Ήταν βράδυ Παρασκευής, η πρεμιέρα πλησίαζε και η Γωγώ Τσαμπά, αντί να ετοιμάζεται, μου είχε κάνει τη χάρη να καθίσει μαζί μου σε ένα καμαρίνι, στο βάθος της αίθουσας, περιμένοντας να ακούσει τις ερωτήσεις μου.
Προλάβαμε να πούμε για τα πανηγύρια και τον πρώτο της δίσκο, τον Παναθηναϊκό, τον Γιώργο Μάγκα και την Κατερίνα Στανίση, για τη συνεργασία της με τον Κραουνάκη, αλλά και για τις δηλώσεις που είχε κάνει παλιότερα κατά της ομοφοβίας, δηλώσεις που είχαν κάνει ιδιαίτερη αίσθηση.
Αλλά πρώτα από όλα, είπαμε για εκείνα τα καλοκαιρινά γλέντια που γίνονται μακριά απ’ την Αθήνα, σε κρυμμένα χωριά και τόπους, που οι άνθρωποι περιμένουν έναν ολόκληρο χρόνο για να διασκεδάσουν. Και που σ’ αυτά οφείλει τη σημερινή της επιτυχία.
Μπορείς να μου πεις το πιο άβολο περιστατικό που σου έχει συμβεί σε πανηγύρι;
Το πιο άβολο και στενάχωρο πράγμα είναι το να χαλάσει ένα πανηγύρι από καυγά. Και το ‘χω δει πολλές φορές
Θυμάμαι μια βραδιά που έχω 3.000 κόσμο, μάλωσαν, και τον λόγο που παρεξηγηθήκανε δεν τον κατάλαβα ποτέ. Βέβαια, όπου υπάρχει ποτό σίγουρα υπάρχει και φωτιά. Και φυσικά δεν φταίει ποτέ μόνο ο ένας, ο καυγάς είναι πάντα διπλός.
Αλλά όταν έχει έρθει τόσος κόσμος κι έχει στερηθεί κιόλας για να σε ακούσει και να περάσει καλά -γιατί για κάποιους μπορεί να είναι και η μοναδική τους διασκέδαση και όλο τον χρόνο-, δεν έχεις κανένα δικαίωμα να του το χαλάσεις, επειδή εσένα ξαφνικά σου τη βίδωσε και πρέπει να μαλώσεις.
Σε κανένα πανηγύρι, πουθενά στην Ελλάδα, δεν έχει ανθρώπους όπως στα μαγαζιά, που θα πάνε να πιάσουν κάποιον και θα του πουν “κάτσε ήσυχα μη σε πλακώσουμε”;
Όχι και θεωρώ ότι είναι και κάπως όλο αυτό, το να βάλεις έναν άνθρωπο να πιάνει τον κόσμο να του λέει “κάτσε καλά”. Πιστεύω ότι εκεί είναι που θα εξαγριωθεί ο άλλος.
Σε μια συνέντευξή η Στανίση μου είχε πει ότι είναι μεγάλο σχολείο τα πανηγύρια. “Ξέρεις τι είναι να τραγουδάς και να σου έρχεται η σκόνη στο στόμα;”.
Καταρχάς η Στανίση είναι ξηγημένο άτομο. Και επειδή είχα την τιμή να δουλέψω μαζί της μια Πρωτοχρονιά στη Χαλκιδική σε έναν τεράστιο χώρο, εκεί κατάλαβα τι πάει να πει να είσαι καταξιωμένος σε έναν χώρο, να προσκυνάει ο κόσμος πριν ακόμα βγεις. Πρώτη φορά που το είδα αυτό το πράγμα.
Και μου λέει ότι “εγώ κάνω τη δουλειά που κάνω αλλά εσύ κάνεις πολύ δυσκολότερο πράγμα από εμένα”.
Γιατί λέει “εμένα δεν με νοιάζει, δεν θέλω να σηκώσω τον κόσμο να χορέψει, ούτε θα πάρω το αυτοκίνητό μου και θα πηγαίνω κάθε βράδυ ανά την Ελλάδα. Εγώ θα κάνω τη συναυλία μου και θα φύγω. Και ξέρω και την ώρα που που θα φύγω”.
Ενώ εμείς δεν έχουμε ωράρια, δεν ξέρουμε που θα είμαστε αύριο…
Το ένα βράδυ τραγουδάς στο ένα χωριό και το άλλο βράδυ στο άλλο.
Ακριβώς. Οπότε το πανηγύρι είναι πάρα πολύ μεγάλο και δύσκολο σχολείο.
Εν τω μεταξύ έχεις πει ότι μετάνιωσες που παράτησες το σχολείο. Το κανονικό.
Το μετάνιωσα αλλά αν δεν είχα σταματήσει το σχολείο δεν θα ‘μουν εδώ σήμερα, και δεν θα ήσουν κι εσύ εδώ να μου παίρνεις συνέντευξη.
Στη Β’ Λυκείου το σταμάτησα. Την παρακολούθησα αλλά δεν πήγα να γράψω στην περίοδο των εξετάσεων. Ήταν η πρώτη χρονιά τότε με τις κατευθύνσεις.
Γιατί δημοτικό και όχι ρεμπέτικο ή λαϊκό;
Μπορώ να τα τραγουδήσω, αλλά χωρίς να θέλω να προσβάλω κανένα μοτίβο, μεγάλωσα με τα ακούσματα τα δημοτικά και είμαι γεννημένη για να υπηρετώ αυτό το στυλ τραγουδιού.
Κι έχει να κάνει και με τις ρίζες μου. Ο τόπος που έχω γεννηθεί, ο Ορχομενός Βοιωτίας, είναι ένας ιερός τόπος. Από εκεί ξεκίνησαν οι μεγαλύτεροι δημοτικοί τραγουδιστές όπως και μουσικοί -τεράστια κλαρίνα, τεράστια ονόματα- που άφησαν ιστορία στον χώρο μας.
Από εκεί είναι και ο Γιώργος Μάγκας; Τον έχεις γνωρίσει από μικρή;
Βέβαια. Τυγχάνει να είμαστε και κουμπάροι. Ο μπαμπάς μου ο συγχωρεμένος έχει βαφτίσει την κόρη του αδερφού του. Ήταν και συνεργάτες.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ
Κατερίνα Μαυρίκη: “Γνωστός ηθοποιός και σκηνοθέτης με βίασε το 2013”
Αποκαλύψεις από τον σοφέρ του Τάισον: «Ο Τάισον έκανε σεξ πριν από αγώνες για να μην σκοτώσει, έκρυβε κορίτσια σε μπάνια και αποδυτήρια»
Έχεις ακουστά ένα συγκρότημα που λέγεται Villagers of Ioannina City;
Ναι, τους έχω ακούσει, στο YouTube αν δεν κάνω λάθος και μου έκαναν πολύ εντύπωση αυτά τα ακούσματα.
Καταρχάς θα πω κάτι. Είναι καλό να ακούμε άλλα πράγματα, εντελώς άλλες ιδέες. Η μουσική είναι πάνω απ’ όλα πάθος. Αυτό σου βγαίνει, αυτό κάνεις.
Αυτό το πάντρεμα του κλαρίνου με το ροκ πώς σου φάνηκε;
Μα το κλαρίνο είναι το πιο βασικό όργανο και μπορεί να φτάσει σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης αλλά και της μουσικής.
Ξεκίνησες 16 χρονών αλλά έχεις πει ότι ήσουν ήδη μεγάλη. Γιατί; Συνήθως σε ποια ηλικία μπαίνουν στο τραγούδι σ’ αυτήν τη μουσική;
Η αείμνηστη Φιλιώ Πυργάκη ξεκίνησε 9 ετών, άρα εγώ ξεκίνησα μεγάλη.
Και είναι πολλά τα παραδείγματα. Είναι η Σοφία Κολλητήρη, ο Στάθης Κάβουρας, ο Άγγελος Ψαράς. Όλοι αυτοί ξεκίνησαν μικροί, 10-11 χρονών.
Πώς τη θυμάσαι την πρώτη φορά;
Ήταν δύσκολη, ήμουν πάρα πολύ φορτισμένη απ’ το άγχος. Πάντα σε ό, τι έχει να κάνει με τη δουλειά μου, αυτό που με καταβάλει πρώτα είναι το άγχος. Βρέθηκα μπροστά σε διακόσια άτομα στον Ορχομενό, και με ένα μικρόφωνο στα χέρια.
Ντρεπόσουν που τους ήξερες από κάτω; Που ήταν συμμαθητές σου, φίλοι σου…
Το χειρότερο για μένα ήταν ότι ήταν γονείς, ήταν τρίτης ηλικίας κόσμος, που σίγουρα είχαν ακούσματα και ήδη ξέρανε τι θέλουν να ακούσουν και τι να περιμένουν.
Και ήταν και άνθρωποι τη μουσικής οι περισσότεροι, γιατί ήμασταν σε χορωδία και φιλοξενούσαμε και κόσμο από άλλες χορωδίες, από άλλους τόπους, οπότε ήταν ακόμη δυσκολότερο, ακόμη μεγαλύτερο το βάρος.
ΚΑΤΑ ΛΑΘΟΣ ΣΤΗ ΦΙΛΑΡΜΟΝΙΚΗ
Διάβασα ότι πήγες σε ένα ωδείο και έφυγες σε μια βδομάδα; Γιατί;
Μου λέει ο μπαμπάς μου “σε έχω γράψει σε ωδείο για να απασχολείσαι τα απογεύματα, θα περάσεις πολύ ωραία εκεί”.
Πάω λοιπόν, μού έχουν μπροστά ένα πιάνο, μια κιθάρα, κάτι πνευστά όργανα -χάλκινα συγκεκριμένα-, περνάνε τρεις μέρες και λέω κι εγώ στον καθηγητή μουσικής “τα ντραμς πού είναι;”. Λέει “δεν υπάρχουν αυτά εδώ. Μόνο αφού μάθεις μουσική, θα βρούμε και θα παίζεις κάποιο κρουστό όργανο στη φιλαρμονική”. “Μα εγώ, του λέω, δεν θέλω να ‘μαι στη φιλαρμονική”. “Όχι, μου λέει θα είσαι, γι’ αυτό είσαι εδώ και κάνεις μάθημα”.
Οπότε πήρα κι εγώ τα βιβλία, τα χάρισα σε ένα άλλο παιδάκι και βρέθηκα στο σπίτι μου ποδαράτη. Με βλέπει ο πατέρας μου, του εξηγώ, “εντάξει, πάμε παρακάτω λέει, τελείωσε αυτό το κομμάτι”.
Και πώς σου κόλλησαν τα ντραμς; Είχες ακούσει ροκ πχ στο σχολείο;
Από μουσικές άκουγα τα πάντα, κι ας μην υπήρχε το ίντερνετ τότε, παρά μόνο κάτι μικρά ραδιοκασετόφωνα και πέντε σταθμοί. Γιατί ο μπαμπάς μου ψαχνόταν πάντα, δεν άκουγε μόνο δημοτικά. Πάντα θα άκουγε στο σπίτι μας βυζαντινή μουσική, θα άκουγε και ξένα συγκροτήματα.
Όπως;
Άκουγε τους Boney M, την Celine Dion, τότε που μία κασέτα έκανε 5.000 δραχμές. Και έτσι λοιπόν κόλλησα στο να ακούω όλα τα είδη μουσικής -λαϊκά, ρεμπέτικα, τα πάντα. Δεν υπήρξε ποτέ στο σπίτι μου “ακούω αυτήν τη μουσική μόνο και τέλος, επειδή αυτήν υπηρετω”.
“ΟΙ ΣΤΙΧΟΙ ΣΤΑ ΚΑΓΚΕΛΙΑ ΒΓΗΚΑΝ ΠΑΝΩ ΣΤΗΝ ΠΙΣΤΑ”
Τα “Καγκέλια” ήταν παλιό τραγούδι; Υπήρχε από πριν; Μπορείς να μου πεις λίγο την ιστορία του;
Υπήρχε, ναι. Το κομμάτι αυτό είναι ηπειρώτικο, είναι τουλάχιστον 40 χρόνια παλιό. Δεν υπήρχαν λόγια, αυτά βγήκαν ξαφνικά ένα βράδυ, το 2000, και δυστυχώς όπως γίνεται πάντα σε αυτόν τον χώρο, κάποιος επωφελείται από όλο αυτό. Εφόσον η μουσική ήταν του Πετρολούκα Χαλκιά…
Α, δεν είναι κάποιο παραδοσιακό παλιό.
Τα γνήσια δικαιώματα της σύνθεσης του κομματιού είναι του Πετρολούκα Χαλκιά. Επειδή ήταν δικό του, λοιπόν, το κομμάτι, επέλεξε σε ποιον θα δώσει τα δικαιώματα για τα λόγια. Τα λόγια όμως τα βγάλανε άλλοι, αλλά όταν έχεις το μαχαίρι και το καρβέλι, κάνεις ό, τι θέλεις.
Τα λόγια βγήκαν πάνω στην πίστα;
Ναι, βγήκαν σε δύο βράδια πάνω στην πίστα. Θυμάμαι ήταν δεύτερη ημέρα του Πάσχα, σε ένα πανηγύρι στις Λιβανάτες και ξεκινήσαμε να λέμε το τραγούδι καθαρά ως πλάκα, γιατί τα τραγούδια στα πανηγύρια τα δικά μας είναι εντελώς διαφορετικά. Ξέραμε ότι ήδη υπήρχαν δύο φράσεις όλες κι όλες στο κομμάτι και αρχίσαμε και βάζαμε και δικές μας.
Και έτσι ξεκίνησαν τα “Καγκέλια” και έγιναν αυτά που σήμερα τα ξέρει η γης και η οικουμένη, που λέω και εγώ.
Καλώς ή κακώς, μού πήραν τα δικαιώματα. Δεν πειράζει όμως, γιατί εγώ επωφελήθηκα από όλο αυτό.
Η ΗΧΟΓΡΑΦΗΣΗ ΣΕ ΕΝΑ ΠΛΗΜΜΥΡΙΣΜΕΝΟ ΞΕΝΥΧΤΑΔΙΚΟ
Το επόμενο του Κοντολάζου πώς το ανακάλυψες και το έφερες πάλι στην επιφάνεια;
Το πρώτο που έγινε το μπαμ για να έρθει όλο αυτό που ήρθε με το όνομά μου, ήταν το “Δεν σου κάνω τον Άγιο”.
Ήταν το αγαπημένο μου τραγούδι. Όταν βγήκε το ‘87 η πρώτη εκτέλεση, εγώ ήμουν 6 χρονών, και θυμάμαι που πήγα στο κασετάδικο και ζήτησα επίμονα τον δίσκο από τον άνθρωπο εκεί, αλλά δεν μου το έδωσε γιατί δεν είχα πικάπ.
Τον “Άγιο” τον έκανα πρώτη φορά το 2000. Πήγα το cd σε μια εταιρεία για να το κυκλοφορήσει αλλά μου λένε τότε “μα είσαι μικρή, δεν σε ξέρει κανένας. Δεν μπορώ να κυκλοφορήσω μία δουλειά απ’ το πουθενά, γιατί για εμένα αυτό είναι χάσιμο χρημάτων”. Και είπα τότε στον κύριο εκεί, “δεν πειράζει, αλλά να ξέρεις κάποια μέρα θα το ακούει όλη η Ελλάδα”.
Πήγες πολύ μικρή σε εταιρεία.
Ναι, και δεν με δεχτήκανε. Βγαίνω, λοιπόν, στη δουλειά, το παλεύω το κομμάτι, αρχίζω να το λέω και υπήρχε βραδιά που μπορεί και να το ’λεγα και 50 φορές. Και τότε ήταν ακόμη με τη χαρτούρα, μπαίνανε στον χορό και το παραγγέλνανε ο κόσμος.
Το 2007 το ξανακάνω επανεκτέλεση και είναι και αυτό που ακούγεται πια σήμερα, στα κλαμπ και στα γλέντια, το οποίο έχουμε πάει και το γράφουμε σε ένα μαγαζί, που είχε νερό μέχρι το γόνατο εκείνη τη μέρα. Είχε πλημμυρίσει το μαγαζί.
Δεν το γράψατε σε στούντιο;
Όχι, το γράψαμε σε ένα μαγαζί ξενυχτάδικο που μας δανείσανε, συγκεκριμένα ήταν στην Πατησίων, και έπαιζε θυμάμαι εκεί τότε ο Μπαμπής Γκολές.
Είχε πλημμυρίσει και θυμάμαι να έχω ανέβει πάνω σε ένα τραπέζι και να το τραγουδάω για να μη μας χτυπήσει το ρεύμα. Να μου λένε όλοι οι μουσικοί “πάμε να φύγουμε από δω, θα καούμε” και εγώ να τους λέω “άμα δεν πω τον ‘Αγιο’, CD δεν βγάζω”.
Και αργότερα, εκεί που είμαστε έτοιμοι να βγει, σβήστηκε η ενότητα των τραγουδιών που περιείχε μέσα και τον “Άγιο”. Ξαναπάμε λοιπόν, ξαναστήνουμε όλο αυτό το πράγμα για να γράψουμε αυτά τα 12 λεπτά που λείπανε.
Χωρίς να έχει νερά αυτήν τη φορά…
Χωρίς να έχει νερά, αλλά και χωρίς να έχουν όρεξη αυτήν τη φορά οι μουσικοί. Γράφανε γρήγορα για να φύγουμε.
Ούτε και τότε το πήρε κανείς το CD. Και μια μέρα είμαι στη Λαμία, το ακούει τυχαία -καλή του ώρα- ο Δημήτρης ο Τσούλος και λέει “θα το κυκλοφορήσω εγώ, αλλά δεν μπορώ να σου δώσω κάτι”. “Μα δεν θέλω κάτι του λέω”.
Βγαίνει και μετά από δύο χρόνια γίνεται το μπαμ. Και εκεί είναι και τα “Καγκέλια”, στο ίδιο CD.
ΤΟ ΔΕΟΣ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟΝ ΚΡΑΟΥΝΑΚΗ
Και μετά πώς προέκυψε ο Κραουνάκης;
Μόλις γίνεται όλο αυτό το μπαμ με τον “Άγιο” και τα “Καγκέλια”, μέσα σε ένα εξάμηνο έρχεται ο Κραουνάκης.
Πολύ γρήγορα. Τι τον τράβηξε πιο πολύ σε σένα, τι σου είπε;
Αυτό που μου είπε ήτανε η φωνή μου και μετά αφού το τραγούδησα, η ανθρωπιά μου. Μού είπε κιόλας ότι με πάει γιατί απλά είμαι μέχρι εκεί που πρέπει τρελή και σωστή (σ.σ. γελάει).
Εσένα πώς σου φάνηκε;
Στην αρχή φοβήθηκα.
Δέος εννοείς;
Όταν τον είδα στη σκάλα και με περίμενε, εκεί κώλωσα λίγο και λέω “τώρα να ανεβώ ή να φύγω;”. Γιατί δεν είχα μελετήσει ούτε το κομμάτι, δεν είχα διαβάσει ούτε τα λόγια. Πήγα να τραγουδήσω Κραουνάκη χωρίς να ξέρω τίποτα.
Οπότε μου δίνει ένα χαρτί με τα λόγια, τα οποία τα είχε γράψει ο ίδιος, ακούω μια φορά το κομμάτι και ξεκινάω να τραγουδάω. Έρχεται τότε με πιάνει αγκαλιά, με βάζει δίπλα του στον καναπέ και μου λέει “για να πούμε ένα τραγούδι, αν δεν το βγάλουμε από μέσα μας, δεν θα είναι ποτέ αυτό που πρέπει να τραγουδήσουμε”.
Κατάλαβε ότι είχες άγχος, έτσι;
Πολύ. Οπότε παίρνω το χαρτί, το τραγουδάω, με ξανακόβει, μού εξηγεί δύο πράγματα, και η τρίτη φορά ήταν ουσιαστικά η καθοριστική. Το είπα άλλες δύο φορές, αλλά όχι ολόκληρο, μόνο κάποια σημεία που ήθελε. Στην ουσία το ‘βγαλα με τη μια το κομμάτι αλλά δέθηκα την τρίτη φορά και το είπα κανονικά. Εγώ είμαι άνθρωπος που δένομαι και με τα τραγούδια και με τους ανθρώπους.
Και θεωρώ ότι ήταν συνεργασία-σταθμός για την καριέρα μου. Και προ πανδημίας ήρθε στη ζωή μου και ο Σταμάτης ο Γονίδης και βγάλαμε δυο πολύ όμορφα τραγούδια στο άλμπουμ “Θέλουμε, δεν θέλουμε” και νιώθω πολύ ευγνώμων και τυχερή.
“Η ΟΜΟΦΟΒΙΑ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΞΕΠΕΡΑΣΤΕΙ”
Είχες δώσει μία πολύ γενναία συνέντευξη στο Antivirus Magazine. Είχες πει να ξεπεραστεί η ομοφοβία, οι γονείς να στηρίζουν τα παιδιά τους αν είναι ομοφυλόφιλα.
Το κρεβάτι του καθενός είναι δικό του και θα κάνει ό, τι θέλει εκεί πάνω και αυτό πρέπει να το χωνέψουν και να το δεχτούν όλοι.
Εφόσον στην καθημερινότητα και στην έξω ζωή, είναι σωστός, τι σε νοιάζει εσένα τι θα κάνει στο κρεβάτι του και στην προσωπική του ζωή;
Δέχτηκες μετά αντιδράσεις από κάποιον απ’ το περιβάλλον σου για αυτά που είπες;
Δεν τόλμησε κανείς και δεν θα τολμήσει βασικά. Γιατί είναι η άποψή μου.
Γιατί έχω την εικόνα ότι οι άνθρωποι ακούνε αυτήν τη μουσική, και λόγω των τόπων που ζουν, ότι είναι λίγο συντηρητικοί.
Τι πάει να πει “συντηρητικός”; Ίσα ίσα αυτοί οι γονείς που είναι συντηρητικοί και αυστηροί, αυτοί χάσαν τα παιδιά τους, αυτοί τα κατέστρεψαν, γιατί τους κατέστρεψαν τον ψυχικό κόσμο που είναι ό, τι χειρότερο. Πόσα παιδιά αυτοκτονήσανε, πόσα παιδιά έχουν γίνει ναρκομανείς από αυτό; Δηλαδή τι θα γίνει αν δεχτούν τα παιδιά τους;
Και στο κάτω κάτω, πού θα πάει το παιδί; Στο σπίτι του θα γυρίσει, στον γονιό και αυτός θα πρέπει να το στηρίξει.
Κι άμα έρθει σε μένα δηλαδή ένας φίλος μου και μου πει “ξέρεις τι; Είμαι ομοφυλόφιλος”, τι θα του πω; “Α, όχι, δεν σε κάνω παρέα;”. Γιατί;
Δεν με νοιάζει το κρεβάτι του καθενός και μακάρι να ξεπεραστεί στην Ελλάδα αυτό το πράγμα.
Και να μαζέψουν όλοι τα παιδιά του από κάτι καταγώγια, παιδιά πεταμένα, παιδιά ταλαίπωρα, και παρατημένα. Να μαζέψουν τα παιδιά τους, εγώ μόνο αυτό θα πω.
Είσαι και υπέρ του γάμου;
Δεν με νοιάζει, ας κάνουν ό, τι θέλουν, ό, τι θεωρούν αυτοί σωστό.
Έχεις βιώσει σεξισμό σ’ αυτήν τη δουλειά; Σου έχουν μιλήσει υποτιμητικά, άνθρωποι του χώρου επειδή είσαι γυναίκα;
Αν έχει γίνει, έχει γίνει καθαρά πιστεύω γιατί μπορεί να νιώθει κάποιος ότι. Να το πω ζήλια; Κακία; Δεν ξέρω πως να το πω.
Αλλά κι αν το ‘κανε, εγώ θα του πω και σήμερα να είναι καλά και τον συγχωρώ, γιατί δεν ξέρει ούτε αυτός γιατί το έχει κάνει.
Θες να μου πεις ένα περιστατικό, χωρίς ονόματα, χωρίς πρόσωπα, τίποτα.
Ε, πολλά μου έχουν συμβεί, ειδικά τα τελευταία χρόνια, αλλά δεν θέλω να αναφερθώ γιατί δεν θέλω να φέρω τους ανθρώπους σε δύσκολη θέση, δεν μ’ αρέσει να ξυπνάω πράγματα, που έχουν γίνει και περάσανε. Μπορεί να μην ήθελε να το κάνει ή δεν καταλάβαινε γιατί το ‘κανε εκείνη την ώρα.
Είσαι έτσι γενικά ως άνθρωπος δηλαδή; Συγχωρείς εύκολα;
Επειδή θέλω να ‘μαι καλά μέσα μου, και από τη στιγμή που λέω ότι πιστεύω κάπου κι εγώ, εννοείται ότι δίνω τόπο στην οργή και συγχωρώ. Αλλιώς τι θέλω και κρατάω το κομποσκοίνι και πάω στην εκκλησία αν δεν συγχωρώ;
ΟΙ ΦΑΝΣ, ΤΟ ΤΑΤΟΥ ΚΑΙ Ο ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟΣ
Την πιο ωραία, την πιο ακραία εκδήλωση θαυμασμού;
Φέτος το καλοκαίρι, γδύθηκε ένα παλικάρι πάνω στην πίστα, του έγραψα στην πλάτη του και μετά πήρε το ουίσκι και έγινε όλος μούσκεμα. Και γυρνάει και μου λέει “για σένα”. Αυτό ένιωσε, αυτό έκανε.
Αργότερα αυτό που του είχα γράψει στην πλάτη, το έβγαλε φωτογραφία και το είχε στο δωμάτιό του. Μού το έστειλε και το είδα.
Τι του είχες γράψει;
Το όνομά μου και το τραγούδι “Ήρθε η παλιά μου αγάπη”.
Το τατουάζ στο χέρι σου τι είναι;
Το κλειδί του Σολ. Και από πάνω είναι το γάμα, ένα αρχικό που αγαπάω πάρα πολύ.
“Γωγώ”;
Δεν ξέρω, ό, τι πιστεύει ο καθένας.
Ανέφερες το ποτό πριν. Έχεις πει ότι το έχεις κόψει τελείως.
Αν θα με δείτε με ποτό, θα με δείτε κάποιο βράδυ που θα ‘χω έτσι όρεξη και θα νιώθω καλά… Και αν θα καταφέρω να το τελειώσω. Πιο πολύ θα πάρω ένα, έτσι, για να μην κάνω ζημιά στο μαγαζί.
Είχες φτάσει στο σημείο πριν από 5-6 χρόνια να έχεις πρόβλημα; Πώς το συνειδητοποίησες;
Το είχα παρακάνει και το κατάλαβα και από μόνη μου, αλλά μου το λέγανε και φίλοι -αν και δεν μου φαινότανε. Όμως ένα πάρα πολύ φιλικό μου πρόσωπο, που είναι πολλά χρόνια κοντά σε μένα, μου λέει “έχεις φτάσει στο σημείο που δεν μπορείς να το κόψεις” και από πείσμα το έκοψα.
Ούτε καπνίζεις;
Το έχω κάνει κι αυτό το άθλημα τέσσερις μήνες και το ‘κοψα μόνη μου.
Είσαι Παναθηναϊκός; Έχεις πάει γήπεδο πότε;
Μία φορά μικρή πήγα στον τόπο μου να δω Λεβαδειακός-Παναθηναϊκός και πήγαμε απ’ την κερκίδα του Λεβαδειακού για να μην πληρώσουμε, και μόλις έβαλε γκολ ο Αποστολάκης, ήμουν η μόνη μέσα στους Λεβαδειακούς που σηκώθηκα και είπα “ζήτω, το βάλαμε”. Με βουτάει λοιπόν ο ξάδερφός μου απ’ το χέρι, και μου λέει “ζήτω, φεύγουμε τώρα τρέχοντας, γιατί θα μας σκοτώσουνε”. Και φύγαμε.
Κάπου το ‘94 πρέπει ήταν. Δεν έχω ξαναπάει από τότε.
ΟΙ ΑΡΝΗΤΕΣ ΤΩΝ ΠΑΝΗΓΥΡΙΩΝ ΚΑΙ Η ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ
Πάντως υπάρχουν και εκείνοι που αγαπάνε το δημοτικό τραγούδι αλλά δεν τους αρέσουν αυτά τα τραγούδια, όχι μόνο τα δικά σου, όλη αυτά του πανηγυριού, γιατί π.χ. δεν παίζουν με παραδοσιακά όργανα ή οι στίχοι δεν είναι αντάξιοι των παλιών δημοτικών. Τους δίνεις κάποιο δίκιο; Σε ενοχλεί;
Όχι, είναι άνθρωποι που ακούνε το παλιό, το καθ’ αυτό παραδοσιακό.
Δεν με ενοχλεί γιατί κι εγώ τα τραγουδάω, άλλο αν πια οι περισσότεροι δεν μπορούν να τα ακούσουν.
Εγώ έχω επιλέξει αυτόν τον δρόμο γιατί η δουλειά μου πλέον εξελίσσεται. Και ο κόσμος εξελίσσεται, και η τεχνολογία εξελίσσεται, οπότε και τα ακούσματα εξελίσσονται.
Εννοείται ότι είναι σεβαστό όλο αυτό, απλά αν με έχουν συνδυάσει με τα ακούσματα τα παλιά, καλύτερα να μην έρθουν να με ακούσουν, γιατί πρέπει να κάνω τη δουλειά μου. Όταν έρθουν σε πανηγύρι που παίζω θα ακούσουν και αυτά που πρέπει, αλλά και αυτά που δεν θέλουν.
Έχω μια απορία γενικά, με εσάς που τραγουδάτε στα πανηγύρια, σας βγάζουν που και που στην τηλεόραση, αλλά όχι συχνά, σε κανά γλέντι κλπ…
Εγώ δεν έχω παράπονο.
Ναι αλλά νιώθω λίγο ότι σας παρουσιάζουν σαν εξωτικά πουλιά, ότι “κοιτάξτε, υπάρχουν οι λαϊκοί που τους βγάζουμε κάθε τόσο, πάρτε κι έναν που τραγουδάει σε πανηγύρι”.
Όχι, δεν πρέπει να ‘χουμε παράπονο. Την τελευταία επταετία έχει μπει τόσο πολύ το κλαρίνο στην τηλεόραση -και έχω βάλει κι εγώ το λιθαράκι μου σε αυτό, θα το πω κι ας με περάσουν για ατομίστρια και παρτάκια- που θεωρώ ότι θα πρέπει να λέμε όλοι “ευχαριστώ”, αλλά να λένε και αυτοί “ευχαριστώ” για τα νούμερα που κάνουν.
Θυμάσαι όμως πώς φέρθηκαν στην Έφη Θώδη τη δεκαετία του 2000; Πόσο άσχημα; Η γυναίκα κάποια στιγμή εμφάνισε προβλήματα.
Το μόνο που θα πω είναι ότι όχι, δεν έχει να κάνει μ’ αυτό, είναι το σύνολο των πραγμάτων. Αν εγώ δεν θέλω να κάνω κάτι, εσύ κάνε ό, τι θες, δεν θα με μεταπείσεις. Αν σου πω εγώ “όχι”, θα ‘ναι “όχι”.
Απλά θεωρούσα ότι δεν σας φέρονται και τόσο σωστά.
Το θέμα είναι τι επιτρέπεις. Εγώ βάζω πάντα τα όρια μου, γενικά, όχι μόνο εκεί.
Το 2003 είχες ένα ατύχημα.
Ένα πολύ μεγάλο ατύχημα, γυρνούσα από την Αιτωλοακαρνανία μέσω Άρτας, από τον παλιό τον δρόμο, μετά από ολονύχτιο τραγούδι στη Σκουληκαριά -ένα χωριό εκεί. Είναι έξι ώρες ταξίδι και επέστρεφα στον Ορχομενό, να πάρω ρούχα για να πάω το ίδιο βράδυ σε γάμο στη Λαμία.
Άνθρωπος είμαι, κουράστηκα, δεν έκλεισα όμως τα μάτια μου, θυμάμαι τα πάντα. Όταν όμως προσπάθησα να βρω τον έλεγχο του αυτοκινήτου δεν μπορούσα, οπότε η επιλογή μου ήταν ή να πάρω τη στροφή και να πέσω σε κάποια οικογένεια και να σκοτωθούμε όλοι ή να βγω απ’ τον δρόμο. Και αφού είδα ότι υπάρχει ανοιχτός χώρος, η επιλογή μου ήταν να πέσω εκεί.
Η ανάρρωσή μου διήρκησε δυο μήνες αλλά παρόλα αυτά εγώ δούλεψα στις επτά ημέρες.
Δεν έσπασες τίποτα;
Τον ώμο μου, το χέρι μου, είχα τρία κατάγματα στο πόδι μου, και απέκτησα τρεις κήλες.
Ήμουν πολύ κουρασμένη, σκέψου έξι ώρες που οδήγησα για να πάω στο χωριό, οκτώ ώρες που τραγούδησα εκεί και μετά άλλες έξι ώρες οδήγηση για να γυρίσω στο σπίτι μου.
Τελευταία ερώτηση, επειδή πιστεύεις πολύ, όταν πεθαίνει ο άνθρωπος πού πάει; Ή δεν πάει;
Λοιπόν, άκουσε να δεις, δεν έχω κάνει πρόβα για να σου πω (σ.σ. γελάει). Θα σου πω όμως ότι περνάει όλη σου η ζωή εκείνη την ώρα μπαμ, πεταχτά, μπροστά απ’ τα μάτια σου, βλέπεις ό, τι έχεις ζήσει και λες “τώρα έχω πεθάνει ή ζω; Κι αν έχω πεθάνει, τι είναι αυτό;”.
Σίγουρα δεν ξέρουμε αν υπάρχει άλλη ζωή, εγώ όμως θα πω ότι υπάρχει, και ελπίζω όταν θα έρθει αυτή η μέρα να υπάρχει. Διαφορετικά θα ζήσω το τώρα σαν να είναι η τελευταία ημέρα της ζωής μου και όσο είναι.
Πηγή: news247.gr