Ήταν μία από τις κοπέλες, μπορεί και η μοναδική, που κατάφερε να ξεφύγει από τον ασφυκτικό κλοιό των δύο οργανώσεων των σύγχρονων «δουλεμπόρων».
Του ΦΩΤΗ ΑΝΔΡΕΟΥ
Μια από τις κοπέλες που κατάφερε να «αποδράσει» από τα χέρια των μαφιόζων του κυκλώματος μιλά για τη φρίκη που βίωσε!
Των ανθρώπων που, σύμφωνα με τα στοιχεία των Αρχών, έφερναν κορίτσια από την Κολομβία και τις εξέδιδαν. Πριν καλά καλά πατήσουν το πόδι τους στη χώρα μας ήταν «χρεωμένες» με ένα χρηματικό ποσό που δεν μειωνόταν ποτέ. Γυναίκες που έπρεπε να πληρώνουν ακόμα και τον… αέρα που ανέπνεαν προκειμένου να ξεπληρώσουν τους αρχηγούς των εγκληματικών οργανώσεων. Μόνο το πολυτελές σπίτι όπου έμενε ο φερόμενος αρχηγός και η σύζυγός του στην περιοχή της Γλυφάδας με την πισίνα κόστιζε 1.000 ευρώ τον μήνα, ένα ποσό αστείο για τα κέρδη τους που έβγαιναν από την εκμετάλλευση ανθρώπων.
Η «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ» εξασφάλισε και παρουσιάζει τα όσα ανέφερε η νεαρή η οποία ήρθε στη χώρα μας από το Μεδεγίν της Κολομβίας. Μια πόλη η οποία έχει συνδέσει το όνομά της με τη δράση του διαβόητου εμπόρου ναρκωτικών Πάμπλο Εσκομπάρ.
Μωρομάνα
Η «Μπέττυ», όπως ήταν το ψευδώνυμο της νεαρής, στα 15 της χρόνια είχε κιόλας ένα παιδί. Από την οικογένειά της δούλευε μόνο ο πατέρας της σε εργοστάσιο επίπλων, ενώ η μητέρα της ήταν άνεργη. Παρά τις οικονομικές δυσκολίες, κατάφερε να τελειώσει το σχολείο και να μπει στο πανεπιστήμιο, ενώ έκανε και προσπάθειες για να βρει μια σταθερή δουλειά και να μεγαλώσει τον γιο της.
Αυτό εκμεταλλεύτηκε και το κύκλωμα από τη χώρα μας που το τελευταίο χρονικό διάστημα έχει ανοίξει «διαύλους» επικοινωνίας και επαφών με τη χώρα της Λατινικής Αμερικής. «Τον Μάρτιο του 2023 κάποιες φίλες μου, ξέροντάς τη δύσκολη οικονομική κατάσταση που είχα, μου είπαν ότι μπορούσα να πάω στην Ελλάδα για να δουλέψω ως εκδιδόμενη σε οίκους ανοχής. Μάλιστα, μου είπαν ότι σε τρεις μήνες θα έβγαζα πάρα πολλά λεφτά. Αν δεχόμουν, θα μου έδιναν το τηλέφωνο ενός Κολομβιανού που ζει στην Ελλάδα και βρίσκει κοπέλες από την Κολομβία για να δουλέψουν ως εκδιδόμενες στην Ελλάδα».
Τα μηνύματα
Ήταν η πρώτη προσέγγιση που έγινε στην «Μπέττυ». Στη συνέχεια αντάλλαξε διάφορα μηνύματα με τον συμπατριώτη της ο οποίος της περιέγραψε μια διαφορετική κατάσταση από αυτήν που την περίμενε. «Μου είπε ότι θα δουλεύω σε διάφορα μαγαζιά κάνοντας ερωτικά ραντεβού, το καθένα από τα οποία θα κοστίζει 70 ευρώ. Από αυτά τα λεφτά το 70% θα το κράταγα εγώ και το άλλο 30% θα πήγαινε στα αφεντικά. Θα μου τα κρατούσαν για την ασφάλειά, τη διαμονή μου και τις μεταφορές μου».
Έστειλε φωτογραφίες της για να την «εγκρίνει» το κύκλωμα και για να είναι σίγουρο ότι η λατινοαμερικάνικη εμφάνισή της θα προσέλκυε τους πελάτες. Ο αρχηγός του κυκλώματος, ο οποίος συνομίλησε μαζί της, την «καθησύχασε λέγοντάς μου ότι η δουλειά που θα κάνω και τα μαγαζιά που θα δουλεύω είναι όλα νόμιμα και δε θα έχω κανένα πρόβλημα. Μου είπε ότι θα μου στείλει αυτός τα εισιτήρια τόσο για να έρθω στην Ελλάδα, όσο και για να επιστρέψω στη Κολομβία μετά από τρεις μήνες, όσο δηλαδή είχα δικαίωμα να παραμείνω στην Ελλάδα».
Η «Μπέττυ», όταν έφτασε στο αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος», δεν φανταζόταν ότι ήδη… χρωστούσε χρήματα στο κύκλωμα. Της είπαν να πάρει ένα ταξί που θα την πήγαινε σε μια διεύθυνση που θα της έστελναν. «Μόλις έφτασα με παρέλαβε μια κύρια γύρω στα 53 που δούλευε εκεί, η οποία πλήρωσε και το ταξί. Κατάλαβα ότι πρόκειται για οίκο ανοχής, γιατί υπήρχε απ’ έξω μια μεγάλη επιγραφή που έγραφε studio. Μπήκαμε στο studio και μετά από δέκα λεπτά περίπου ήρθε μέσα και μια γυναίκα που μου παρουσιάστηκε ως η ‘’Ελένη’’. Η ‘‘Ελένη»’’ με καλωσόρισε και μου είπε ότι θα με πάει στο δωμάτιό μου. Ανεβήκαμε στον τρίτο όροφο του κτιρίου και εκεί υπήρχαν συνολικά πέντε δωμάτια, όπου έμεναν και άλλες εκδιδόμενες, καθώς και κάμερες στους διαδρόμους. Πήγαμε έξω από ένα δωμάτιο και μου έδωσε το κλειδί της πόρτας αυτού, λέγοντάς μου ότι αυτό κοστίζει 40 ευρώ».
Το «χρέος»
Λίγες ώρες αργότερα άκουσε για πρώτη φορά για το χρέος της. «Μου είπε ότι έχει δημιουργηθεί από μέρους μου ένα χρέος συνολικού ποσού 2.715 ευρώ. Από αυτά, το ποσό των 2.600 ευρώ αντιστοιχούσε στα εισιτήριά μου, τα 65 ευρώ στο ταξί που με μετέφερε από το αεροδρόμιο, τα 40 ευρώ στο δωμάτιο που θα έμενα και τα 10 ευρώ στο φαγητό που μου έδωσαν με την άφιξή μου. Συγκεκριμένα μου ανέφερε ότι θα έπρεπε με τη δουλειά μου να ξεχρεώσω πρώτα το χρέος και, αφού γίνει αυτό, τότε θα αρχίσω κρατάω χρήματα για έμενα. Τότε κατάλαβα ότι με εξαπάτησαν, γιατί το ποσό αυτό ήταν τεράστιο και θα έπρεπε να δουλεύω μόνο και μόνο για να το ξεχρεώσω, χωρίς να μπορέσω να κρατήσω κάτι για εμένα. Άλλωστε είδα ότι το εισιτήριο για να έρθω κόστιζε γύρω στα 600 ευρώ».
Πλήρωνε έναν μεταφορέα του κυκλώματος 5 ευρώ για κάθε διαδρομή. «Όταν δεν θα μπορούσε να με πάει αυτός, θα έπαιρνα ταξί που θα το πλήρωνα μόνη». Αποκάλυψε επίσης ότι «όταν κάποια από τις κοπέλες ήθελε κοκαΐνη ή μαριχουάνα, τα ζητούσαν από ένα μέλος του κυκλώματος και αυτός τους τα έφερνε έναντι αμοιβής».
Τα ραντεβού
Ξεκίνησε να προσφέρει τις ερωτικές υπηρεσίες της προσπαθώντας να ξεχρεώσει. «Είχα κάνει, αν θυμάμαι καλά, γύρω στα επτά ραντεβού, το καθένα από τα οποία κόστιζε 50 ευρώ. Όμως το πρωί που πήγα να πληρωθώ η γυναίκα που δούλευε ως υπηρεσία μού έδωσε τα μισά, γύρω στα 180. Εγώ της είπα ότι η συμφωνία που είχα με το αφεντικό ήταν να κρατάω το 70% του ποσού, αλλά αυτή μου είπε ότι θα παίρνεις τα μισά».
Οι συνθήκες όμως ήταν απάνθρωπες και πολλές φορές εξευτελιστικές, υπό το καθεστώς τρόμου. «Σε κάθε βάρδια έκανα δύο με τέσσερα ραντεβού, ενώ μερικές φορές που δούλευα διπλοβάρδια έφτανα τα επτά. Δούλευα ακόμα και όταν είχα περίοδο, φορώντας ταμπόν. Ρεπό δε μου έδιναν ποτέ. Μάλιστα, μερικές φορές που ήμουν πάρα πολύ κουρασμένη και δεν μπορούσα να πάω για δουλειά, μου έβαζαν πρόστιμο 100 ευρώ. Αν πάλι αργούσα λίγο να φτάσω στα μαγαζιά για να ξεκινήσω τη δουλειά, το πρόστιμο ήταν 50 ευρώ. Κατά τη διάρκεια της δουλειάς προσπαθούσα να είμαι όσο το δυνατό πιο απόμακρη προς τους πελάτες κατά την παρουσίασή μου σε αυτούς, έτσι ώστε να μη κάνω πολλά ραντεβού».
Η γυναίκα του αφεντικού
Κάποια στιγμή η νεαρή γνώρισε και τη γυναίκα του αφεντικού, η οποία αποδείχτηκε πιο σκληρή απ’ όλα τα μέλη του κυκλώματος. «Σε όσες κοπέλες αντιδρούσαν στην πληρωμή του χρέους που τους είχαν φορτώσει, τους φώναζε και τις απειλούσε ότι αν δεν πληρώσουν θα φωνάξει κάποιους ψηλούς άντρες για να τις αναγκάσουν να το κάνουν. Έλεγε ότι αυτοί οι άνδρες ήταν οι ‘‘μπράβοι’’ της».
Υπήρχαν κορίτσια που, προσπαθώντας να εξοφλήσουν το χρέος τους, πήγαιναν και δούλευαν και σε άλλους οίκους ανοχής που δεν ανήκαν στο κύκλωμα. «Μια φορά μια εκδιδόμενη με το ψευδώνυμο Roxanna, αφού τελείωσε τη βάρδιά της, πήγε να δουλέψει και σε κάποιον άλλο οίκο ανοχής στο κέντρο. Μετά από λίγες μέρες, δεν ξέρω πώς, το έμαθε μια γυναίκα, μέλος του κυκλώματος, και πήγε στο ξενοδοχείο όπου έμενε και απαίτησε να ξεπληρώσει γρηγορότερα το χρέος της. Μάλιστα, της πήρε όχι μόνο τις εισπράξεις της τελευταίας βάρδιάς της, αλλά και ότι λεφτά είχε μαζεμένα από τη δουλειά της, καθώς και το διαβατήριό της. Επίσης τα ραντεβού που έκανε η Roxanna στην επόμενη βάρδιά της δεν τα πληρώθηκε καθόλου».
Οι «οίκοι» του βορρά
Οι δύο εγκληματικές οργανώσεις που εξαρθρώθηκαν από την Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και Εμπορίας Ανθρώπων διατηρούσαν οίκους ανοχής και στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη. Η Κολομβιανή θεώρησε ότι στα «μαγαζιά» της Βορείου Ελλάδος η κατάσταση ήταν λίγο καλύτερη και ζήτησε να πάει να δουλέψει εκεί. «Τα ραντεβού εκεί κόστιζαν 40 ευρώ. Το πρώτο δεν το πληρωνόμουν, πήγαινε για το μαγαζί όπως μου έλεγαν, και πληρωνόμουν από το δεύτερο και μετά. Από τα 40 ευρώ μου έδιναν τα μισά, από τα οποία όμως έπρεπε να αφαιρείται και το χρέος. Παρόλο που τα κορίτσια στην Αθήνα μου είπαν ότι στη Θεσσαλονίκη είχε καλύτερα λεφτά, τελικά ήταν χειρότερα».
Η φυγή
Η κατάσταση πήγαινε από το κακό στο χειρότερο και ο καιρός περνούσε. Η «Μπέττυ» ήταν πλέον απελπισμένη και αποφάσισε να φύγει όπως όπως, διακινδυνεύοντας ακόμα και τη ζωή της. «Έτσι με τα μόνα χρήματα που είχα καταφέρει να μαζέψω έκλεισα εισιτήριο για Μεδεγίν, με ενδιάμεσες στάσεις τη Ρώμη και τη Μαδρίτη. Την ημέρα εκείνη ετοίμασα κρυφά τα πράγματά μου, για να μη με καταλάβει κανείς και πήγα να δουλέψω κανονικά. Δούλεψα τη βάρδια 08:00-17:00, γύρισα στο σπίτι, πήρα τα πράγματά μου και σχεδόν τρέχοντας έφυγα και πήρα ταξί για το αεροδρόμιο της Θεσσαλονίκης».
Και σαν μην έφταναν όλα όσα είχε περάσει, όταν μια από τις γυναίκες του κυκλώματος «κατάλαβε ότι έφυγα, άρχισε να μου στέλνει απειλητικά μνήματα, στα οποία έγραφε ‘‘πες μου πού πήγες’’, ‘‘πού είσαι’’, ‘‘δώσε μου τα λεφτά μου’’, ‘‘μην κρύβεσαι, θα σε ψάξω και θα σε βρω, θα σε βρω το ορκίζομαι’’».
Η «Μπέττυ» όμως δεν θα ξαναγυρνούσε ποτέ, όσο και αν είχε ανάγκη τα χρήματα για να μεγαλώσει τον γιο της.