Με τίτλο «Η Ευρωζώνη μπορεί να έχει ξανασταθεί στα πόδια της. Αλλά η Ελλάδα;», η βρετανική εφημερίδα Guardian σχολιάζει την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στη χώρα μας.
Μεταξύ άλλων, και αφού μιλά για τις πρόσφατες επισκέψεις στην Ελλάδα από τους ξένους ηγέτες, ο Guardian αναφέρει ότι «το τεράστιο χρέος της Ελλάδας ταλανίζει την οικονομία, την ίδια ώρα που οι απαιτήσεις των πιστωτών για υψηλά δημοσιονομικά πλεονάσματα θεωρούνται μη ρεαλιστικές από πολλούς οικονομολόγους».
Και συνεχίζει διαπιστώνοντας πως «η κατάσταση στην Ελλάδα δεν είναι τόσο ευοίωνη, όπως μαρτυρά η βελτίωση κάποιων οικονομικών δεικτών. Ίσως φαίνεται ότι τώρα η οικονομία στην Ελλάδα είναι στην καλύτερη κατάσταση των τελευταίων ετών, καθώς τα εργοστάσια επεκτείνουν την παραγωγή και περισσότεροι άνθρωποι βρίσκουν δουλειά. Ωστόσο, μια πιο προσεκτική ματιά αποκαλύπτει ότι η χώρα έχει πληγεί από την οικονομική κρίση, που είδε να χάνει του 25% του ΑΕΠ της. Περισσότερο από το 1/5 των Ελλήνων σε εργασιακή ηλικία και το 45% των νέων είναι εκτός αγοράς εργασίας. Και παρά τις ελπίδες ότι υπάρχει φως στο τέλος του τούνελ της λιτότητας, η πραγματική ανάκαμψη φαίνεται να παραμένει ασαφής».
«Το πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης της Ελλάδας είναι κάτι που πρέπει να ολοκληρωθεί, γιατί μόνο τότε η πιο ταραγμένη οικονομία της Ευρωζώνης θα βρεθεί στις αρχές της ανάκαμψης», συνεχίζει το δημοσίευμα. «Παρά τα σημάδια ανάπτυξης, καθώς η Ελλάδα είχε επί δύο συνεχή τρίμηνα ανάπτυξη 0,7% φέτος για πρώτη φορά από το 2006 και έκανε μια επιτυχημένη δοκιμαστική επιστροφή στις αγορές, οι ξένες επενδύσεις ταλανίζονται από τη γραφειοκρατία και την αντίσταση που βρίσκουν από πολιτικές αποφάσεις. Πάντως, τα καλά νέα για πολλούς είναι ότι ο Έλληνας πρωθυπουργός είναι πλέον πιο πραγματιστής, αφού αποδέχεται περισσότερο τις πολιτικές ενίσχυσης της ελεύθερης αγοράς, ανακοινώνοντας ότι θα εποπτεύει ο ίδιος προσωπικά το ταμείο ξένων επενδύσεων καθώς είναι το κλειδί για την ανάκαμψη της οικονομίας και τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας».
Σχολιάζοντας την κρίση χρέους και το πώς τη διαχειρίστηκαν οι ελληνικές κυβερνήσεις, ο Guardian αναφέρει ότι «από τότε που ξέσπασε η κρίση χρέους, διαδοχικές κυβερνήσεις -οι οποίες χτυπήθηκαν με μανία για τις περικοπές των μισθών, τις μειώσεις των συντάξεων και τις αυξήσεις των φόρων- προσπάθησαν να αποκαταστήσουν την υποστήριξή τους χρησιμοποιώντας ένα αφήγημα ανάκαμψης και επιτυχίας. Με τον ΣΥΡΙΖΑ να πέφτει μέχρι και στο 16% στις δημοσκοπήσεις, ο Τσίπρας αποδεικνύει ότι δεν είναι διαφορετικός από τους υπόλοιπους, μιλώντας για την πτώση της ανεργίας κατά 7 ποσοστιαίες μονάδες από το 2015, για το άλμα 7,5% στις εξαγωγές και για ένα σημαντικό έτος για τον τουρισμό. Τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι ξένες επενδύσεις αποδυναμώνουν αυτό το αφήγημα, με πολλούς να πιστεύουν ότι η ανάκαμψη μπορεί να εξασφαλιστεί μόνο εφόσον ο πρωθυπουργός της Ελλάδας αντιμετωπίσει την εδραιωμένη αντίσταση που υπάρχει μέσα στο δικό του κόμμα. Η ανεργία των νέων εξακολουθεί να είναι στο 45%, ενώ το χρέος της χώρας ύψους 300 δισ. ευρώ είναι ένα μη βιώσιμο ποσοστό 180% του ΑΕΠ».
Και καταλήγει η βρετανική εφημερίδα: «Σε αντίθεση όμως με τους προκατόχους του, ο Τσίπρας έχει λάβει πρωτοφανή υποστήριξη από συναδέλφους του ηγέτες της ΕΕ. Οι τελευταίοι γνωρίζουν ότι μόνο ένας αριστερός θα μπορούσε να περάσει την εξοντωτική λιτότητα που ζητήθηκε από τους Έλληνες και τώρα είναι απελπισμένοι να αποδείξουν ότι, πέρα από την αδυσώπητη παρακμή, η Ευρώπη επιστρέφει – με το πιο αδύναμο μέλος της ακόμα στις τάξεις της».