Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2024

“Γερμανοελληνική άνοιξη”

Για «γερμανοελληνική άνοιξη» κάνει λόγο το σχόλιο της Deutsche Welle. Όπως επισημαίνεται, «όποιος πιστεύει ότι η ΕΕ είναι απλά ένα γραφειοκρατικό τέρας και τίποτα άλλο, προφανώς δεν ενδιαφέρεται και για τη μοίρα της Ελλάδας. Όποιος θεωρεί το ενιαίο νόμισμα ένα αμάρτημα της νομισματικής πολιτικής, παρακαλά για την οριστική κατάρρευση της ελληνικής οικονομίας. Και ελπίζει ότι μια τέτοια κατάρρευση θα συμπαρέσυρε στον Καιάδα και το ευρώ. Έτσι βλέπουν τα πράγματα οι κυνικοί, οι εγωιστές, οι εθνικιστές.

Η μοίρα του ευρωπαϊκού εγχειρήματος όμως είναι στενότερα συνδεδεμένη με το μέλλον της Ελλάδας από όσο πιστεύουν πολλοί. Αν τα πράγματα δεν ήταν έτσι, οι έκτακτες σύνοδοι κορυφής στις Βρυξέλλες θα είχαν καταργηθεί προ πολλού. Οι παίκτες στο ευρωπαϊκό πόκερ ξέρουν ότι στη χειρότερη περίπτωση θα έχαναν όλοι μαζί. Η χρεοκοπία της Ελλάδας θα σήμαινε απώλειες πιστώσεων ύψους δισεκατομμυρίων. Γι αυτό και η Άνγκελα Μέρκελ κάνει καλά που τείνει το χέρι της στον Αλέξη Τσίπρα. Εννοείται ότι ισχύει και το αντίστροφο. Αν τα φαινόμενα δεν απατούν, η συνάντηση στο Βερολίνο έδειξε ότι και οι δύο πλευρές έχουν καλή θέληση.

Η Γερμανίδα καγκελλάριος ξέρει ότι η κυβέρνηση στην Αθήνα χρειάζεται χρόνο και αέρα για να πάρει ανάσα. Και ο Έλληνας πρωθυπουργός ξέρει ότι η οικονομική και πολιτική δύναμη της Γερμανίας είναι το αποφασιστικό ατού για το μέλλον της Ελλάδας, αλλά και της Ευρώπης. Αν η επίγνωση αυτή οδηγήσει και τις δύο πλευρές στο να σταματήσουν να παίζουν με σημαδεμένα χαρτιά, τότε το ευρωπαϊκό εγχείρημα θα έχει μέλλον.

Ορθά ο Αλέξης Τσίπρας είπε ότι θα πρέπει να ξεπεραστούν τα στερεότυπα. Αν και καμιά φορά και τα στερεότυπα βοηθούν, για παράδειγμα αυτό για τη μόνιμη καλοκαιρία στην Ελλάδα. Έφερε την άνοιξη στο Βερολίνο, είπε χθες χαριτολογώντας. Κι αυτό το κλίμα, πρόσθεσε, καλό θα ήταν να διατηρηθεί και στις σχέσεις των δύο χωρών. Ας τους το ευχηθούμε!», σημειώνει κλείνοντας ο σχολιαστής Μαρσέλ Φυρστενάου.

Φιλικός τόνος, ασυμφωνία επί της ουσίας

Για ανάγκη ρητορικής αποκλιμάκωσης κάνει λόγο η Frankfurter Allgemeine Zeitung, καλώντας την ελληνική κυβέρνηση να «κοιτάξει την πραγματικότητα στα μάτια». Όπως σχολιάζει ο αρθρογράφος, η ελληνική κυβέρνηση «έχασε πολύτιμο χρόνο. (…) Με πολιτικούς θεατρινισμούς, προσπάθειες εκβιασμού και τροφοδοτώντας αντιγερμανικά αισθήματα (…) Η γερμανική κυβέρνηση θέλει να διατηρήσει ενωμένη τη νομισματική ένωση. Ήταν και είναι πρόθυμη να καταβάλει γι΄ αυτό ένα υψηλό τίμημα». Η εφημερίδα της Φραγκφούρτης επισημαίνει τέλος: «Μετά την επίσκεψη στο Βερολίνο ο Τσίπρας έχει ίσως πιο ξεκάθαρη εικόνα για τα κίνητρα και τους στόχους της γερμανικής ευρωπαϊκής πολιτικής: ηγεμονικές επιδιώξεις και ‘επιβολή΄ δεν ανήκουν σε αυτή. Αν θέλει (σ.σ. ο Αλέξης Τσίπρας) να κρατήσει την Ελλάδα στην ευρωζώνη και να παραμείνει σεβαστός εταίρος στην Ευρώπη, πρέπει να ενεργήσει αναλόγως. (…) Υποσχέθηκε πίστη στις συμφωνίες. Αυτό συνιστά ήδη πρόοδο».

Η οικονομική εφημερίδα Handelsblatt παρατηρεί ότι ο έλληνας πρωθυπουργός και η γερμανίδα καγκελάριος ήταν «φιλικοί ως προς τον τόνο», ωστόσο υπήρξε «ασυμφωνία επί της ουσίας». Όπως επισημαίνεται στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας του Ντύσελντορφ, η Άνγκελα Μέρκελ και ο Αλέξης Τσίπρας «αναζητούν μία κοινή βάση. (…) Ωστόσο, πέρα από τη λεκτική διατύπωση της βούλησης για συνεργασία δεν υπήρξε σχεδόν καθόλου πρόοδος στη διαδικασία επίλυσης της κρίσης».

«Τσακωθείτε επιτέλους!», γράφει σε εμφατικό τόνο το περιοδικό Spiegel, απευθυνόμενο στον Αλέξη Τσίπρα και την Άνγκελα Μέρκελ. Όπως σχολιάζει στην ηλεκτρονική του έκδοση, «οι γερμανοελληνικές σχέσεις είναι κακές. Αυτό το γνωρίζει ο καθένας. Ωστόσο, στην πρώτη επίσκεψη του πρωθυπουργού Τσίπρα η Άνγκελα Μέρκελ αποφεύγει μία πραγματική συζήτηση. Η διαμάχη θα πρέπει να διεξαχθεί επιτέλους ανοικτά – μόνο έτσι μπορεί στη συνέχεια και να τερματιστεί».

Να σταματήσει η απαξιωτική κριτική κατά της Ελλάδας

Η Süddeutsche Zeitung εκτιμά ότι η επίσκεψη του Αλέξη Τσίπρα στο Βερολίνο θα έπρεπε να είχε πραγματοποιηθεί προ πολλού. «Ο εποικοδομητικός διάλογος, που θα πρέπει να χαρακτηρίζει τις επαφές μεταξύ δύο χωρών αλλά και τη δημόσια συζήτηση σε κάθε μια ξεχωριστά, έδωσε προ πολλού τη θέση του σε μία εκκωφαντική σιωπή», επισημαίνει ο σχολιαστής, κάνοντας λόγο για «έναν πόλεμο λέξεων» που σημάδεψε τις ελληνογερμανικές σχέσεις το προηγούμενο διάστημα. Ο αρθρογράφος θεωρεί ότι η γερμανίδα καγκελάριος «δεν θα πρέπει να συνεχίσει να αγνοεί το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ελλάδα» και να αντιληφθεί ως ευκαιρία την ανάδειξη ενός πρωθυπουργού που για πρώτη φορά δεν ανήκει στην «παλιά ομάδα κλεπτοκρατών», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με την SZ, η Άνγκελα Μέρκελ «θα πρέπει να αντιμετωπίζει τον Τσίπρα ως ισότιμο εταίρο, να αποδεχθεί μία επιβράδυνση του μεταρρυθμιστικού ρυθμού και να παρατείνει τη χρηματοδότηση της Αθήνας. Σε αυτά πρέπει να προστεθούν ισχυρά ευρωπαϊκά προγράμματα κοινωνικής ενίσχυσης και αύξησης των επενδύσεων στην Ελλάδα. Ωστόσο, επενδυτές μπορούν να βρεθούν μόνο εφόσον από την άλλη πλευρά ο Τσίπρας φανεί πρόθυμος να αναδιοργανώσει πραγματικά τη χώρα του και να επιτρέψει τους έξωθεν ελέγχους».

Η Tageszeitung τέλος καλεί τη γερμανική πλευρά (τόσο τους πολιτικούς όσο και τους πολίτες) να σταματήσει την απαξιωτική κριτική κατά της Ελλάδας. Όπως εκτιμά, «με την υποδοχή του έλληνα πρωθυπουργού η γερμανίδα καγκελάριος έστειλε ένα μήνυμα στη γερμανική κοινή γνώμη: Πρέπει επιτέλους να σταματήσει η χαιρέκακη και απαξιωτική κριτική κατά της Ελλάδας. Με αυτόν τον τρόπο έθεσε μία χαρμόσυνη αντίστιξη στην αφόρητη κακοφωνία, η οποία διαρκώς διογκωνόταν από την αρχή της χρονιάς και την εκλογική νίκη του ΣΥΡΙΖΑ».

ΠΗΓΗ: Deutsche Welle

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

spot_img

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ