«Ένα κατάπτυστο, σκληρό έγκλημα έκοψε το νήμα της ζωής της Ντάρια Ντούγκινα, ενός λαμπρού, ταλαντούχου ανθρώπου, με αληθινή ρωσική καρδιά – ευγενική, αγαπητή, συμπονετική και ανοιχτή. Δημοσιογράφος, επιστήμονας, φιλόσοφος, πολεμική ανταποκρίτρια, υπηρέτησε με εντιμότητα τον λαό και την πατρίδα, αποδεικνύοντας με τις πράξεις της τι σημαίνει να είσαι πατριώτης της Ρωσίας».
Του ΝΙΚΟΥ ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΗ
Η βομβιστική επίθεση που είχε στόχο τον στενό συνεργάτη του Πούτιν, αλλά κόστισε τη ζωή της Ντάρια Ντούγκινα, δείχνουν το πόσο… ανασφαλής είναι η Ρωσία
Αυτά ήταν τα λόγια με τα οποία περιέγραψε τη Ρωσίδα δημοσιογράφο Ντάρια Ντούγκινα και κόρη του στενού συνεργάτη του Αλεξάντερ Ντούγκιν στο συλλυπητήριο τηλεγράφημα που έστειλε ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν στην οικογένειά της.
Και ενώ αρχικά το Κρεμλίνο είχε τηρήσει στάση αναμονής και απέφευγε τις επίσημες τοποθετήσεις για τη φονική έκρηξη στο αυτοκίνητο της 30χρονης, την περασμένη Δευτέρα η FSB, Υπηρεσία Πληροφοριών της χώρας, ανακοίνωσε ότι κατηγορεί το Κίεβο για την επίθεση δημοσιεύοντας πληροφορίες και ένα βίντεο που έδειχνε ότι μια Ουκρανή, η οποία ανήκει στο Τάγμα Αζόφ, είναι υπεύθυνη για τη δολοφονία της.
Πράκτορας
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της FSB, η Ουκρανή πράκτορας-δολοφόνος μπήκε στη Ρωσία με τη 12χρονη κόρη της, καταφέρνοντας με αριστοτεχνικό τρόπο να κυκλοφορεί απαρατήρητη αλλάζοντας συχνά τις πινακίδες στο Mini Cooper της. Οι ίδιες πληροφορίες και πλάνα από κάμερα ασφαλείας μάλιστα την παρουσιάζουν να διέμενε στην ίδια πολυκατοικία με το θύμα της.
Όπως η FSB ισχυρίζεται, η δολοφόνος κατάφερε να τοποθετήσει και να πυροδοτήσει έναν εκρηκτικό μηχανισμό στο όχημα της Ντούγκινα και μετά να διαφύγει από τη χώρα στην Εσθονία χωρίς να την εντοπίσουν οι υπηρεσίες ασφαλείας της Ρωσίας, προφανώς παριστάνοντας μία από τις εκατοντάδες χιλιάδες Ουκρανές που είτε έχουν αναζητήσει καταφύγιο στη Ρωσία είτε έχουν απελαθεί βίαια από τις κατεχόμενες περιοχές της Ουκρανίας.
Οι ισχυρισμοί της FSB αποκρούστηκαν από την ουκρανική κυβέρνηση, η οποία από την πλευρά της αρνείται κατηγορηματικά οποιαδήποτε ανάμειξη στην επίθεση, επισημαίνοντας ότι ο Ντούγκιν (ο οποίος φαίνεται πως υπήρξε ο πραγματικός στόχος της επίθεσης και γλίτωσε αφού τελευταία στιγμή δεν επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο της κόρης του Ντάρια) είναι μια περιθωριακή φιγούρα που πολύ λίγο μπορεί να επηρεάσει τις εξελίξεις στο μέτωπο και φυσικά επιμένοντας ότι οι μυστικές υπηρεσίες της δεν εκτελούν τέτοιου είδους αποστολές.
Ο πραγματικός στόχος
Όμως όλοι γνωρίζουν πως το κίνητρο ήταν η «απόσυρση» ενός στενού συνεργάτη του Πούτιν, ο οποίος επανειλημμένως είχε προβεί σε απεχθείς εκκλήσεις για βία εναντίον της Ουκρανίας και ο αντίκτυπος της δολοφονίας του στο γόητρο της Ρωσικής Ομοσπονδίας θα ήταν ιδιαίτερα ισχυρός, τη στιγμή που οι Ουκρανοί δίνουν ολοένα και πιο σκληρή μάχη στην κατεχόμενη Κριμαία για πρώτη φορά από την εισβολή τον περασμένο Φεβρουάριο. Εάν ήθελες να χτυπήσεις έναν στόχο υψηλού προφίλ, αρκετά ευάλωτο και με ελάχιστη ασφάλεια, σίγουρα ο Ντούγκιν θα ήταν μια λογική επιλογή.
Κάτι δεν «κολλάει»
Βέβαια εδώ η ταχύτητα με την οποία η FSB παρουσίασε όλα τα «αποδεικτικά στοιχεία» καταλήγοντας πολύ γρήγορα σε συμπεράσματα είναι κάτι που σίγουρα εγείρει πολλά ερωτήματα. Και αυτό γιατί ενώ η ρωσική υπηρεσία στο παρελθόν έχει αποτύχει να εξιχνιάσει πολλές περιπτώσεις με δολοφονίες ατόμων υψηλού προφίλ στη Ρωσία, συμπεριλαμβανομένων επικριτών του Πούτιν, εδώ η ταχύτητα με την οποία έφτασε σε τελικά συμπεράσματα είναι για τους γνωρίζοντες τον τρόπο λειτουργίας και τις διαδικασίες που απαιτούνται ύποπτη και μοιάζει σαν να ήταν από καιρό «στημένη» ώστε να παρουσιαστεί στο ευρύ κοινό. Επιπλέον αν υποθέσουμε πως πράγματι μια πράκτορας, μέλος του Τάγματος Αζόφ, έχει αναλάβει το δύσκολο αυτό έργο της δολοφονίας ενός στενού συνεργάτη του Πούτιν, είναι άριστα προετοιμασμένη, γνωρίζοντας να φτιάχνει εκρηκτικούς μηχανισμούς υψηλής τεχνολογίας, δεν θα μπορούσε (λογικά) να αφήσει τόσα ίχνη πίσω της.
Άλλες εκδοχές
Την περασμένη Κυριακή, ο πρώην Ρώσος βουλευτής Ιλία Πονομάρεφ, που τώρα ζει εξόριστος στο Κίεβο, σε εμφάνισή του στο ρωσόφωνο αντιπολιτευόμενο τηλεοπτικό κανάλι «Utro Fevralya» στο Κίεβο ισχυρίστηκε ότι πίσω από την επίθεση βρίσκονται αντάρτες από μια άγνωστη μέχρι τότε ομάδα, η οποία φέρεται να ανέλαβε την ευθύνη για τη δολοφονία, που ονομάζεται Εθνικός Ρεπουμπλικανικός Στρατός και έχει θέσει ως στόχο της την ανατροπή του Βλαντιμίρ Πούτιν.
Σύμφωνα με τον ίδιο, τόσο ο Ντούγκιν όσο και η κόρη του ήταν στόχοι. Όπως είπε ο Πονομάρεφ, η πρωτοεμφανιζόμενη οργάνωση τον εξουσιοδότησε να κάνει γνωστό το «μανιφέστο» της. Η ομάδα περιγράφει ότι αποτελείται από Ρώσους ακτιβιστές, στρατιωτικούς, πολιτικούς, που είναι «τώρα μαχητές και αντάρτες».
Ο Πονομάρεφ, ο οποίος το 2014 ήταν ο μόνος βουλευτής που ψήφισε κατά της προσάρτησης της Κριμαίας, δήλωσε ότι τον προσέγγισε ο Εθνικός Δημοκρατικός Στρατός δηλώνοντάς του πως συμμετείχε σε έναν αγώνα κατά του καθεστώτος Πούτιν.
«Έχουμε έρθει σε επαφή με τους μαχητές του NRA μέσω του καναλιού μας Rospartisan (Telegram), το οποίο καλύπτει την όλο και αυξανόμενη πρόθεση για αντίσταση στη Ρωσία. Σήμερα οι μαχητές του NRA με εξουσιοδότησαν να διαβάσω το μανιφέστο τους» είπε.
Στην υποτιθέμενη δήλωσή τους, ο NRA ανέφερε ότι τα μέλη του αντιτίθενται στον πόλεμο που εξαπέλυσε η Ρωσία εναντίον της γειτονικής Ουκρανίας. Ο NRA φέρεται να σημείωσε ότι ο Πούτιν είναι «σφετεριστής της εξουσίας και εγκληματίας πολέμου που τροποποίησε το Σύνταγμα, εξαπέλυσε έναν αδελφοκτόνο πόλεμο μεταξύ των σλαβικών λαών και έστειλε Ρώσους στρατιώτες σε βέβαιο και παράλογο θάνατο». Αποκάλεσε, επίσης, αξιωματούχους της ρωσικής κυβέρνησης και των περιφερειακών διοικήσεων, καθώς και αξιωματούχους των υπηρεσιών ασφαλείας «συνεργούς του σφετεριστή». Σύμφωνα με τον NRA, στόχος της οργάνωσης είναι να «ανατρέψει» και να «καταστρέψει τον Πούτιν», προειδοποιώντας τους Ρώσους αξιωματούχους ότι, αν δεν παραιτηθούν, θα «καταστραφούν».
Η οργάνωση φέρεται να δήλωσε, επίσης, ότι είναι έτοιμη να επιτεθεί σε στρατιωτικές εγκαταστάσεις στη Ρωσία και κάλεσε τις δυνάμεις ασφαλείας και τον στρατό της να καταθέσουν τα όπλα και να αρνηθούν να εκτελέσουν εγκληματικές εντολές. Στο πλαίσιο αυτό, ζητά από όλους τους Ρώσους να ενταχθούν στις τάξεις της και να υψώσουν τη σημαία της νέας Ρωσίας αντί της «ντροπιαστικής τρίχρωμης».
«Όπου κι αν βρίσκεστε, πολεμήστε σαν εμάς, πολεμήστε μαζί μας, πολεμήστε καλύτερα από εμάς. Ας καθαρίσουμε την πατρίδα μας από τη βρωμιά! Η νίκη θα είναι δική μας…» τόνισε ο NRA, σύμφωνα με τον Πονομάρεφ.
Παράλληλα υπόσχεται να απελευθερώσει όλους όσοι έχουν καταδικαστεί παράνομα από την κυβέρνηση Πούτιν αμέσως «μετά τη νίκη». «Υπάρχουν θαυμάσιοι Ρώσοι» που έκαναν τη δουλειά τους, δηλώνει ο Πονομάρεφ για τη βομβιστική επίθεση στο αυτοκίνητο της Ντούγκινα. «Αυτή η ενέργεια, όπως και πολλές άλλες ενέργειες που διαπράχθηκαν στο έδαφος της Ρωσίας τους τελευταίους μήνες, πραγματοποιήθηκε από τον Εθνικό Δημοκρατικό Στρατό».
Όλα «στημένα»
Από την άλλη, αξιωματούχοι στην Ουκρανία υποστηρίζουν ότι η δολοφονία ήταν πιο πιθανό να είναι μια επιχείρηση που οργανώθηκε από το ρωσικό κράτος προκειμένου να δικαιολογήσει περαιτέρω βία και τις επόμενες κινήσεις του Πούτιν, και αυτό σίγουρα έγινε έως έναν βαθμό αφού προπαγανδιστές όπως η Margarita Simonyan του τηλεοπτικού δικτύου RT μετά την επίθεση ζήτησε επιπλέον στόχευση της Ουκρανίας.
Ωστόσο και αυτό δεν φαίνεται να «στέκει», καθώς όλοι γνωρίζουν ότι η Ρωσία δεν χρειάζεται κάποιο πρόσχημα για να συνεχίσει ακόμη και με πιο σκληρά και δραστικά μέσα την επιθετικότητά της στο Ουκρανικό.
Ακόμη και αν η όλη η υπόθεση ήταν «στημένη», μια περίεργα αυτοενοχοποιητική ιστορία που επινόησαν οι Ρώσοι είναι κάτι που κάνει την FSB και το ρωσικό κράτος να φαίνονται περιέργως ευάλωτοι και ανίκανοι, όπως εκτιμά ο Guardian στα πολλά άρθρα του που αναλύουν το γεγονός.
Η ρωσική Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Ασφαλείας (FSB) συμμετείχε ενεργά στην προετοιμασία της στρατιωτικής εισβολής στην Ουκρανία πραγματοποιώντας μεταξύ άλλων πληθώρα λαθών, ιδιαίτερα πείθοντας τη ρωσική πολιτική ηγεσία ότι μετά την έναρξη του πολέμου οι ουκρανικές αρχές δεν θα μπορέσουν για πολύ να αντισταθούν. Ήταν αυτοί που μιλούσαν για «περίπατο» των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία και φυσικά διαψεύσθηκαν.
Μάλιστα η εφημερίδα Washington Post, σε μια έρευνά της με τίτλο «Οι κατάσκοποι της Ρωσίας παρερμήνευσαν την Ουκρανία και παραπλάνησαν το Κρεμλίνο καθώς ο πόλεμος διαφαινόταν», επισημαίνει ότι «ευαίσθητο υλικό που αποκτήθηκε από ουκρανικές και άλλες υπηρεσίες ασφαλείας προσφέρει μια σπάνια εικόνα των δραστηριοτήτων της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Ασφαλείας της Ρωσίας, η οποία φέρει τεράστια ευθύνη για το αποτυχημένο σχέδιο πολέμου της Μόσχας».
Όπως γράφει η αμερικανική εφημερίδα, για μερικούς μήνες ερευνούσε τον ρόλο των μυστικών υπηρεσιών στην προετοιμασία του πολέμου βασιζόμενη σε «πλούσιες εμπιστευτικού χαρακτήρα πληροφορίες, συμπεριλαμβανομένων υποκλαπεισών επικοινωνιών από αξιωματικούς των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών, καθώς και συνεντεύξεων σε βάθος με ανώτερους Ουκρανούς, Αμερικανούς και Ευρωπαίους αξιωματούχους», ενημερώνοντας την ηγεσία της Ρωσίας για το ότι η εξουσία στο Κίεβο θα καταρρεύσει μετά τη ρωσική εισβολή. Όπως επισημαίνει η Washington Post, στην FSB είτε εκτίμησαν λάθος την κατάσταση ή γνωρίζοντας την πραγματική κατάσταση για την αμυντική ικανότητα της Ουκρανίας δεν τόλμησαν να το αναφέρουν στον Βλαντιμίρ Πούτιν.
Τώρα είναι πολύ πιθανόν η απόπειρα δολοφονίας του Ντούγκιν και η ενοχοποίηση (σε ταχύτατο διάστημα) των ουκρανικών μυστικών υπηρεσιών να είναι μια προσπάθεια της ηγεσίας της FSB να βγει από το στόχαστρο του Πούτιν λόγω αποτυχίας, προσφέροντας μια «ιδανική» λύση για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Κλίμα ανασφάλειας
Όπως και αν έχουν τα πράγματα, η 30χρονη Ντάρια Ντούγκινα μάλλον βρέθηκε νεκρή «από λάθος», καθώς όλοι γνωρίζουν πως ο επιδιωκόμενος στόχος της επίθεσης ήταν ο πατέρας της και όχι η ίδια, όπως έγραψε στον λογαριασμό του στο Telegram ο επικεφαλής της αυτοαποκαλούμενης Λαϊκής Δημοκρατίας του Ντονέτσκ, Ντένις Πουσίλιν: «Οι τρομοκράτες του ουκρανικού καθεστώτος προσπαθώντας να εξοντώσουν τον Αλεξάντερ Ντούγκιν ανατίναξαν την κόρη του σε αυτοκίνητο. Ευλογημένη η μνήμη της Ντάρια, είναι μια πραγματική Ρωσίδα!».
Σε κάθε περίπτωση, μια βομβιστική επίθεση εντός της Ρωσίας, και μάλιστα με στόχο ανθρώπους του στενού περιβάλλοντος του Πούτιν, πρέπει να ανησυχεί ιδιαίτερα τον Ρώσο πρόεδρο. Περιστατικά όπως αυτό εντείνουν το κλίμα ανασφάλειας στη Ρωσία, παρά το γεγονός ότι ο ίδιος εμφανιζόταν όλο το προηγούμενο διάστημα σίγουρος για την ασφάλεια στη χώρα του, την οποία εξασφάλισε μετά την ταραχώδη δεκαετία του 1990, όταν οι βόμβες σε αυτοκίνητα και οι δολοφονίες (με πρωταγωνιστή τη ρωσική μαφία) ήταν συνηθισμένες.
Τώρα η έκρηξη του παγιδευμένου αυτοκινήτου στη ρωσική πρωτεύουσα, σε μια περίοδο όπου σειρά εκρήξεων και επιθέσεων σημειώνονται στην κατεχόμενη Κριμαία και σε ρωσικές περιοχές κοντά στα σύνορα με την Ουκρανία, υπονομεύει και αυτό το αφήγημα του Πούτιν.