Η Ένωση Εισαγγελέων Ελλάδος (ΕΕΕ), με αφορμή σχόλια που γίνονται για τους ανακριτές οι οποίοι χειρίζονται την υπόθεση των βουλευτών και μελών της Χρυσής Αυγής, επισημαίνει ότι αυτά υποκρύπτουν κίνητρα άσχετα με την απονομή του δικαίου.
Ειδικότερα, η Ένωση επισημαίνει ότι «η αξιολόγηση της ποινικής κατηγορίας και η επιλογή της επιβολής ή μη μέτρων δικονομικού καταναγκασμού στον κατηγορούμενο είναι έργο που έχει ανατεθεί από το Σύνταγμα και το νόμο στην κυριαρχική κρίση του αρμόδιου δικαστή και εισαγγελέα, οι οποίοι μόνοι έχουν τη γνώση του συνόλου του υλικού της σχετικής δικογραφίας, επί τη βάσει του οποίου αποφαίνονται».
Συνεπώς, συνεχίζει η ΕΕΕ, «εικασίες, κρίσεις ή επιθυμίες τρίτων που δεν χειρίζονται ως αρμόδιοι δικαστικοί λειτουργοί την υπόθεση και αγνοούν τα στοιχεία της δικογραφίας, ουδεμία σχέση έχουν με την απονομή της Ποινικής Δικαιοσύνης, ούτε εξυπηρετούν τη σύμφωνα με το Σύνταγμα αντικειμενική, νηφάλια και ορθή απονομή της».
Παράλληλα, οι εισαγγελείς, υπογραμμίζουν ότι «οι λειτουργοί της Δικαιοσύνης έχουν ανταποκριθεί και εξακολουθούν να αίρονται στο ύψος των εκάστοτε περιστάσεων, υποτάσσοντας με αυταπάρνηση την προσωπικότητα και την ικμάδα τους στην υπηρεσία της ορθής απονομής του δικαίου, ως θεμελιώδους στοιχείου της εύρυθμης λειτουργίας της Δημοκρατίας και της ομαλής κοινωνικής συμβίωσης».
Συνεπώς, καταλήγουν οι εισαγγελικοί λειτουργοί, «κρίσεις επιπολής, σχολιασμοί προερχόμενοι από φορείς αναρμόδιους ως επί το πλείστον και δυσαρέσκειες υποκρύπτουσες κίνητρα άσχετα με την απονομή του δικαίου, ουδόλως συμβάλλουν στην προστασία της θεσμικής αυθεντίας των πολιτειακών λειτουργιών, ούτε στη δημιουργία και διατήρηση του κλίματος καταλλαγής και νηφαλιότητας, που είναι αναγκαίο για την επικράτηση του δικαίου και την ηθική υπεροχή της Δημοκρατίας».