Στο πλευρό του Γιάνη Βαρουφάκη, στον «πόλεμο» μεταξύ εκείνου και της κυβέρνησης, στέκεται ο Αμερικανός οικονομολόγος Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ, με άρθρο του στην ιστοσελίδα Diem 25 του πρώην ΥΠΟΙΚ, το οποίο προσπάθησε να αμβλύνει τις αντιδράσεις που υπήρξαν μετά τις αποκαλύψεις που κάνει στο βιβλίο του για το Σχέδιο Β (ή Σχέδιο Χ) σε περίπτωση εξόδου από το ευρώ, τονίζοντας ότι επρόκειτο για «αμυντικό πλάνο», σε περίπτωση δηλαδή που οι Ευρωπαίοι εξωθούσαν την Ελλάδα εκτός ευρώ.
Όπως αποκαλύπτει ο κ. Γκάλμπρεϊθ, η προετοιμασία του Σχεδίου Β (ή Σχεδίου Χ) για μετάβαση σε νέο νόμισμα ήταν κατ’ εντολή του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, «σε περίπτωση που η Ελλάδα εξαναγκαζόταν να εγκαταλείψει το ευρώ».
«Ήταν τον Μάρτιο του 2015 όταν ο Γιάνης Βαρουφάκης ζήτησε τη συνδρομή του σε ένα “εύθραυστο εγχείρημα”» γράφει χαρακτηριστικά στην ιστοσελίδα Diem 25 ο κ. Γκάλμπρεϊθ. Επρόκειτο, συμπληρώνει για «την προετοιμασία ενός προκαταρκτικού έκτακτου σχεδίου, κατ’ εντολή του πρωθυπουργού, σε περίπτωση που η Ελλάδα εξαναγκαζόταν να εγκαταλείψει το ευρώ».
Ο κ. Γκάλμπρεϊθ σημειώνει ότι «αναγκαστικά θα έπρεπε να προετοιμαστούν για το χειρότερο» καθώς ναι μεν ήταν αναμενόμενο ότι τα γεγονότα θα κορυφώνονταν στο τέλος Ιουνίου, ωστόσο ήταν ακόμα άγνωστο τι μορφή θα έπαιρνε αυτή η κλιμάκωση.
«Ήταν απαραίτητο να προετοιμαστούμε για το χειρότερο. Μαζί με μια μικρή ομάδα εργαστήκαμε για περίπου έξι εβδομάδες πάνω στο σχέδιο αυτό και καταθέσαμε ένα υπόμνημα με την ονομασία “Plan Χ”, τις πρώτες ημέρες του Μαΐου», εξηγεί ο καθηγητής και συνεχίζει: «Η δουλειά μας επικεντρώθηκε στην οικονομική και νομική εξειδίκευση των μελών της ομάδας, την ακαδημαϊκή βιβλιογραφία για τη μετάβαση σε ένα άλλο νόμισμα, τις ιδιωτικές συζητήσεις με έμπιστους ειδικούς αλλά και τη συγκέντρωση πληροφοριών για την οικονομική και κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα».
Όπως προσθέτει ο Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ «στόχος ήταν η δημιουργία ενός περιγράμματος μέτρων που θα έπρεπε να ληφθούν αλλά και των προβλημάτων που θα προέκυπταν».
«Είχαμε πλήρη επίγνωση των δυσκολιών που η Ελλάδα θα αντιμετώπιζε αν αναγκαζόταν να βγει από το ευρώ αλλά και των κινδύνων που θα ακολουθούσαν αν γινόταν γνωστό το σχέδιο μας. Αυτός ήταν και ο λόγος που δουλέψαμε όσο το δυνατόν πιο διακριτικά και κυρίως μακριά από την Αθήνα», τονίζει.
«Η ευρύτερη ελληνική κυβέρνηση – έξω από το υπουργείο Οικονομικών αλλά και μέσα σε αυτό- δεν είχε εμπλακεί σε αυτό το εγχείρημα» διευκρινίζει ο Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ.
Στη συνέχεια, ο κ. Γκάλμπρεϊθ περιγράφει τα θέματα που θα προέκυπταν σε περίπτωση μιας αναγκαστικής εξόδου από την ευρωζώνη.
Αυτά ήταν μεταξύ άλλων «η νομική σχέση με την ΕΕ, η δημιουργία και διαχείριση μιας νέας κεντρικής τράπεζας, μια πιθανή εξωτερική βοήθεια για το νέο νόμισμα και η χρήση των καταθέσεων στις τράπεζες και του ιδιωτικού χρέους για τη διατήρηση βασικών αγαθών όπως τρόφιμα, καύσιμα και φάρμακα».
Ο ίδιος αναγνωρίζει ότι δεν ήταν εφικτό να υπολογιστούν με ακρίβεια όλες οι παράμετροι του εγχειρήματος στον επιθυμητό βαθμό, καθώς οι δυνατότητες ήταν περιορισμένες. «Δεν ήταν ο στόχος μας να κάνουμε συστάσεις και για αυτό δεν κάναμε καμία. Προετοιμαζόμασταν για ένα σενάριο που όλοι ελπίζαμε ότι θα αποφεύγαμε», λέει χαρακτηριστικά.
Αναφορικά με την κατάληξη του σχεδίου, και τις συνομιλίες ανάμεσα στον τότε υπουργό Οικονομικών, Γιάνη Βαρουφάκη, και τον Αλέξη Τσίπρα, γράφει ότι ο τελευταίος ήταν εκείνος που έλαβε την απόφαση.
«Στο τέλος ο Γιάνης Βαρουφάκης συζήτησε το περιεχόμενο της δουλειάς που είχαμε κάνει, με τον πρωθυπουργό, και εκείνος, όπως όλοι γνωρίζουν, πήρε την τελική απόφαση. Αυτή ήταν μια απόφαση που εναπόκειτο στον πρωθυπουργό», περιγράφει και καταλήγει λέγοντας ότι ο ίδιος έφυγε από την Ελλάδα στις 7 Ιουλίου με ανάμεικτα συναισθήματα.
«Από τη μια μεριά ευχόμουν για ένα καλύτερο αποτέλεσμα για τον ελληνικό λαό, για μια ισχυρότερη ώθηση από τους φίλους της Ελλάδας και για λίγη ευελιξία από τους πιστωτές, κάτι που δεν συνέβη ποτέ. Από την άλλη πλευρά ένιωθα χαρούμενος που προσέφερα τις υπηρεσίες μου για έναν καλό σκοπό έχοντας τη βεβαιότητα ότι ο φίλος μου, Γιάνης Βαρουφάκης, είχε φέρει εις πέρας με άριστο τρόπο τα καθήκοντά του», καταλήγει.
Διαβάστε ολόκληρο το άρθρο του Τζέιμς Γκάλμπρεϊθ:
«Οι οικογενειακοί δεσμοί με την Ελλάδα πάνε πίσω μέχρι τη φιλία του πατέρα μου με τον Ανδρέα Παπανδρέου, συνάδελφοι καθηγητές οικονομικών στις ΗΠΑ τη δεκαετία του 50. Το 2010 έφτασα στην Αθήνα προς ηθική υποστήριξη στις δύσκολες ώρες για τον Γιώργο Παπανδρέου που τότε μόλις είχε εκλεγεί. Συνάντησα τον Γιάνη Βαρουφάκη το 2011 και τον βοήθησα να κανονίσει την διετή παραμονή του στο Πανεπιστήμιο του Τέξας στο Όστιν από το 2013. Σε αυτό το διάστημα επίσης έκανα τις πρώτες φιλικές επαφές με τον Αλέξη Τσίπρα και άλλα μέλη του κύκλου του. Αυτές οι διασυνδέσεις και η βαθιά μου ανησυχία για το αποτέλεσμα της ελληνικής κρίσης στην Ευρώπη και στον κόσμο τελικά με οδήγησε στο να εμπλακώ -ως εθελοντής και φίλος- με το υπουργείο Οικονομικών από τις αρχές του Φεβρουαρίου του 2015 έως και τον Ιούλιο του ίδιου έτους.
Γνωρίζαμε από την αρχή ότι η επερχόμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ αντιμετώπιζε την πιο δύσκολη πρόκληση: Να πείσει τους αδιάλλακτους Θεσμούς, τους εχθρικούς υπουργούς Οικονομικών και τους επιφυλακτικούς επικεφαλής των κρατών να τροποποιήσουν το αποτυχημένο οικονομικό πρόγραμμα που είχε επιβληθεί με στόχο από την πρώτη στιγμή όχι να βοηθήσει την ελληνική οικονομία αλλά να σώσει τις Γαλλικές και τις Γερμανικές τράπεζες. Η αποστολή του υπουργείου Οικονομικών ήταν ως εκ τούτου διπλωματική και πολιτική και ο δικός μου ρόλος ήταν, κυρίως, να γράφω και να μιλάω στον διεθνή Τύπο προκειμένου να κρατήσω καλά ενημερωμένους τους συμπαθούντες στις Ηνωμένες Πολιτείες και όπου αλλού.
Το βιβλίο μου «Welcome to the Poisoned Chalice» (Καλωσήρθατε στο δηλητηριασμένο δισκοπότηρο) -Εκδόσεις Yale, 2016- αποτελεί μια συλλογή των γραπτών μου, των συνεντεύξεων και των ομιλιών μου στην Ελλάδα από το 2010 μέχρι το καλοκαίρι του 2015. Τα περισσότερα από αυτά τα κείμενα δημοσιεύτηκαν αυτή την περίοδο. Όλα τα κείμενα μαζί μεταφέρουν τη γεύση του ΣΥΡΙΖΑ τους πρώτους μήνες όπως τους έζησα μαζί με την κρίση μου σχετικά με την οικονομική και πολιτική κατάσταση που διαμορφώθηκε.
Όπως γράφω και στο βιβλίο μου τον Μάρτιο του 2015 ο Γιάνης Βαρουφάκης με ρώτησε αν θα ήθελα να βοηθήσω για μια πολύ «λεπτή» εργασία. Αυτή ήταν η προετοιμασία ενός πρωταρχικού σχεδίου -που ζητήθηκε από τον Πρωθυπουργό- για την περίπτωση που η Ελλάδα αναγκαζόταν να βγει από το ευρώ. Όλοι γνωρίζαμε ότι τα γεγονότα θα κλιμακώνονταν προς το τέλος του Ιουνίου. Αυτό που δεν γνωρίζαμε -και δεν μπορούσαμε να γνωρίζουμε- ποια ακριβώς μορφή θα έπαιρνε αυτή η κλιμάκωση. Ήταν υποχρεωτικό να προετοιμαστούμε για το χειρότερο. Μαζί με μια μικρή ομάδα ανθρώπων δούλεψα για περίπου έξι εβδομάδες σε αυτό το σχέδιο και στο τέλος κατέθεσε ένα μνημόνιο: το «μνημόνιο Σχέδιο X» στις πρώτες ημέρες του Μαΐου.
Η δουλειά μας επικεντρώθηκε στην οικονομική και νομική εμπειρία της ομάδας, στην ακαδημαϊκή βιβλιογραφία για τη μετάβαση νομίσματος, σε μερικές περιορισμένες απόρρητες συζητήσεις με έμπιστους εμπειρογνώμονες και στην γνώση μας επί της ελληνικής οικονομίας και της κοινωνικής κατάστασης. Ελπίζαμε να παρέχουμε ένα περίγραμμα μέτρων που ενδεχόμενα θα έπρεπε να ληφθούν και λύσεις στα προβλήματα που θα μπορούσαν να προκύψουν. Είχαμε πλήρη επίγνωση των δυσκολιών που θα αντιμετώπιζε η Ελλάδα αν εξαναγκαζόταν να εγκαταλείψει το ευρώ και επίσης των κινδύνων που θα ακολουθούσαν αν η εργασία μας γινόταν γνωστή. Για αυτούς τους λόγους εργαστήκαμε αθόρυβα, κυρίως εκτός Αθηνών. Το μεγαλύτερο μέρος της κυβέρνησης έξω -ή ακόμα και στο εσωτερικό- του υπουργείου Οικονομικών δεν συμμετείχε.
Τα ζητήματα που σχετίζονται με μια αναγκαστική έξοδο από το ευρώ ήταν τρομακτικά: κυμαίνονταν από την έννομη σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, τη δημιουργία και τη διαχείριση μιας νέας Κεντρικής Τράπεζας, τους μηχανισμούς για την παροχή αξιόπιστης ρευστότητας σε σύντομο χρονικό διάστημα και την πιθανή υποστήριξη για ένα νέο νόμισμα, την μετατροπή των τραπεζικών αποθεματικών και του ιδιωτικού χρέους και στην σημαντικό προγραμματισμό για την διατήρηση των προμηθειών πρώτης ανάγκης, όπως τροφίμων, καυσίμων και φαρμάκων. Δεν γνωρίζαμε πως το ελληνικό πολιτικό σύστημα και η κοινωνία θα αντιδρούσε. Η δουλειά μας ήταν να αξιολογήσουμε αυτές τις εκτιμήσεις στο βαθμό που μπορούσαμε -που ήταν συχνά περιορισμένος. Η αποστολή μας δεν ήταν να κάνουμε συστάσεις και δεν κάναμε καμία, προετοιμάζαμε ένα σενάριο που όλοι μας ελπίζαμε να αποφευχθεί.
Στο τέλος της ημέρας ο υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης, συζήτησε τα αποτελέσματα του έργου μας με τον Πρωθυπουργό και αυτός πήρε τις αποφάσεις που όλοι γνωρίζουμε. Αυτή ήταν απόφαση που έπρεπε να πάρει ο Πρωθυπουργός. Έφυγα από την Ελλάδα στις 7 Ιουλίου με ανάμικτα συναισθήματα. Από τη μια πλευρά ευχόμουν να υπήρχαν καλύτερα αποτελέσματα για τον ελληνικό λαό, ευχόμουν να υπήρχε μια ισχυρότερη ώθηση από τους φίλους της Ελλάδας και να υπήρχε μεγαλύτερη ευελιξία από τους πιστωτές που δεν διαφάνηκε ποτέ. Από την άλλη πλευρά ένιωθα ικανοποιημένος για τις υπηρεσίες που προσέφερα για έναν καλό σκοπό και για την εμπιστοσύνη στην κρίση του φίλου μου, υπουργού Οικονομικών, Γιάνη Βαρουφάκη που διεκπεραίωσε όλες τις ευθύνες του εξαιρετικά».