Τρεις γυναίκες δημοσιογράφοι οι οποίες βίωσαν την άνιση μάχη με τον καρκίνο συμμετείχαν στο 6ο πανελλήνιο Forum «Διευρύνοντας τα σύνορα» της οργάνωσης «Γυναίκες στην Ογκολογία» το οποίο πραγματοποιήθηκε στη Θεσσαλονίκη.
Η Ρέα Βιτάλη, η Μάγια Τσόκλη και η Μαρία Χούκλη εξομολογήθηκαν με σοκαριστικές και συγκινητικές λεπτομέρειες τις περιπέτειές τους και πέρασαν μηνύμτα τόσο για την αναγκαιότητα της πρόληψης όσο και για τη δύναμη που χρειάζεται η θεραπεία.
Η Μαρία Χούκλη διαγνώστηκε με τον νούμερο ένα γυναικολογικό καρκίνο, τον καρκίνο του μαστού πριν από 17 χρόνια. Παρόλα αυτά, ακόμη νιώθει άγχος πριν βγουν τα αποτελέσματα των εξετάσεών της παρόλο που στη μάχη τον νίκησε. Παραδέχθηκε ότι η αρρώστια της άφησε ένα μόνιμο φόβο και ένα άγχος που επιμένει και δεν αποχωρεί.
Η διήγησή της ξεκίνησε με την εξής φράση: «Στο μυαλό μας έχουμε καρκίνος ίσον θάνατος, που δεν είναι έτσι. Μεγάλο το σοκ, θυμάμαι έκλαιγα επί ώρες. Ρώτησα τη γιατρό μου: “Αν κάνω όλα αυτά που μου λέτε θα γίνω καλά;” και μου είπε “Κατά 99,9%” και της είπα: “Ok, πάμε”» μπαίνοντας στο δωμάτιο με τα άγρια θηρία όπως η ίδια είπε. «Η εικόνα που μου περιέγραψε η γιατρός είναι ότι μπαίνεις σε ένα δωμάτιο με άγρια θηρία τα οποία θα σε δαγκώσουν, θα σε σκίσουν, αλλά σε αυτό το δωμάτιο υπάρχει μια πόρτα που θα τη βρεις και θα βγεις. Αυτή είναι η ζωή, πρέπει να βγεις από αυτή την αίθουσα με τα άγρια θηρία, αν μείνεις μέσα θα σε φάνε, τέλος» συνέχισε.
Και οι λεπτομέρειες ήταν κάτι παραπάνω από συγκλονιστικές: «Αναζήτησα πληροφορίες από μία γυναίκα που είχε περάσει την ίδια περιπέτεια, γιατί άλλο κάποια πράγματα να στα πει ένας επιστήμονας και άλλο να στα πει μια παθούσα.
Μετά το χειρουργείο δε θα μπορείς να σηκώσεις το χέρι σου, θα σου πέσουν τα μαλλιά, θα έχεις δυσάρεστη γεύση στο στόμα από τις χημειοθεραπείες, δε θα μπορείς να σηκωθείς από το κρεβάτι, οι ακτινοβολίες θα σου κάψουν το δέρμα. Όλα αυτά αν στα πει κάποια που τα πέρασε στα λέει με εκείνες τις λέξεις που φτάνουν μέσα σου, καταλαβαίνεις τι είναι αυτό που θα συμβεί».
Παρόλα αυτά εκείνη δεν παραιτήθηκε, δεν το έβαλε κάτω: «Συνέχισα κανονικά την επαγγελματική μου δραστηριότητα και την κοινωνική μου ζωή. Φρόντισα, να μην κλειστώ στο σπίτι μου. Να μη νιώσω άρρωστη ακόμη και όταν ήμουν πολύ άρρωστη. Γιατί πίστευα με αυτό τον τρόπο ότι κοροϊδεύω τον καρκίνο. Δεν ήταν καθόλου εύκολο, γιατί έχεις να αντιμετωπίσεις από τη δυσκολία του να περπατήσεις να φας να κοιμηθείς, την εμφάνισή σου, τα βλέμματα των ανθρώπων που ασυνείδητα σε κοιτάζουν στο στήθος όταν ξέρουν ότι έχεις κάνει μαστεκτομή και είχα και μία δουλειά πολύ ενδιαφέρουσα.
Κι έτσι πέρασαν τα χρόνια. Κάθε μέρα ήταν μια κερδισμένη μέρα».
Δεν αρνήθηκε πως η αρρώστια είναι τρομακτική: «Εγκαθίσταται μέσα σου ένας φόβος. Τώρα έχω πάλι να κάνω το τσεκ απ, δεκαεπτά χρόνια έχουν περάσει κι αυτές τις μέρες είμαι πάλι αγχωμένη. Η λέξη που με ενοχλεί είναι η λέξη επιζήσασα, το βλέπω σε αρκετά άρθρα και με ενοχλεί πολύ. Ο καρκίνος σε αλλάζει, και προς το καλύτερο και προς το χειρότερο. Μαθαίνεις, όμως, να εκτιμάς τα σωστά πράγματα, να μη στενοχωριέσαι για ανόητα. Και να μιλάς για πράγματα για τα οποία δε θα μιλούσες πριν από μερικά χρόνια. Τώρα πια μιλάω για τον καρκίνο».
Eβγαλε όμως ένα μεγάλο συμπέρασμα από ολόκληρη την περιπέτειά της το οποίο ήθελε να μοιραστεί με τις γυναίκες γύρω της: «Αυτό που σε σοκάρει περισσότερο είναι το άγνωστο. Αν φροντίζουμε οι γυναίκες να κάνουμε εξετάσεις, να πληροφορούμαστε για το τι σημαίνει αυτό αν μπορεί να μας συμβεί, νομίζω γίνεται πιο εύκολος ο δρόμος μας».