάμεις, γιατί η πυρκαγιά έχει ήδη εξαπλωθεί σε δυσπρόσιτα σημεία, σε χαράδρες και πλαγιές που δεν μπορούν να επιχειρήσουν οι επίγειες δυνάμεις. Το μόνο θετικό που διαπιστώνω φέτος είναι ότι υπάρχει εναέρια επιτήρηση με έμφορτα πτητικά μέσα όχι μόνο όταν έχουμε κατηγορία κινδύνου 4 ή 5, αλλά και 3. Κάτι που είναι πολύ θετικό και για πρώτη φορά φέτος το μέτρο αυτό απέδωσε σε πολλές πυρκαγιές, ειδικά στην Αττική.
Επίσης, τον τελευταίο καιρό διαπιστώνω πολλές εξιχνιάσεις εμπρησμών από τη Διεύθυνση Αντιμετώπισης Εγκλημάτων Εμπρησμού (ΔΑΕΕ), η οποία έως σήμερα έχει προβεί σε περίπου 250 συλλήψεις.
Με τον καινούργιο Ποινικό Κώδικα οι εμπρηστές προφυλακίζονται. Με προβληματίζει ωστόσο ότι ενώ αυστηροποιήθηκαν οι ποινές για τους εμπρηστές στον Ποινικό Κώδικα καθώς και τα διοικητικά πρόστιμα για όσους δεν καθαρίζουν τα οικόπεδα και λοιπούς χώρους, αντί να έχουμε μείωση των πυρκαγιών, έχουμε αύξηση», σημειώνει ο Ανδριανός Γκουρμπάτσης.
Αύξηση του μέσου όρου
Συγκλονίζουν τα νεότερα στοιχεία, καθώς από 1.1.2024 έως 31.7.2024 εκδηλώθηκαν στην επικράτεια συνολικά 6.722 αγροτοδασικές πυρκαγιές, όταν το αντίστοιχο διάστημα του 2023 είχαμε 4.798 αγροτοδασικές πυρκαγιές.
Σύμφωνα με το European Fire Forest Information System, από 1.1.2024 μέχρι 11.8.2024 καταγράφηκαν 53 μεγάλες δασικές πυρκαγιές από τις οποίες κάηκαν 173.330 στρέμματα, χωρίς να έχει υπολογιστεί η πυρκαγιά του Βαρνάβα, ενώ ο μέσος ετήσιος αριθμός μεγάλων πυρκαγιών για το διάστημα 2006-2023 ήταν μόνο 30.
Στην ουσία ανέβηκε ο μέσος όρος καθώς το 2021 είχαμε 1.300.000 στρέμματα καμένης γης και το 2023 1.700.000.
Περιφέρεια και Δήμοι
«Κάθε χρόνο επαναλαμβάνεται το ίδιο λάθος. Ο μηχανισμός της Πολιτικής Προστασίας είναι ανέτοιμος. Δεν έχουν καθαριστεί περιοχές από τους δήμους και την περιφέρεια. Παράδειγμα, χρηματοδοτήθηκαν φέτος από το Πράσινο Ταμείο οι δήμοι με 30.000.000 για να φτιάξουν αντιπυρικές ζώνες στις 25 Μαΐου, μεσούσης της αντιπυρικής περιόδου. Πρέπει να γίνουν μελέτες για να προχωρήσει ο καθαρισμός των δασών και των οικοπέδων, οι οποίες προϋποθέτουν χρόνο. Το ίδιο συμβαίνει και με το πρόγραμμα του υπουργείου Περιβάλλοντος ANTINERO 3, με το οποίο χρηματοδοτούνται οι Δασικές Υπηρεσίες, οι Διευθύνσεις Δασών και δι’ αυτών τα Δασαρχεία, χρήματα τα οποία δίνονται πολύ καθυστερημένα και αυτά».
«Πλέον ο συντονισμός πρέπει να περάσει στο ΕΣΚΕΔΙΚ, το οποίο έχει την τεχνολογία, το σύστημα ENGAGE, που βλέπει όλα τα τηλεματικά δεδομένα των εναέριων μέσων δασοπυρόσβεσης και των επίγειων δυνάμεων, που βλέπει πού εξελίσσεται η πυρκαγιά και μπορεί να παρεμβαίνει σε τοπικό επίπεδο παρατηρώντας και το ανάγλυφο της εκάστοτε περιοχής.
Εκτός από τον εναέριο συντονιστή που συντονίζει τα εναέρια μέσα αεροπυρόσβεσης, πρέπει να υπάρχει και εναέριος συντονιστής των επίγειων δυνάμεων, γιατί το ανάγλυφο δεν επιτρέπει στον επικεφαλής των επίγειων δυνάμεων να ελέγξει τι υπάρχει πίσω από έναν λόφο, επί παραδείγματι.
Στο ΕΣΚΕΔΙΚ υπάρχει ζωντανή εικόνα του μετώπου, οπότε είναι αδιανόητο το ότι τους ξέφυγε η φωτιά…», καταλήγει ο αντιστράτηγος, υπαρχηγός ΠΣ ε.α., Ανδριανός Γκουρμπάτσης