Παρασκευή 27 Δεκεμβρίου 2024

Η αμφίρροπη εκλογική «μάχη» στην Τουρκία!

Ο Τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν επέστρεψε στην προεκλογική του εκστρατεία δείχνοντας να έχει ξεπεράσει τα πρόσφατα «προβλήματα με το στομάχι», λόγω των οποίων είχε διακόψει μια ζωντανή τηλεοπτική συνέντευξη αλλά και τις προεκλογικές του εμφανίσεις.

Του  ΝΙΚΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ

Η ασθένεια, η οποία δηλώθηκε ως γαστρεντερίτιδα από τον Τούρκο υπουργό Υγείας Φαχρετίν Κότζα, έβγαλε στο προσκήνιο μια στιγμή αδυναμίας τού συνήθως σκληρού ηγέτη και, καθώς η υγεία ενός αρχηγού κράτους αποτελεί πάντα ένα λεπτό ζήτημα που ισορροπεί ανάμεσα στην εθνική ασφάλεια και στα κρατικά μυστικά, έβαλε πολλά ερωτηματικά στο τραπέζι για τις επερχόμενες εκλογές.

Χωρίς δευτερεύοντες ηγέτες

Η ακύρωση των εμφανίσεων του Ερντογάν για τρεις ημέρες ήταν ενδεικτική, καθώς οι προεκλογικές εκστρατείες και οι συγκεντρώσεις είναι το φόρτε του, αφού το ΑΚΡ είναι δομημένο κατά τέτοιο τρόπο που κανείς -ούτε ένας από τους υπουργούς του- δεν μπορεί να αντικαταστήσει τον μεγάλο ηγέτη.

Το επεισόδιο αυτό της υγείας του Ερντογάν ανέδειξε την έλλειψη δευτερευόντων προσώπων στο κόμμα, ικανών να συνδεθούν με τις μάζες. Πολλά από αυτά τα πρόσωπα είναι είτε αναποτελεσματικά είτε διχαστικά μέσα στην εκλογική βάση του κόμματος ΑΚΡ, καθιστώντας την απουσία του Ερντογάν επιζήμια τόσο για τις προοπτικές των προεδρικών εκλογών όσο και για τις κοινοβουλευτικές επιδόσεις του κόμματός του, με τις δημοσκοπήσεις να δείχνουν σταθερά ότι ο Ερντογάν βρίσκεται πίσω από τον Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου.

Διατήρηση ψηφοφόρων

Προηγουμένως, ο Ερντογάν θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τις γεμάτες ενέργεια επιδόσεις του στην προεκλογική εκστρατεία μαζί με τους κρατικούς πόρους και τον έλεγχο των κρατικών και ιδιωτικών Μέσων Ενημέρωσης για να φέρει ψήφους στην πλευρά του. Ωστόσο, η στρατηγική του αυτή τη φορά φαίνεται πως έχει σκοπό να διατηρήσει την υπάρχουσα βάση ψηφοφόρων αντί να τη διευρύνει. Για να το πετύχει αυτό, στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στα συντηρητικά αισθήματα, εξαπολύοντας αβάσιμες επιθέσεις κατά της αξιωματικής αντιπολίτευσης, αλλά και ανασύροντας από το συρτάρι το όραμα της «γαλάζιας πατρίδας» προβάλλοντας τα τουρκικά επιτεύγματα, είτε πρόκειται για το μίνι αεροπλανοφόρο «Anadolu» είτε για τα μαχητικά Hürjet και KAAN είτε για το νέο άρμα μάχης «Altay».

Πόλωση στο ζενίθ

Σε αντίθεση με τις πολωτικές λαϊκιστικές τακτικές του Ερντογάν και τη ρητορική «εμείς εναντίον τους», η αντιπολίτευση ακολουθεί την τακτική του πλουραλισμού.
Η τουρκική αντιπολίτευση, που ονομάστηκε «Τραπέζι των Έξι», είναι ένας ποικιλόμορφος συνασπισμός έξι πολιτικών κομμάτων, που περιλαμβάνει κοσμικές, φιλελεύθερες, αλλά και εθνικιστικές και θρησκευτικές συντηρητικές ιδεολογίες.
Το σπουδαιότερο, αυτή η συμμαχία δείχνει να συγκεντρώνει εξωτερική υποστήριξη από αριστερές και φιλελεύθερες ομάδες, αλλά και το σημαντικότερο πρόσφατα, το κρίσιμο και ρυθμιστή των εκλογών κουρδικό κίνημα.

Η απροσδόκητη ανθεκτικότητα της συμμαχίας μπορεί να αποδοθεί στην ενότητα της βάσης και στην πολιτική ηγεσία του Κιλιτσντάρογλου. Ως επικεφαλής του κύριου κόμματος της αντιπολίτευσης, του Ρεπουμπλικανικού Λαϊκού Κόμματος (CHP), η ικανότητα του Κιλιτσντάρογλου να συγκεντρώνει διαφορετικές παρατάξεις και να διατηρεί τη συνοχή της συμμαχίας έχει συμβάλει μέχρι στιγμής στη μεγάλη επιτυχία της.

Οι νέοι ψηφοφόροι

Επίσης, σημαντικός παράγοντας για το εκλογικό αποτέλεσμα είναι η ψήφος των νέων ψηφοφόρων. Οι ψηφοφόροι που πάνε για πρώτη φορά στην κάλπη δείχνουν να επιθυμούν μια αλλαγή στο πολιτικό κατεστημένο, καθώς έχουν ζήσει ολόκληρη τη ζωή τους υπό την εξουσία του Ερντογάν, αφού το κόμμα του βρίσκεται κυβερνά εδώ και 21 χρόνια. Ο αριθμός των νέων ψηφοφόρων ανέρχεται σε 5.200.000, ένα σημαντικό μέρος του εκλογικού σώματος που θα μπορούσε να επηρεάσει το εκλογικό αποτέλεσμα.

Ο νόμος περί παραπληροφόρησης

Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατόρθωσαν να παρακάμψουν το εμπόδιο του νόμου περί παραπληροφόρησης που φίμωνε τα Μέσα Ενημέρωσης τα οποία ελέγχονται σε μεγάλο βαθμό από τον Ερντογάν, επιτρέποντας στην αντιπολίτευση και στους επικριτές του Τούρκου προέδρου να εκφραστούν. Έτσι το αποτέλεσμα των εκλογών κατά έναν μεγάλο βαθμό θα εξαρτηθεί από το πόσο αποτελεσματικά και οι δύο πλευρές θα μπορέσουν να τα χρησιμοποιήσουν για τη διάδοση των μηνυμάτων τους την επικοινωνία με τους υποστηρικτές τους και τον βαθμό που θα μπορέσουν να επηρεάσουν έτσι τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους.

Οι πρόσφατες επιδόσεις του Κιλιτσντάρογλου στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, με ρεκόρ προβολών στο Twitter, είναι εντυπωσιακές και δείχνουν ότι ο Ερντογάν δεν μπορεί να βασιστεί στην κυριαρχία του στους τηλεοπτικούς σταθμούς για να σταματήσει την αντιπολίτευση από το να διαδώσει τα μηνύματά της στους ψηφοφόρους.

Οικονομικές προκλήσεις

Στο μεταξύ, ο Ερντογάν είναι αντιμέτωπος με την παραπαίουσα τουρκική οικονομία, η οποία αποτελεί μία ακόμη σημαντική πρόκληση. Η επίμονη νομισματική κρίση και τα υψηλά ποσοστά πληθωρισμού έχουν επηρεάσει αρνητικά την καθημερινή ζωή των Τούρκων πολιτών.
Μετά τους αρχικούς θριάμβους, η οικονομία της Τουρκίας ξεκίνησε να παραπαίει στα μέσα της δεκαετίας του 2010. Η λίρα υποχώρησε κατακόρυφα και ο πληθωρισμός εκτοξεύτηκε. Σε απόκλιση από τις συμβατικές οικονομικές στρατηγικές, η κυβέρνηση Ερντογάν απέφυγε να αυξήσει τα επιτόκια για να χαλιναγωγήσει τον πληθωρισμό. Κάπως έτσι η άλλοτε ευημερούσα τουρκική οικονομία άρχισε να καταρρέει.
Η οικονομική ύφεση, σε συνδυασμό με τη δημοκρατική οπισθοδρόμηση, οδήγησε σε σημαντική απώλεια ψήφων για το κυβερνών κόμμα.
Στις τοπικές εκλογές του 2019 η κυβερνητική συμμαχία έχασε τον έλεγχο πολλών μεγάλων πόλεων.

Ο δεύτερος γύρος

Στο εκλογικό σύστημα της Τουρκίας ένας υποψήφιος για την προεδρία πρέπει να εξασφαλίσει πάνω από το 50% των ψήφων για να κερδίσει στον πρώτο γύρο. Αν κανένας υποψήφιος δεν το πετύχει αυτό, πραγματοποιείται δεύτερος γύρος με τους δύο πρώτους υποψηφίους και πρόεδρος αναδεικνύεται αυτός που έχει τις περισσότερες ψήφους, όχι απαραίτητα πάνω από 50%.
Μένει να δούμε αν ο Ερντογάν θα μπορέσει να ξεπεράσει τις δυσκολίες και να εξασφαλίσει το πολυπόθητο αυτό ποσοστό του 50% + 1, αν και όλα δείχνουν πως ο καλά εδραιωμένος πολιτικός μηχανισμός του και οι πολωτικές τακτικές του δεν θα είναι αρκετές για να εξασφαλίσει άλλη μία θητεία στην εξουσία.
Αυτό που είναι σαφές, ωστόσο, είναι ότι αυτές οι εκλογές θα αποτελέσουν κομβική στιγμή για την Τουρκία και τη μελλοντική της πορεία.

Το γενικό αίσθημα
Είναι ωστόσο χαρακτηριστικό ότι ένας αέρας απόγνωσης έχει εμφιλοχωρήσει στις προεκλογικές ομιλίες του προέδρου και των ανώτερων στελεχών του ισλαμοσυντηρητικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP).
Για να αποσπάσουν την προσοχή των ψηφοφόρων από την καταστροφική κακοδιαχείριση της οικονομίας εκ μέρους τους, εκφωνούν τετριμμένα τροπάρια προκειμένου να συνδεθούν με τους ψηφοφόρους.
Τελευταία μάλιστα ο Ερντογάν ισχυρίζεται ότι η αντιπολίτευση υποστηρίζεται από τρομοκράτες επαναφέροντας στο προσκήνιο τις δήθεν σχέσεις των γκιουλενιστών με αυτήν.

«Δυτική συνωμοσία»

Μετά, έρχεται το γνωστό σενάριο όπου η Δύση σχεδιάζει να επηρεάσει την ψηφοφορία. Τα μέλη του υπουργικού του συμβουλίου, ο ένας μετά τον άλλο, επισημαίνουν πως ο πρόεδρος Τζο Μπάιντεν έχει δηλώσει ότι οι ΗΠΑ πρέπει να «διευκολύνουν» την αντιπολίτευση να νικήσει τον Ερντογάν στις εκλογές. Μάλιστα, ο υπουργός Εσωτερικών Σουλεϊμάν Σοϊλού έχει προειδοποιήσει για μια δυτική «απόπειρα πολιτικού πραξικοπήματος» την ημέρα των εκλογών.
Ο Ερντογάν, επίσης, προχώρησε σε νύξεις περί «συνωμοσίας» εναντίον του. Αναφερόμενος στον εαυτό του σε τρίτο πρόσωπο, είπε στην τηλεόραση του CNN-Turk: «Η Δύση λέει ότι είναι εναντίον του Ερντογάν. Η εχθρική τους στάση απέναντι στον Ερντογάν είναι μια εχθρική στάση απέναντι στο έθνος μου – το έθνος μου θα ματαιώσει αυτή τη συνωμοσία στις 14 Μαΐου».

Όλες αυτές οι δηλώσεις για «δυτικές συνωμοσίες» μυρίζουν συνειδητοποίηση επερχόμενης ήττας και προετοιμασία γι’ αυτήν.
Βέβαια ο Ερντογάν δεν έχει εντελώς άδικο να υποθέτει ότι ο Μπάιντεν και πολλοί Ευρωπαίοι ηγέτες θα χαίρονταν να τον δουν να χάνει τις εκλογές. Ο συμφιλιωτικός τόνος της φωνής του Κιλιτσντάρογλου, σε έντονη αντίθεση με τη διαρκή για χρόνια απέναντι στη Δύση ένταση στον πολιτικό λόγο του Ερντογάν, θα ήταν από μόνη της μια ευπρόσδεκτη αλλαγή.
Πολλοί Δυτικοί ηγέτες ευελπιστούν πως μια αλλαγή ηγεσίας στην Άγκυρα θα οδηγήσει στην ταχεία επιστροφή της Τουρκίας στον Οργανισμό του Βορειοατλαντικού Συμφώνου μετά από χρόνια μετατόπισης προς Ανατολάς.
Σε μια εποχή κατά την οποία το ΝΑΤΟ αντιμετωπίζει τη μεγαλύτερη πρόκληση της σύγχρονης Ιστορίας του από την εισβολή του Βλαντιμίρ Πούτιν στην Ουκρανία, το ΝΑΤΟ επιθυμεί να έχει την Τουρκία ως μέρος της συναίνεσης και όχι ως παράγοντα αναταραχής.

Μειωμένες προσδοκίες

Ακόμη όμως κι αν οι εκλογές αναδείξουν τον Κιλιτσντάρογλου, όλοι γνωρίζουν καλά πως ο νέος Τούρκος ηγέτης δεν θα αλλάξει και πολλά πράγματα όσον αφορά την εξωτερική πολιτική.
Πιθανότατα θα στρέψει το ενδιαφέρον του στις εσωτερικές προτεραιότητες που έχει υποσχεθεί -όπως η απελευθέρωση πολιτικών κρατουμένων, η αποδέσμευση του Τύπου από τον ασφυκτικό κρατικό έλεγχο, η εξομάλυνση του υψηλού πληθωρισμού, η διάσωση ενός αδύναμου νομίσματος και η διόρθωση της ζημιάς από τους δίδυμους σεισμούς του Φεβρουαρίου-, αλλά δεν θα αλλάξει τη στάση του απέναντι στο ζήτημα της Ανατολικής Μεσογείου ή του Μεσανατολικού ή την αγορά του ρωσικού συστήματος αντιπυραυλικής άμυνας S-400, το οποίο δυνητικά θέτει σε κίνδυνο την άμυνα του ΝΑΤΟ. Ο Κιλιτσντάρογλου έχει υποστηρίξει αυτή την αγορά και έχει δηλώσει επίσης ότι θέλει να διατηρήσει καλές σχέσεις με τη Ρωσία, η οποία έχει γίνει ένας από τους σημαντικότερους εμπορικούς εταίρους της Τουρκίας, καθώς και βασικός προμηθευτής ενέργειας.
Για τον ίδιο λόγο, η Δύση δεν πρέπει να περιμένει από μια κυβέρνηση Κιλιτσντάρογλου να ενταχθεί στο καθεστώς κυρώσεων κατά της Ρωσίας ή να συμμετάσχει σε οποιοδήποτε είδος οικονομικού αποκλεισμού της Μόσχας.

Ένας άλλος τομέας όπου ο Κιλιτσντάρογλου δεν θα αλλάξει τακτική είναι η Συρία, ειδικά στις συναλλαγές του με τις κουρδικές ομάδες οι οποίες έχουν βοηθήσει τη Δύση στον αγώνα κατά του ISIS. Εκεί υπάρχει ελάχιστη διαφορά μεταξύ του Ερντογάν και της αντιπολίτευσης ως προς την άποψη ότι οι κουρδικές ομάδες, ορισμένες από τις οποίες είναι ευθυγραμμισμένες με τρομοκρατικές οργανώσεις, αντιπροσωπεύουν μια υπαρξιακή απειλή για την Τουρκία.
Επιπλέον, ο Κιλιτσντάρογλου έχει δηλώσει πως θέλει να απελάσει εκατομμύρια Σύρους πρόσφυγες πίσω στην κατεστραμμένη από τον πόλεμο πατρίδα τους, μια κίνηση η οποία δεν πρόκειται να τον κάνει αγαπητό στις οργανώσεις προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Για τους λόγους αυτούς η Δύση θα ήταν σοφό να διαχειριστεί με ιδιαίτερη προσοχή τις προσδοκίες της.
Ο Κιλιτσντάρογλου έχει υποσχεθεί να θέσει σε νέα βάση τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση, «αλλά» -όπως εκτιμά το Bloomberg- «ακόμη κι αν αλλάξει η κυβέρνηση στην Άγκυρα, οι προτεραιότητές της θα είναι διαφορετικές από εκείνες της Ουάσιγκτον ή των Βρυξελλών».

Όπως δημοσιεύθηκε στην “ΜΠΑΜ στο ρεπορτάζ” που κυκλοφορεί 

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ