Τετάρτη 2 Απριλίου 2025

Γιατί η Συρία κατέρρευσε σαν χάρτινος πύργος


Του ΝΙΚΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ
Στις 8 Δεκεμβρίου, μετά από μια ταχεία επίθεση που διήρκεσε λιγότερο από δύο εβδομάδες, οι δυνάμεις της συριακής αντιπολίτευσης εισήλθαν στη Δαμασκό και κήρυξαν το τέλος του καθεστώτος του Μπασάρ αλ Άσαντ. Ο Σύρος πρόεδρος και η οικογένειά του διέφυγαν στη Ρωσία λίγο πριν οι αντάρτες εισέλθουν στην πρωτεύουσα.
Η αποσύνθεση του στρατού του συριακού καθεστώτος ήταν θεαματικά γρήγορη. Θυμίζει παρόμοιες καταρρεύσεις στο Αφγανιστάν -όταν οι Ταλιμπάν κατέλαβαν την Καμπούλ από την αφγανική κυβέρνηση μετά την αποχώρηση των αμερικανικών δυνάμεων- και στο Ιράκ, όταν το ISIL (ISIS) εισέβαλε το 2014 και κατέλαβε τη Μοσούλη, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του Ιράκ.
«Asabiyya»
Οι επιτυχίες του HTS, των Ταλιμπάν και του ISIL (ISIS) οφείλονταν τόσο στην κινητοποίηση και την εσωτερική συνοχή τους -ή «asabiyya» (έννοια κοινωνικής αλληλεγγύης με έμφαση στην ενότητα, τη συνείδηση της ομάδας και την αίσθηση του κοινού σκοπού και της κοινωνικής συνοχής), όπως θα το αποκαλούσε ο Άραβας ιστορικός και πρόδρομος της μοντέρνας ιστοριογραφίας, κοινωνιολογίας και πολιτικής οικονομίας Ιμπν Χαλντούν (Ibn Khaldun)- όσο και στις αποτυχίες των αντιπάλων τους. Τα δίκτυα πατρωνίας και διαφθοράς κυριάρχησαν στον στρατό της Συρίας, όπως και του Ιράκ και του Αφγανιστάν, καθιστώντας τον ασταθή και αναποτελεσματικό χωρίς υποστήριξη από ξένες δυνάμεις.
Αυτό, εκτός από την παραπαίουσα διακυβέρνηση του Αλ Άσαντ, η έλλειψη νομιμότητας και η αντιδημοφιλία του καθεστώτος εξασφάλισαν την ανικανότητα του συριακού στρατού να αντέξει την προέλαση καλά οργανωμένων ένοπλων ομάδων.
Για χρόνια, η συριακή αντιπολίτευση υπέφερε από κατακερματισμό και εσωτερικές διαμάχες, χάνοντας έδαφος από το καθεστώς του Άσαντ. Μετά το 2020 η σύγκρουση είχε «παγώσει», γεγονός που επέτρεψε στην αντιπολίτευση, ιδιαίτερα στο HTS, να συγκεντρωθεί και να ανασυνταχθεί.
Αυτό εξασφάλισε μια αίσθηση εσωτερικής αλληλεγγύης, την οποία ο Ιμπν Χαλντούν αναγνώρισε τον 14ο αιώνα ως το βασικό στοιχείο που έκανε μια φυλετική δύναμη αρκετά ισχυρή για να αναλάβει ολόκληρα βασίλεια, παρατηρώντας την προέλαση του Μογγόλου ηγέτη Τιμούρ, ο οποίος κατέλαβε όχι μόνο τεράστιες εκτάσεις γης στην Κεντρική Ασία, αλλά και τμήματα της Ινδίας, της Περσίας, του Ιράκ και της Ανατολίας.
Στην περίπτωση της συριακής αντιπολίτευσης, το ηθικό της τονώθηκε όχι μόνο από την εσωτερική αλληλεγγύη, αλλά και από την ιδέα ότι αγωνίζεται για την εθνική απελευθέρωση τερματίζοντας τον μισό αιώνα κυριαρχίας της οικογένειας Αλ Άσαντ, ένα γεγονός που πρέπει να θεωρηθεί ως ένα από τα σημαντικότερα πολιτικά σημεία καμπής στη σύγχρονη αραβική περιοχή από το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και τη δημιουργία του Ισραήλ το 1948.
Τα συριακά στρατεύματα των 130.000 στρατιωτών είχαν έτσι ελάχιστες πιθανότητες απέναντι στους 30.000 αντάρτες μαχητές που προήλασαν. Ο στρατός διαλύθηκε ακριβώς όπως ο αφγανικός στρατός των 300.000 ανδρών όταν αντιμετώπισε μια δύναμη 60.000 μαχητών Ταλιμπάν και ακριβώς όπως η ιρακινή δύναμη των 30.000 στρατιωτών όταν 1.500 μαχητές του ISIL (ISIS) επιτέθηκαν στη Μοσούλη.
Στην πραγματικότητα, αυτοί οι τεράστιοι αριθμοί στρατιωτών κρύβουν και μεγάλες δομικές ελλείψεις. Ο συριακός στρατός -όπως ο ιρακινός και ο αφγανικός- ήταν βυθισμένος στη διαφθορά και είχε σημαντικό πρόβλημα με τους «στρατιώτες-φαντάσματα». Μονάδες στρατού δηλαδή που διογκώνονται με πλασματικά ονόματα, έτσι ώστε οι αξιωματικοί να εισπράττουν πρόσθετους μισθούς.
Αυτή η πρακτική προέκυψε επειδή ο στρατός χρησίμευε ως ένα δίκτυο προστασίας, όπου οι θέσεις αξιωματικών απονέμονταν με βάση την πίστη και όχι τη στρατιωτική οξυδέρκεια. Αυτοί οι αξιωματικοί θα χρησιμοποιούσαν στη συνέχεια τις θέσεις τους για να αποσπάσουν πλούτο για τους εαυτούς τους, είτε μέσω αυτών των διογκωμένων καταλόγων είτε μέσω του εκβιασμού του άμαχου πληθυσμού.
Τα σενάρια της
επόμενης μέρας
Ο Χουσεΐν Αμπντούλ Χουσεΐν, ειδικός στο Ίδρυμα για την Άμυνα της Δημοκρατίας που εδρεύει στην Ουάσιγκτον, σημειώνει: «Τώρα όλοι είναι χαρούμενοι, αλλά αργά ή γρήγορα τα πράγματα θα επανέλθουν στη σκληρή πραγματικότητα όπου στη χώρα δεν υπάρχει οικονομία, δεν υπάρχει χρήμα, υπάρχουν έγκλημα, φτώχεια, εκατομμύρια πρόσφυγες που θέλουν να επιστρέψουν. Και ο φόβος μου είναι ότι ο Αμπού Μοχάμαντ Αλ-Τζουλάνι θα επιστρέψει στο σκληρό Ισλάμ του».
Ο Αλ Σαράα ή Αλ Τζουλάνι όμως έχει μια απάντηση τόσο στους σκεπτικιστές όσο και στους υποστηρικτές. «Μην κρίνετε με λόγια, αλλά με πράξεις».
Αυτό που θα συμβεί στη συνέχεια δεν θα καθορίσει μόνο το μέλλον της Συρίας, αλλά θα επηρεάσει την περιοχή της Μέσης Ανατολής και θα έχει επιπτώσεις στην αναδυόμενη παγκόσμια τάξη πραγμάτων. Οι ΗΠΑ, η ΕΕ, η Τουρκία και τα αραβικά κράτη του Κόλπου πρέπει να συνεργαστούν αμέσως με την αναδυόμενη μεταβατική κυβέρνηση και να βοηθήσουν να διασφαλιστεί ότι η νέα κατάσταση στη Συρία θα αντιπροσωπεύει έναν συνασπισμό όλων των συριακών κομμάτων και ομάδων, αποφεύγοντας την επανάληψη επώδυνων λαθών και διδαγμάτων από προηγούμενες εμπειρίες στο Ιράκ, στη Λιβύη, στην Αίγυπτο, στην Τυνησία, στην Υεμένη, στο Αφγανιστάν και αλλού.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να συνομιλήσουν με τους τρομοκράτες του HTS. Διαφορετικά η αποτυχία αναγνώρισης του ρόλου της ισλαμιστικής ομάδας Hayat Tahrir al-Sham (HTS) στην ανατροπή του Άσαντ και της δημοτικότητάς της σε ένα τμήμα της συριακής κοινωνίας θα αποξενώσει και θα ριζοσπαστικοποιήσει την ηγεσία και τους υποστηρικτές της.
(με οικογενειακή φωτο ΑΣΑΝΤ)
ΕΝΘΕΤΟ 1
Η πτώση μιας διεφθαρμένης δυναστείας
Όταν η Αίγυπτος υπέγραψε μια συνθήκη ειρήνης με το Ισραήλ το 1979, τότε ο Σύρος πρόεδρος Χαφέζ Αλ Άσαντ -ο πατέρας του Μπασάρ- εγκατέλειψε τις αραβικές στρατιωτικές συμμαχίες και ανέπτυξε μονομερώς μια τεράστια στρατιωτική δύναμη.
Η Σοβιετική Ένωση του προμήθευσε άρματα μάχης, πυροβολικό και πολεμικά αεροσκάφη, καθώς και βαλλιστικούς πυραύλους Scud για να αποτρέψει αυτό που θεωρούσε ως τον κύριο εχθρό του στην περιοχή – το Ισραήλ. Η Συρία ανέπτυξε επίσης ένα πρόγραμμα χημικών όπλων για να μπορεί να αντιμετωπίσει το ισραηλινό πυρηνικό πρόγραμμα.
Ωστόσο, αυτά τα όπλα δεν χρησιμοποιήθηκαν ποτέ σε συμβατικό πόλεμο κατά του ισραηλινού στρατού. Αυτή η τεράστια στρατιωτική δύναμη τελικά χρησιμοποιήθηκε κατά του πληθυσμού της Συρίας – πρώτα υπό την κυριαρχία του Χαφέζ κατά τη διάρκεια της εξέγερσης της Χάμα και στη συνέχεια υπό την κυριαρχία του Μπασάρ κατά τη συριακή επανάσταση το 2011. Τα όπλα που είχαν σχεδιαστεί για να προκαλέσουν σοβαρές ζημιές στον ισραηλινό στρατό στράφηκαν εναντίον Σύρων αμάχων σε έναν εμφύλιο αδελφοκτόνο πόλεμο.
Όταν η σφαγή του συριακού λαού από τον στρατό προκάλεσε μαζική λιποταξία που του κόστισε τους μισούς αξιωματικούς και στρατιώτες του, το καθεστώς Αλ Άσαντ προσπάθησε να εισαγάγει ξένες δυνάμεις για να πολεμήσει για λογαριασμό του. Οι Λιβανέζοι μαχητές της Χεζμπολάχ και οι Ρώσοι μαχητές της μισθοφορικής ομάδας Wagner ενώθηκαν με διάφορες ένοπλες ομάδες που υποστηρίζονταν από το Ιράν και κάποιες τακτικές ρωσικές δυνάμεις που στρατοπέδευαν στον ρωσικό ναύσταθμο της Ταρτούς και στην αεροπορική βάση στην παράκτια πόλη Λαττάκεια.
Ενώ αυτές οι ξένες δυνάμεις κατάφεραν να απωθήσουν τις δυνάμεις των ανταρτών και να εξασφαλίσουν το καθεστώς Αλ Άσαντ, ο τελευταίος έκανε το μοιραίο λάθος να πιστέψει ότι θα μπορούσε να βασιλέψει για πάντα κάνοντας χρήση της ωμής βίας. Δεν έκανε σχεδόν τίποτα στην προσπάθεια να ανακτήσει τη νομιμότητα προσφέροντας χρηστή διακυβέρνηση στον λαό του. Παρείχε λίγες υπηρεσίες και σχεδόν καθόλου ασφάλεια, καθώς η συριακή οικονομία συνέχιζε την ελεύθερη πτώση της και το βιοτικό επίπεδο έπεφτε κατακόρυφα.
Ο συριακός στρατός μετά τη διεξαγωγή ενός δεκαετούς εμφυλίου πολέμου δεν φαινόταν πλέον διατεθειμένος να διεξαγάγει ακόμη έναν πόλεμο το 2024. Και καθώς οι ξένες δυνάμεις δεν ήταν πλέον κοντά για να πολεμήσουν για λογαριασμό του Αλ Άσαντ, τα συριακά στρατεύματα αποχωρούσαν από τη μια πόλη μετά την άλλη έως ότου οι αντάρτες κατέλαβαν τη Δαμασκό. Ο στρατός εξαφανίστηκε καθώς οι στρατιώτες του πέταξαν τις στρατιωτικές στολές τους σε κάδους σκουπιδιών και φόρεσαν πολιτικά ρούχα.
Στη Συρία τώρα πολλοί γιορτάζουν δικαίως την ανατροπή του Αλ Άσαντ, αλλά υπάρχουν και πολλοί άλλοι που αναρωτιούνται τι θα συμβεί στη συνέχεια, δεδομένης της εμπλοκής διαφόρων τοπικών και εξωτερικών δυνάμεων στη Συρία. Ο συριακός λαός επιθυμεί μια αξιοπρεπή ζωή, να του φέρονται με σεβασμό και να τον ακούνε, αλλά κανείς δεν γνωρίζει αν οι πρώην συνεργάτες και σύντροφοι του Ισλαμικού Κράτους και της Αλ Κάιντα αντάρτες της Hayat Tahrir al-Sham (HTS) μπορούν να φέρουν μια νέα και σταθερή τάξη στη χώρα τους ή το Ισλαμικό Κράτος θα προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει αυτή την περίοδο για να πάρει την εξουσία στη Συρία, όπως το 2014 που σάρωσε μεγάλες περιοχές της Συρίας και του Ιράκ και ίδρυσε ένα ισλαμικό χαλιφάτο, προτού εκδιωχθεί από τον συνασπισμό υπό την ηγεσία των ΗΠΑ μέχρι το 2019.
Η Συρία υπό τους Άσαντ δεν ήταν ούτε μοναδική ούτε έργο λίγων ντόπιων δυναστών. Το καθεστώς του Αλ Άσαντ ήταν η πιο μακροχρόνια αυταρχική κυβέρνηση με στρατιωτική βάση, υποστηριζόμενη από περιφερειακές και μεγάλες δυνάμεις που κυριάρχησε στην αραβική περιοχή, η οποία κατέστρεψε τον λαό, την οικονομία και την εθνική της ακεραιότητα, στηριζόμενο στη στρατιωτική και την αστυνομική βαρβαρότητα, στις μαζικές φυλακίσεις, στα βασανιστήρια και στον θάνατο, καθώς και στον συγκεντρωτικό οικονομικό σχεδιασμό που γεννά διαφθορά μεταξύ των ελίτ και βαθιές ανισότητες ποιότητας ζωής σε ολόκληρη τη χώρα.
(ΜΕ ΦΩΤΟ jawlani-)
ΕΝΘΕΤΟ 2
Το άστρο του Αμπού
Μοχάμαντ αλ-Τζουλάνι
Το πρωί της περασμένης Κυριακής ένας γενειοφόρος 42χρονος άνδρας φορώντας μια απλή, πράσινη στρατιωτική στολή μπήκε στο τέμενος των Ομαγιάδων στη Δαμασκό και απευθύνθηκε στο συριακό έθνος αλλά και στον κόσμο ολόκληρο.
Με φόντο τις αστραφτερές διακοσμήσεις του τζαμιού, ο Αμπού Μοχάμαντ αλ-Τζουλάνι περιέγραψε την πτώση της δυναστείας του Άσαντ ως «μια νίκη για το ισλαμικό έθνος» και κάλεσε για προβληματισμό και προσευχή.
«Έφυγα από αυτή τη γη πριν από περισσότερα από 20 χρόνια και η καρδιά μου λαχταρούσε αυτή τη στιγμή», είπε. «Καθίστε ήσυχα, αδέλφια μου, και θυμηθείτε τον Παντοδύναμο Θεό».
Ο άνθρωπος που πολέμησε Αμερικανούς στρατιώτες στο Ιράκ μαζί με τους αντάρτες τζιχαντιστές μεταξύ 2003 και 2006, και στη συνέχεια φυλακίστηκε εκεί για πέντε χρόνια σε στρατόπεδα κράτησης, μέχρι να επιστρέψει στη Συρία το 2011 για να παίξει σημαντικό ρόλο στις εκστρατείες τόσο του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ), όσο και στη συνέχεια της Αλ Κάιντα, έχοντας χαρακτηριστεί τρομοκράτης, έρχεται να δηλώσει ότι η μετάβασή του από τον τζιχαντιστικό εξτρεμισμό σε κάτι πιο μετριοπαθές είναι γνήσια.
Βέβαια, με δεδομένο πως πρόσφατα δήλωσε ότι δεν μετάνιωσε που γιόρτασε την επίθεση της Αλ Κάιντα το 2001 στις ΗΠΑ, λίγοι πιστεύουν ότι ο νέος ηγέτης της Συρίας έχει ειλικρινά απορρίψει το όραμα των σκληροπυρηνικών για μια παγκόσμια εκστρατεία εναντίον των δυτικών δυνάμεων, και ότι ο Αχμέντ Χουσεΐν αλ-Σαράα (όπως είναι το πραγματικό του όνομα, καθώς Αμπού Μοχάμαντ αλ-Τζουλάνι είναι ένα nom de guerre -πολεμικό όνομα- που διατυπώθηκε σύμφωνα με τη σύμβαση των τζιχαντιστών μαχητών που αναζητούσαν νέες ταυτότητες που παραπέμπουν στην ιστορική μουσουλμανική δόξα και προσφέρουν την ασπίδα της ανωνυμίας) ενδιαφέρεται αποκλειστικά για την ευημερία της Συρίας και των κακοποιημένων, τραυματισμένων, ταλαιπωρημένων ανθρώπων της.
Οι προκλήσεις θα είναι τεράστιες, και όντως πολλοί αναλυτές δεν αμφιβάλλουν πως θα εφαρμόσει μια σκληρή ισλαμιστική πολιτική ανάλογη με αυτήν του κράτους των Ταλιμπάν.
Όσοι παρακολούθησαν μέρα προς μέρα την πορεία της ισλαμιστικής ομάδας Hayat Tahrir al-Sham (HTS) από το Χαλέπι έως τη Δαμασκό, σίγουρα θα παρατήρησαν τη συνεχή παρουσία της «σημαίας των τζιχαντιστών» δίπλα στη σημαία της συριακής επανάστασης.

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ