Η Ευρωπαϊκή Ένωση μελετά τρόπους να χρησιμοποιήσει πόρους Ρώσων ολιγαρχών που έχει παγώσει ώστε να χρηματοδοτηθεί το εγχείρημα της ανοικοδόμησης της Ουκρανίας μετά τον πόλεμο, δήλωσε η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, μιλώντας στο γερμανικό δημόσιο τηλεοπτικό δίκτυο ZDF.
Νωρίτερα την Τετάρτη, η Κομισιόν πρότεινε τη χορήγηση δανείου 9 δισεκ. δολαρίων για να βοηθήσει την κυβέρνηση της Ουκρανίας, που πασχίζει να αντιμετωπίσει την εισβολή των ρωσικών στρατευμάτων, ενώ θέλει να δημιουργήσει ταμείο για την ανοικοδόμηση της χώρας μεταπολεμικά.
«Οι νομικοί μας σύμβουλοι εργάζονται εντατικά για να βρουν πιθανούς τρόπους αξιοποίησης παγωμένων πόρων των ολιγαρχών για την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας. Νομίζω πως η Ρωσία πρέπει να κάνει κι αυτή τη συνεισφορά της», είπε η κυρία φον ντερ Λάιεν, αναφερόμενη στα περιουσιακά στοιχεία ρώσων επιχειρηματιών που έχουν δεσμεύσει οι Βρυξέλλες.
Ακόμη, η κυρία φον ντερ Λάιεν είπε πως τάσσεται υπέρ της σύνδεσης της μακροπρόθεσμης ανοικοδόμησης της Ουκρανίας με τις απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις για την ενδεχόμενη εισδοχή της στην ΕΕ.
Χρειάζεται να γίνουν μεταρρυθμίσεις σε πεδία όπως είναι το κράτος του δικαίου, η οικονομική και η πολιτική σφαίρα, ανέφερε.
«Η διαδικασία ένταξης εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το πώς συμπεριφέρεται η (υποψήφια) χώρα και το τι κάνει. Η Ουκρανία θέλει να ενταχθεί στην ΕΕ με κάθε κόστος που σημαίνει ότι έχει μεγάλο κίνητρο για προχωρήσει στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις», πρόσθεσε η ίδια.
«Θα χρειαστεί να συγχρηματοδοτήσουμε την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας (…). Έχει νόημα οι μεταρρυθμίσεις να γίνουν ταυτόχρονα, για παράδειγμα αυτές που αφορούν την καταπολέμηση της διαφθοράς και την οικοδόμηση του κράτους δικαίου», συμπλήρωσε η γερμανίδα πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
ΗΠΑ: Στο τραπέζι κυρώσεις στους αγοραστές πετρελαίου της Ρωσίας
Η κυβέρνηση Μπάιντεν δεν έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο να προχωρήσει στην επιβολή κυρώσεων σε χώρες που αγοράζουν πετρέλαιο από τη Ρωσία εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία, αλλά θα κινηθεί προσεκτικά εξαιτίας του δυνητικού αντίκτυπου της κίνησης στην παγκόσμια αγορά μαύρου χρυσού, δήλωσε η υπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ, η Τζένιφερ Γκράνχολμ.
Οι ΗΠΑ, το ΗΒ και ο Καναδάς επέβαλαν εμπάργκο στο ρωσικό πετρέλαιο μετά την εισβολή στην Ουκρανία που διέταξε το Κρεμλίνο την 24η Φεβρουαρίου. Όμως η Ουάσινγκτον δεν επέβαλε τις λεγόμενες δευτερεύουσες κυρώσεις σε χώρες που αγοράζουν ρωσικό αργό — όπως συμβαίνει αντίθετα με τα κράτη που αγοράζουν ποσότητες από το Ιράν.
«Η κυβέρνηση θα λάβει αποφάσεις» για το ζήτημα, περιορίστηκε να πει η κυρία Γκράνχολμ απευθυνόμενη σε δημοσιογράφους στην Ουάσινγκτον.
Τις αμερικανικές κυρώσεις καταρτίζουν συνήθως τα υπουργεία Οικονομικών και Εξωτερικών, όμως το υπουργείο Ενέργειας εμπλέκεται και εκφράζεται όταν έχουν συνέπειες στις τιμές του πετρελαίου σε παγκόσμια κλίμακα.
Αρκετές χώρες, ανάμεσά τους η Ινδία και η Κίνα, συνεχίζουν τις αγορές πετρελαίου από τη Ρωσία, που σε τελευταία ανάλυση συμβάλλουν στη χρηματοδότηση του πολέμου, ερίζει η Ουάσινγκτον.
Η Ινδία, ο τρίτος μεγαλύτερος εισαγωγέας αργού στον κόσμο, αύξησε τις εισαγωγές πετρελαίου από τη Ρωσία στα περίπου 277.000 βαρέλια την ημέρα τον Απρίλιο, από τα 66.000 βαρέλια τον Μάρτιο. Η Κίνα έχει επίσης αυξήσει τις εισαγωγές του ρωσικού πετρελαίου, που αγοράζει με έκπτωση.
Ερωτηθείσα αν θα επιβληθούν δευτερεύουσες κυρώσεις, η κυρία Γκράνχολμ είπε πως αυτό «δεν αποκλείεται».
Όμως αυτό το μέτρο θα μπορούσε να αυξήσει τις τιμές των καυσίμων, την ώρα που η κυβέρνηση Μπάιντεν ανησυχεί για τα ρεκόρ που συνεχίζουν να καταγράφουν στα πρατήρια παρά τις κινήσεις της, όπως η αποδέσμευση ποσοτήτων-ρεκόρ από τα στρατηγικά αποθέματα, σε εκλογική χρονιά.
Σύμφωνα με την κυρία Γκράνχολμ, το πρώτο πακέτο των κυρώσεων της Δύσης στη Ρωσία είχε αποτέλεσμα να μειωθεί η παγκόσμια προσφορά κατά 1,5 εκατομμύριο βαρέλια την ημέρα και το σχέδιο της ΕΕ να τερματίσει τις εισαγωγές ρωσικού αργού θα μπορούσε να αφαιρέσει άλλο 1,5 εκατ. βαρέλια την ημέρα ως το τέλος της χρονιάς.
«Αυτό προφανώς θα δημιουργούσε επιπρόσθετες πιέσεις στις τιμές (…). Δεν θέλουμε οι πολίτες μας να πλήττονται» από μεγάλα κόστη για την αγορά καυσίμων, τόνισε η υπουργός Ενέργειας των ΗΠΑ.
Διαβάστε επίσης
Οι Ρώσοι καίνε “απαγορευμένα” βιβλία στη Μελιτόπολη