Τρίτη 5 Νοεμβρίου 2024

Go back, κυρία Μέρκελ!

Έπειτα από 16 χρόνια στην καγκελαρία (2005-2021), η -67χρονη πια – Άνγκελα Μέρκελ αποχωρεί από την ηγεσία της Ομοσπονδιακής Γερμανίας, του επονομαζόμενου και διευθυντηρίου της Ευρώπης. Η «πιο ισχυρή γυναίκα στον κόσμο» για συνολικά 14 χρόνια (από το 2006 έως και το 2009, και από το 2011 έως και το 2020), σύμφωνα με το περιοδικό «Forbes», η «γυναίκα που διαμόρφωσε μια ολόκληρη γενιά», σύμφωνα με τους «Financial Times», αποχωρεί, και το μετα-Μέρκελ πολιτικό σκηνικό που αλλάζει σε Γερμανία και Ευρώπη γίνεται το μεγαλύτερο θέμα συζήτησης σχεδόν σε όλα τα κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Tου ΝΙΚΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΑ∆Η


Η απερχόμενη καγκελάριος θυμήθηκε ότι η πιο δύσκολη στιγμή της θητείας της ήταν όταν ζήτησε πολλά από τους Έλληνες πολίτες


H Μέρκελ παρέμεινε ακλόνητη στην πρώτη γραμμή της ευρωπαϊκής πολιτικής για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα από κάθε άλλον και η Ιστορία θα γράψει -παρά τις ενστάσεις- πως αντεπεξήλθε σε όλες τις μεγάλες προκλήσεις που έβρισκε στο διάβα της όχι μόνο ως καγκελάριος της Γερμανίας αλλά και ως η de facto ηγέτιδα της Γηραιάς Ηπείρου.

Από εκείνη την πρώτη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωζώνης τον Οκτώβριο του 2008 στο Παρίσι, η μόνη που πρωταγωνιστεί ακόμη στην κεντρική σκηνή είναι η Άνγκελα Μέρκελ, η μοναδική γυναίκα ανάμεσα στους πολλούς άνδρες εκείνης της Συνόδου, καθώς ο Σαρκοζί, ο Μπερλουσκόνι, ο Θαπατέρο, ο Μπαρόζο και ο Γιούνκερ έχουν εξαφανιστεί από τα πολιτικά δρώμενα.

Η πορεία της Μέρκελ αναντίρρητα εντυπωσιάζει. Μοιάζει με ένα μυθιστόρημα που ξεδιπλώνει την ιστορία μιας φαινομενικά «απλής» γυναίκας, της Άνγκελα ∆ωροθέας Κάσνερ (Ούλριχ Μέρκελ ονομαζόταν ο άνδρας με τον οποίο ήταν παντρεμένη για ένα διάστημα τη δεκαετία του 1980) από την πρώην κομμουνιστική Ανατολική Γερμανία, κόρης ενός πάστορα με πολωνικές ρίζες, που ξεκίνησε σπουδάζοντας Φυσικοχημεία μέσα σε ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον και ξαφνικά αποφάσισε να μπει στον πολιτικό στίβο σε ηλικία 35 ετών, εντάσσοντας τον εαυτό της στην κεντροδεξιά οργάνωση Demokratischer Aufbruch, που θα ενωνόταν αργότερα με το CDU, για να καταλήξει -χρόνια μετά- να θεωρείται η «μητερούλα» όλων των Γερμανών, έχοντας παραμερίσει (ή «φάει» επί το λαϊκότερον) μια «στρατιά» από ισχυρούς άνδρες πολιτικούς για να μπορέσει να φτάσει εκεί όπου έφτασε.

Απόδειξη ότι η απερχόμενη καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ χαίρει μεγάλης εκτίμησης και πως θα υπήρχαν περισσότερες συγκρούσεις στον κόσμο αν δεν βρισκόταν εκείνη στην εξουσία είναι η πρόσφατη δημοσκόπηση, η οποία διενεργήθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ∆ιεθνών Σχέσεων (ECFR) και δείχνει ότι αρκετά πάνω από το ένα τρίτο των Ευρωπαίων τάσσεται υπέρ της ενίσχυσης της ηγετικής θέσης της Γερμανίας εντός της ΕΕ, θεωρώντας τη Μέρκελ «αρχιτέκτονα» αυτής της κατάστασης.

Το 36% των ερωτηθέντων απάντησε ότι εμπιστεύεται τη Γερμανία για την οικονομική και χρηματοπιστωτική πολιτική και το 35% ότι την εμπιστεύεται για την προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Η ίδια η Μέρκελ εξακολουθεί να χαίρει εμπιστοσύνης παρά την προώθηση από πλευράς της μέτρων λιτότητας στον απόηχο της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008 και τους χειρισμούς της στη μεταναστευτική κρίση του 2015, και η έκθεση δείχνει ότι οι πολίτες της ΕΕ θεωρούν ότι αν η Μέρκελ δεν ήταν καγκελάριος θα υπήρχαν περισσότερες διεθνείς συγκρούσεις.

Επίσης, η Μέρκελ εμφανίζεται ως πολύ πιθανή υποψήφια για την προεδρία της ΕΕ στο μέλλον, καθώς θεωρείται μια ενωτική δύναμη.

Οι εκλογές

Όμως, η κυρία Μέρκελ είναι ένα κεφάλαιο της Ευρώπης που μένει πια πίσω, αν και η Ιστορία διδάσκει πως θα παραμείνει στη θέση της τουλάχιστον μέχρι και τον ∆εκέμβριο, έως ότου δηλαδή ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις των πολιτικών δυνάμεων για να προχωρήσουν στον σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας, από τις εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου. Εάν οι διαπραγματεύσεις κρατήσουν έως και τις 17 ∆εκεμβρίου (τουλάχιστον), τότε η Μέρκελ θα έχει μείνει στην Ιστορία ως η μακροβιότερη καγκελάριος στα γερμανικά χρονικά (πάνω από τον Χέλμουτ Κολ και κάτω μόνο από τον Ότο φον Μπίσμαρκ). Όσο για το τι θα κάνει η Άνγκελα Μέρκελ μετά την αποχώρησή της από την πολιτική, η ίδια πρόσφατα έλεγε ότι χρειάζεται «ένα διάλειμμα», με περισσότερο χρόνο για διάβασμα, για περισυλλογή, για «ό,τι με ευχαριστεί», ενώ σε παλαιότερη κομματική εκδήλωση είχε αποκαλύψει ότι ονειρεύεται να κάνει δύο μεγάλα ταξίδια: στα Ρόκι Μάουντενς, τη μεγαλύτερη οροσειρά της Βορείου Αμερικής, αλλά και στη Ρωσία με τον υπερσιβηρικό σιδηρόδρομο.
Η Γερμανία εδώ και 16 χρόνια απέδειξε πως μπορεί να χειρίζεται με σχετική επιτυχία θέματα εξωτερικής πολιτικής, διεθνούς οικονομικής συνεργασίας και εμπορικών συναλλαγών της χώρας της, αλλά κατά κοινή ομολογία υστερούσε σε θέματα καθημερινότητας του πολίτη. Κι αυτό είναι το «κλειδί» για τη δυσφορία στο κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών που εντάθηκε μέσα στην πανδημία.

Η βασική κριτική στις πολιτικές της κυβέρνησης είναι και η αιτία για την πρωτοφανή πτώση των ποσοστών που, εάν επιβεβαιωθούν, θα είναι τα χαμηλότερα στη μεταπολεμική ιστορία του CDU, το οποίο έχει υποστεί μια φυσιολογική φθορά μένοντας 16 χρόνια στην εξουσία, όταν μάλιστα ξεκινά χωρίς την ακτινοβολία της Μέρκελ, με τον Άρμιν Λάσετ στο «τιμόνι» του, ο οποίος μετεωρίζεται μεταξύ της απόφασης να συνεχίσει στη ρότα ενός σύγχρονου ευρωπαϊκού κεντρώου κόμματος ή να κάνει στροφή προς τις παραδοσιακές του αξίες, που ίσως του δώσουν μελλοντικά κάποια εκλογικά οφέλη.

Από την άλλη, το SPD και ο Όλαφ Σολτς, υπουργός Οικονομικών της απερχόμενης κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού, χειρίστηκαν με σχετική επιτυχία σοβαρά ζητήματα και απέφυγαν ρήξεις, με τον Σολτς να προβάλλει αυτήν τη στιγμή ως ο καταλληλότερος αντικαταστάτης της Μέρκελ. Ένας ηγέτης συναινετικός, με καλά επεξεργασμένη την κλασική σοσιαλδημοκρατική ατζέντα σε θέματα όπως ασφαλιστικό, το συνταξιοδοτικό, η κοινωνική ασφάλιση, ζητήματα κρίσιμα για τη γερμανική κοινωνία, κάτι που θα εκτιμήσουν οι Γερμανοί ψηφοφόροι, με δεδομένο ότι από τις εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου θα προκύψει τρικομματική κυβέρνηση.

Τέλος, υπάρχουν και οι Πράσινοι, ο οποίοι ξεκίνησαν μεν με φρεσκάδα, με νέα ηγεσία, συναινετική και συμμετοχική, αλλά σε ζητήματα κοινωνικής πολιτικής η ατζέντα τους δεν είναι τόσο ολοκληρωμένη και δεν έχει το βάθος που έχει αυτή που έχουν εκπονήσει για την κλιματική αλλαγή.

Σε κάθε περίπτωση, ό,τι κι αν προκύψει, είναι βέβαιο πως ο σκληρός πυρήνας των γερμανικών συμφερόντων, που είναι η προάσπιση του κεκτημένου της ΕΕ, θα συνεχίσει να αποτελεί τη λογική μέσα από την οποία κάθε γερμανική κυβέρνηση θα διαλέγει τη στρατηγική της σε κάθε επόμενη μεγάλη κρίση.

Η κλιματική αλλαγή, οι πλημμύρες και οι φωτιές απέδειξαν πως η ανάγκη ενός νέου παραγωγικού μοντέλου για τη διατήρηση της ανταγωνιστικότητας της γερμανικής οικονομίας, που θέλει και αγωνίζεται να διατηρήσει την παγκόσμια πρωτοκαθεδρία της, παραμένει το σημαντικό διακύβευμα για τη νέα τάξη πραγμάτων στη χώρα.

Η Ελλάδα

Όσον αφορά την Ελλάδα, αυτό που διαφαίνεται, τουλάχιστον προεκλογικά για τα γερμανικά κόμματα, είναι πως όλοι οι πιθανοί εταίροι, με εξαίρεση ίσως το Κόμμα της Αριστεράς (Die Linke), είναι φιλοευρωπαϊστές, κι αυτό είναι προς όφελος της Ελλάδας. Ενδεχομένως κάποιοι τομείς των ελληνογερμανικών σχέσεων να μεταβληθούν, ειδικά σε επίπεδο ρητορικής, και να έχουμε μια πιο καλή εικόνα με το SPD και τους Πράσινους, που στο παρελθόν υπήρξαν σταθερά υποστηρικτές της Ελλάδας τις κρίσιμες χρονιές του 2011 και του 2012, αλλά σίγουρα δεν θα πρέπει να περιμένουμε κάτι το συνταρακτικό.

Οι εκλογές της 26ης Σεπτεμβρίου, λοιπόν, από κάθε άποψη αποτελούν σταθμό, με τις προσδοκίες των Γερμανών ανεξαρτήτως πολιτικού προσανατολισμού να είναι μεγάλες, αλλά θα ήταν φρόνιμο να σκέπτεται κανείς ότι στη Γερμανία πρόκειται να διεξαχθούν απλώς και μόνο εκλογές. ∆εν αναμένεται ανατροπή της γερμανικής τάξης πραγμάτων, η οποία χαρακτηρίζεται από εντυπωσιακή σταθερότητα. Κάποιες αλλαγές θα υπάρξουν ασφαλώς, αλλά όχι τόσο σοβαρές ώστε να μεταβάλουν σημαντικά την πολιτική αυτής της χώρας.
Αυτό που πολλοί πιστεύουν και περιμένουν να δουν είναι πως η αλλαγή στην καγκελαρία θα επιτρέψει στον Εμανουέλ Μακρόν και στη Γαλλία να διεκδικήσουν πλέον τον πρώτο ρόλο στην ΕΕ, όπως πάντα επιθυμούσαν. Ούτως ή άλλως έχει επιχειρηθεί και κατά το παρελθόν, με τη Γαλλία να προωθεί τα οράματά της περί της μελλοντικής πορείας της Ευρώπης ή προβάλλοντας την ιδέα της ευρωπαϊκής άμυνας, αυξάνοντας τη στρατιωτική παρουσία της Γαλλίας στην Ανατολική Μεσόγειο.

Λιτότητα

Εµείς ως Έλληνες, αν θα θέλαµε να θυµηθούµε αυτά τα 16 χρόνια της Μέρκελ στην καγκελαρία, αναπόφευκτα θα τη συνδέσουµε µε τη σκληρή, ανελέητη λιτότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την προσφυγική κρίση του 2015 και την κρίση στην Ευρωζώνη (που παραλίγο να «πετάξει» την Ελλάδα από το κοινό νόµισµα), µε την έξοδο της Μεγάλης Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και την έκρηξη της ισλαµιστικής τροµοκρατίας (ISIS, Daesh), όπως και µε τη µεταµόρφωση του Τούρκου ηγέτη Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν (που ξεκίνησε ως µετριοπαθής φίλος της γερµανικής Χριστιανοδηµοκρατίας προτού καταλήξει ισλαµο-εθνικιστικής wannabe σουλτάνος που τα θέλει όλα δικά του και εκβιάζει για να τα αποκτήσει), και τέλος µε την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη. Όχι και τόσο αξιοζήλευτες περγαµηνές θα µπορούσε να πει κανείς.

Όµως για τους Γερµανούς και για πολλούς άλλους, όπως αποδεικνύεται, η Άνγκελα Μέρκελ υπήρξε η ηγέτιδα, που εγγυήθηκε και πάλεψε για τη σταθερότητα µέσα σε έναν ολοένα και πιο ασταθή κόσµο που άλλαζε και αλλάζει ακόµη.
Οι φίλοι της θα της πιστώσουν την παραµονή της Ελλάδας στο ευρώ (εκείνο το «εάν πέσει το ευρώ, πέφτει και η Ευρώπη» που φέρεται να είπε ενάντια σε όσα προωθούσε τότε ο άλλος «άσπονδος» φίλος της Ελλάδας, Βόλφγκανγκ Σόιµπλε), αλλά και την ανθρωπιστική διαχείριση του προσφυγικού, που φτάνουν για ορισµένους ώστε να της δώσουν «συγχωροχάρτι» για τα δεινά ενός λαού που επί 10 ολόκληρα χρόνια στέναξε κάτω από τη σκληρή δηµοσιονοµική πολιτική των επικυρίαρχων Γερµανών (γιατί αυτό συνέβη στην πραγµατικότητα).

Όταν µάλιστα εκείνη ρωτήθηκε πρόσφατα ποια ήταν η πιο δύσκολη στιγµή της 16ετούς θητείας στην καγκελαρία, απάντησε: «Κατά την κρίση του ευρώ, όταν ζήτησα τόσο πολλά από τους πολίτες της Ελλάδας». Αυτό είναι το αφήγηµα µιας µεταχρονολογηµένης συγγνώµης για όσα ζήσαµε και δεν ξεχάσαµε στα «πέτρινα χρόνια» των µνηµονίων, µε τις εικόνες των Ελλήνων να τρέφονται από τους κάδους των σκουπιδιών. Είναι λοιπόν προτιµότερο να θεωρήσουµε πως η κυρία Μέρκελ ως πολιτικός έχει και έναν µύθο να… συντηρήσει, τον δικό της, που έχει να κάνει και µε το πώς θα ήθελε η ίδια να τη θυµούνται και όχι όπως φυσικά τη θυµόµαστε εµείς.

Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί

 

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Βόρεια Ιρλανδία: Δύο συλλήψεις στο πλαίσιο της έρευνας για τη δολοφονία της Λάιρα ΜακΚι

Κίνα: Σε lockdown η πόλη Χαρμπίν

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ