Της Έρης Τσάκωνα
Από την έναρξη του συριακού εμφυλίου το 2010 έως το ξέσπασμα της κρίσης στην Ουκρανία, το μείγμα της εξωτερικής πολιτικής που εφαρμόζει ο αμερικανός πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα έχει συγκεντρώσει πληθώρα επικρίσεων, όχι μόνο από τους Ρεπουμπλικάνους αντιπάλους του στο Καπιτώλιο ως προς την διστακτικότητα και έλλειψη πυγμής των ΗΠΑ σε μια σειρά από κρίσιμα μέτωπα, με αιχμή του δόρατος την αντιμετώπιση του Ισλαμικού Κράτους. Πιστοί σύμμαχοι της Ουάσιγκτον, ιδιαίτερα στη Μέση Ανατολή, δυσκολεύτηκαν να συντονιστούν με τον νέο βηματισμό του Λευκού Οίκου. Ίσως να τους διευκόλυνε ο Μπ. Ομπάμα όταν ανακοίνωσε την προηγούμενη εβδομάδα ότι το νέο δόγμα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας θα είναι η… «στρατηγική υπομονή».
Ουσιαστικά, ο αμερικανός πρόεδρος παρουσίασε τη μετεξέλιξη του δόγματος «leading from behind» το οποίο πρωτοδιατυπώθηκε το 2011 για να περιγράψει την στάση που θα τηρούσε η Ουάσινγκτον στην στρατιωτική επέμβαση στη Λιβύη, της οποίας εν τέλει ηγήθηκε το ΝΑΤΟ. Οι ΗΠΑ δεν θα διαχειριζόταν μόνες τους τα προβλήματα του κόσμου, ενώ οι σύμμαχοι θα επωμιζόταν μέρος του φορτίου.
Η επιχείρηση για την ανατροπή του καθεστώτος Καντάφι χαρακτηρίστηκε από κύκλους του Λευκού Οίκου όχι απλώς ως μία μεγάλη επιτυχία, αλλά και ως ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της σύγχρονης αμερικανικής ιστορίας. Φυσικά, το χάος στο οποίο έχει βυθιστεί σήμερα η χώρα – έχοντας δύο κοινοβούλια, δύο κυβερνήσεις, συγκρούσεις μεταξύ ισλαμιστών εξτρεμιστών και πολιτοφυλακής – μόνο ως επιτυχία δεν ερμηνεύεται. Το αποκορύφωμα της «μετάβασης» της Λιβύης στη δημοκρατία είναι η εισχώρηση φραξιών του Ισλαμικού Κράτους (ISIS) σε τουλάχιστον επτά πόλεις.
To «leading from behind», εφαρμόστηκε και στην περίπτωση του συριακού εμφυλίου, εκεί όπου όλες οι «κόκκινες γραμμές» που έθετε ο Μπ. Ομπάμα ως απαραβίαστες, καταπατήθηκαν από το καθεστώς Άσαντ, δίχως να αντιδρά ο Λ.Οίκος, γεγονός που έθεσε εν αμφιβόλω την αξιοπιστία των αμερικανών στη Μέση Ανατολή. Η απέλπιδα προσπάθεια εξεύρεσης συμμάχων για στρατιωτική εμπλοκή «σκόνταψε» στην άρνηση του βρετανικού κοινοβουλίου, γεγονός που ακολούθησε και στην αντίστοιχη απόρριψη της πρότασης από το Κογκρέσο. Στην ουσία, ο Μπ. Ομπάμα διεσώθη από τον Ρώσο υπουργό Εξωτερικών, Σεργκέι Λαβρόφ, όταν εκείνος κατάφερε να αποσπάσει την υπόσχεση του Σύρου προέδρου Άσαντ ότι θα παραδώσει προς καταστροφή το χημικό του οπλοστάσιο.
Ωστόσο, η «στρατηγική υπομονή» φαίνεται ότι σταδιακά εξαντλείται στην καταπολέμηση των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους. Έπειτα από βομβαρδισμούς έξι μηνών και τις οχλήσεις των Ρεπουμπλικάνων για ευρύτερη αμερικανική στρατιωτική επιχείρηση, ο αμερικανός πρόεδρος κατέθεσε στο Κογκρέσο Αίτημα για έγκριση χρήσης στρατιωτικών μέσων κατά του Ισλαμικού Κράτους με χρονικό όριο επιχειρήσεων τα τρία χρόνια, όμως θα απαγορευτεί η χρήση αμερικανικών στρατευμάτων σε «διαρκείς επιθετικές χερσαίες μάχες».
Πολλοί Ρεπουμπλικάνοι ζητούν να ληφθούν αυστηρότερα μέτρα εναντίον των τζιχαντιστών και είναι εκείνοι που πιέζουν υπέρ της αποστολής θανατηφόρων αμυντικών όπλων στην Ουκρανία για την υπεράσπιση του εδάφους ενάντια στους φιλορώσους αυτονομιστές. Αν και ο πρόεδρος Ομπάμα δεν έχει αποφασίσει αν θα εξοπλίσει τους Ουκρανούς, αποφαίνεται ότι η προοπτική μιας στρατιωτικής λύσης ήταν ανέκαθεν μικρή δεδομένου, ότι η Ρωσία διαθέτει πανίσχυρο στρατό, γι’ αυτό και εμμένει στην διπλωματική και οικονομική απομόνωση της Ρωσίας.
Πάραυτα, είναι άραγε μόνο η κωλυσιεργία και η ατολμία τα «μελανά» σημεία της εξωτερικής πολιτικής του Μπαράκ Ομπάμα; Μήπως η αστοχία και οι λανθασμένες εκτιμήσεις; Η αμερικανική εμπλοκή στη Λιβύη δημιούργησε ένα ατελέσφορο εγχείρημα, όπου δεν λήφθηκε μέριμνα για την επάνοδο της χώρας στη δημοκρατία ενώ δεν συνεκτιμήθηκαν σεκταριστικοί παράγοντες και το εύφλεκτο κλίμα της ευρύτερης περιοχής που θα επέφεραν αργότερα την αποσταθεροποίηση.
Μία ακόμη επανάληψη του δράματος, αυτή τη φορά με συγκρούσεις σιιτών ανταρτών και της Αλ Κάιντα, γράφεται αυτές τις ημέρες στην Υεμένη. Η «στρατηγική υπομονή» εξαντλείται…