Σε 15ετή κάθειρξη καταδικάστηκε ο πρώην υπουργός Εσωτερικών της Κύπρου Ντίνος Μιχαηλίδης και ο γιος του Μιχάλης για τις μίζες των εξοπλιστικών.
Το Τριμελές Εφετείο Κακουργημάτων επέβαλε ισόβια κάθειρξη στον πρώην σύμβουλο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Αναστάσιο Σοφό, 12 χρόνια στη σύζυγό του Μαρία ενώ ισόβια κάθειρξη και 17 έτη στον Φουαντ Αλ Ζαγιάντ.
Σε δήλωσή του ο συνήγορος υπεράσπισης τόνισε : Τρεις Ελληνίδες δικαστές αποφάσισαν σε πρώτο βαθμό και με βάση τα συκοφαντικά ψεύδη ενός ήδη καταδικασθέντος και ενός πρώην φυγόδικου και νηλυν φυγόποινου. Τα λάθη είναι ανθρώπινα. Humanum erraze. Γι’ αυτό και τις εσφαλμένες δικαστικές αποφάσεις διορθώνουν άλλα ανώτερα δικαστήρια. Στο δευτεροβάθμιο θα αποφευχθούν πλάνες και σφάλματα, θα αποδειχθεί η αλήθεια.
Το δικαστήριο έκανε δεκτή την πρόταση της εισαγγελέως της έδρας η οποία είχε ζητήσει ενοχή όλων των κατηγορουμένων τονίζοντας πως «τέλεσαν τα αδικήματα επανειλημμένα, μεθοδευμένα, χρησιμοποίησαν εξωχώριες εταιρίες και τραπεζικούς λογαριασμούς. Δεν επρόκειτο για περιστασιακή ιστορία, καθώς είχαν αποκτήσει υποδομή».
Νωρίτερα, το δικαστήριο είχε απορρίψει το αίτημα των κατηγορουμένων για την αναγνώριση ελαφρυντικών. Η εισαγγελέας πρότεινε να επιβληθεί κάθειρξη 14 ετών τόσο στο Ντίνο Μιχαηλίδη όσο και για το γιο του Μιχάλη.
Ισόβια κάθειρξη πρότεινε για τον Αλ Σαγιαντ Φουάντ και τον πρώην σύμβουλο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Αναστάσιο Σοφό καθώς και επιπλέον 15 χρόνια φυλάκισης για τον πρώτο κατηγορούμενο και 10 για τον δεύτερο. Για την σύζυγο του Αναστάσιου Σοφού που κατηγορείται για συνέργεια σε ξέπλυμα βρώμικου χρήματος η εισαγγελική λειτουργός πρότεινε ποινή κάθειρξης 10 ετών.
Στην υπόθεση πλην του Ντίνου Μιχαηλίδη, κατηγορούμενοι για διακίνηση πολλών εκατομμυρίων ευρώπροερχόμενων από παράνομες αμοιβές για την αγορά από το ελληνικό Δημόσιο των ρωσικών συστημάτων, είναι ο Μιχάλης Μιχαηλίδης, γιος του πρώην κύπριου υπουργού, ο καταζητούμενος επιχειρηματίας Φουάντ Αλ Ζαγιάντ, ο πρώην νομικός σύμβουλος του ελληνικού κράτους Αναστάσιος Σοφός και η σύζυγος του Μαρία Σοφού.
Σύμφωνα με το κατηγορητήριο που έχει συνταχθεί για την υπόθεση, σκέλος της μεγάλης έρευνας της Δικαιοσύνης για τις λεγόμενες «μίζες από εξοπλιστικά προγράμματα»,οι τέσσερις κατηγορούμενοι διευκόλυναν την διακίνηση μεγάλου χρηματικού ποσού εκατομμυρίων ευρώ προερχόμενων από τον καταζητούμενο συγκατηγορούμενο τους Αλ Ζαγιάντ τα οποία μέσω τριών υπεράκτιων εταιριών και λογαριασμών είχαν τελικό αποδέκτη τον Άκη Τσοχατζόπουλο. Η δικογραφία περιλαμβάνει τις καταθέσεις του εξάδελφου του Άκη Τσοχατζόπουλου Νίκου Ζήγρα ο οποίος ισχυρίζεται πως ο πρώην κύπριος πολιτικός εξυπηρέτησε τον έλληνα πρώην υπουργό Εθνικής Άμυνας μεταφέροντας του χρήματα σε βαλίτσες.
Η Εισαγγελέας επικαλέστηκε στην αγόρευση της αρκετές φορές τους ισχυρισμούς του εξάδελφου του Άκη Τσοχατζόπουλου Νίκου Ζήγρα , μάρτυρα στην παρούσα δίκη, ο οποίος έχει καταδικαστεί μαζί με τον πρώην υπουργό Άμυνας για παράνομα χρήματα από εξοπλιστικά . Όπως τόνισε ωστόσο η εισαγγελική λειτουργός για τον επί πολλά χρόνια στενό συνεργάτη του Άκη Τσοχατζόπουλου: «Δεν ήταν ένας αθώος άνθρωπος. Ήταν δεξί χέρι, εξ απορρήτων του πρώην υπουργού, επωφελήθηκε και αυτός τα μέγιστα. Κανείς δεν έβαλε το κεφάλι του στο ντορβά δωρεάν. “Έδωσε” τους υπόλοιπους και πήρε ελαφρυντικό. Ανθρώπινο…».
Στην αγόρευση της η εισαγγελική λειτουργός ανέφερε πως τα στοιχεία επιβεβαιώνουν όσα υποστηρίζει ο Ζήγρας ενώ τόνισε πως η πλευρά του κύπριου πρώην υπουργού δεν προσκόμισε κανένα έγγραφο, που να αποδεικνύει ότι οι επίδικες συναλλαγές που έγιναν με τον κατηγορούμενο επιχειρηματία Φουάντ Αλ Ζαγιάντ ήταν νόμιμες και όχι δικίνηση «μαύρων χρημάτων». Κατά την Εισαγγελέα ο κύπριος πρώην πολιτικός, ήταν το «έμπιστο πρόσωπο που έπρεπε να υπάρχει για να συνδέει το Ν. Ζήγρα και το Φουάντ Αλ Ζαγιάντ».
Αναφερόμενη στον καταζητούμενο επιχειρηματία η Εισαγγελέας είπε πως είναι το πρόσωπο με τον «κομβικό ρόλο στη διακίνηση της μίζας» και εξέφρασε την άποψη πως η συμμετοχή του στην όλη υπόθεση δωροδοκίας του Άκη Τσοχατζόπουλου αποδείχθηκε χωρίς αμφιβολία . «Γνώριζε», είπε η Εισαγγελέας, «την προέλευση των χρημάτων και για ποιο λόγο δίνονταν».