Την πεποίθηση ότι αν επιτευχθεί συμφωνία μεταξύ πιστωτών και ελληνικής κυβέρνησης, τότε η Ελλάδα θα μπορούσε να επιστρέψει στην ανάπτυξη στο δεύτερο μισό του τρέχοντος έτους, εξέφρασε, μεταξύ άλλων ο υπουργός Οικονομίας Γιώργος Σταθάκης σε συνέντευξή του στη γερμανική εφημερίδα Τagespiegel.
Επίσης, επεσήμανε την ανάγκη να κλείσουν οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις, ενώ ανάλογα με την έκβαση των τελευταίων, η απόφαση περί παραμονής ή μη του ΔΝΤ στο τρέχον πρόγραμμα θα είναι στην κρίση του ίδιου του οργανισμού.
Η ελληνική κυβέρνηση εργάζεται προκειμένου να επιτευχθεί συμφωνία μέχρι το επόμενο Eurogroup που θα πραγματοποιηθεί στα τέλη Απριλίου, ενώ η ελάφρυνση του ελληνικού χρέους δεν βρίσκεται απαραίτητα στην ατζέντα των επικειμένων συζητήσεων με τους πιστωτές. Ωστόσο, όλοι οι συμμετέχοντες εργάζονται αυτή τη στιγμή για ενδεχόμενες λύσεις, που αφενός θα βοηθούσαν στην επίτευξη μακροπρόθεσμης σταθερότητας, αφετέρου να γίνουν αποδεκτές απ’όλες τις πλευρές.
Πρόσθεσε ότι γίνεται προσπάθεια να μην σημειωθούν περαιτέρω μειώσεις στις συντάξεις και η “επιδίωξη της προτεινόμενης μεταρρύθμισης είναι ένα βιώσιμο ασφαλιστικό”. Την ίδια στιγμή, αναφέρθηκε στη μεγάλη μεταρρυθμιστική προσπάθεια που καταβάλλεται από την αρχή του έτους, σε συνεννόηση με τους πιστωτές, η οποία προβλέπει βοήθεια για τους ασθενέστερους των οποίων ο μισθός είναι κατώτερος του βασικού.
Σχετικά με την παραμονή του ΔΝΤ και το θέμα της ελάφρυνσης χρέους ο Γ. Σταθάκης είπε ότι κατά τη συμφωνία του περασμένου καλοκαιριού “ο ρόλος του ΔΝΤ είναι εκείνος του τεχνικού συμβούλου”. Η θέση της ελληνικής κυβέρνησης είναι “πρώτα να κλείσουν οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις και μετά να ξεκινήσει η συζήτηση για τη βιωσιμότητα των χρεών μας. Ανάλογα με την έκβαση αυτών των συζητήσεων η απόφαση για το αν θα παραμείνει ή όχι θα είναι στην κρίση του ΔΝΤ”
Στο ερώτημα αν είναι αναγκαίο το κούρεμα του ελληνικού χρέους ο Έλληνας υπουργός δήλωσε στη γερμανική εφημερίδα ότι “υπάρχουν μια σειρά από προτάσεις οι οποίες πρέπει να συζητηθούν. Ενδεχομένως το κούρεμα να μην βρίσκεται στην ατζέντα, αλλά υπάρχουν μια σειρά από δυνατότητες με τις οποίες μπορεί να καταστήσει κανείς το χρέος βιώσιμο. Όλοι οι συμμετέχοντες εργάζονται αυτή τη στιγμή για πιθανές λύσεις, οι οποίες αφενός να βοηθήσουν σε μια μακροπρόθεσμη σταθερότητα και αφετέρου να γίνουν αποδεκτές από όλα τα μέρη. Σε αυτές συγκαταλέγονται η χρονική διάρκεια μεμονωμένων δανείων και οι προθεσμίες αποπληρωμής των δανείων, το ύψος των επιτοκίων, η η προσαρμογή του ύψους των ποσών επιστροφής ανάλογα με την ανάπτυξη στην Ελλάδα”.