της Αλεξάνδρας Χ. Ιωάννου
Με θλίψη τουλάχιστον, παρακολουθεί το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη τα όσα εξελίσσονται στο Παρίσι, από το βράδυ της προηγούμενης Δευτέρας, Μεγάλη Δευτέρα για τους Καθολικούς, σε ένα από τα σημαντικότερα και ιστορικότερα μνημεία του δυτικού κόσμου, τον μεγαλύτερο Γοτθικό Ναό της Ευρώπης, την Παναγία των Παρισίων.
Πλήθος σχολίων και εικόνων, παραπέμποντας και στο γνωστό παραμύθι του Βίκτωρος Ουγκώ, ένας Κουασιμόδος να δακρύζει που χάνεται ένα κομμάτι από το σπίτι του, καίγεται ο τρούλος και τελικά μέσα σε λίγα λεπτά πέφτει, μαζί με τα κομμάτια που συνδέουν μνήμες, παραμύθια, ιστορία, πίστη και πολιτισμό. Μόνο που αυτή τη φορά η μορφή του Κουασιμόδου φαντάζει πιο όμορφη από αυτό που χάνεται πίσω του, είτε εξαιτιάς κακής συντήρησης της αρμόδιας εταιρείας, είτε από ατύχημα. Αυτό με΄νει να διελευκανθεί. Αυτό και όσα κατά περιόδους ακούγονται για επιθέσεις και βεβηλώσεις μνημείων και εκκλησιών στο Παρίσι εν προκειμένω, όπως ο Άγιος Σουλπίκιος.
Ακούσιες, εκούσιες επιθέσεις ή παραβλέψεις; Και αυτό μένει να διαλευκανθεί. Ο Φιλιπ Καρεντί, δήλωσε μεσούσης της καταστροφής του Ναού πως παρ’όλο που δεν υπήρχαν ανθρώπινα θύματα (ευτυχώς να τονίσω εγώ), η Γαλλία βιώνει τη δική της 11η Σεπτεμβρίου. Και όχι γιατί δεν έχει θρυνήσει θύματα η Γαλλική Δημοκρατία από πραγματικά περιστατικά βιάς και τρομοκρατίας στο παρελθόν και μάλιστα πρόσφατα, όχι γιατί δεν έχει ακολουθήσει και εκείνη με τη σειρά της τον κατάλογο των χωρών κρατών που έχουν προστεθεί στη λίστα ραντικαλιστικών επιθέσεων, τζιχαντιστικών επιθέσεων αυτοκτονίας, ακραίων και συνομωσιολογικών σεναρίων και ακροδεξιών αναλύσεων. Είναι (;) η ‘δική τους 11η Σεπτεμβρίου’, γιατί αλλάζει η σημασιολογία. Πλέον ο σύγχρονος Γάλλος δεν ταυτίζεται με την ομορφιά μιας σύγχρονης Εσμεράλδας, αναζητά την ομορφιά που μόλις έχασε και δεν έχει συγκεκριμένα χρώματα, δεν έχει φύλο, δεν έχει νομαδικές συνήθειες ή εξωτική καταγωγή. Και ο Κουασιμόδος πλέον μάλλον δεν χρειάζεται να κρύβεται, όχι μόνο γιατί η πραγματική ασχήμια δεν βρίσκεται στην εμφάνιση όντως, αλλά πολύ βαθύτερα. Καιρός λοιπόν είναι να πάει να συναντήσει και αυτός τους άλλους ‘Κουασιμόδους της σύγχρονης ιστορίας’, καιρός να αναλογιστούμε την πραγματική ασχήμια της εποχής, την τρομολαγνεία. Και το σύγχρονο εθισμό στην παρακολούθηση τέτοιων εικόνων.
Ο τρόμος, η βία και η ασχήμια έχουν μπει στη ζωή μας. Δεν ερωτηθήκαμε, αλλα πλέον τα παρακολουθούμε σαν καθημερινή σειρά, που δεν χρήζει μάλιστα ανάγκης ανανέωσης συνδρομητικής τηλεόρασης. Γιατί εδώ και πόσα χρόνια συνηθίσαμε να παρακολουθούμε σχεδόν απευθείας φόνους, αποκεφαλισμούς, σωματική και ψυχολογική βία, εκρήξεις, επιθέσεις αυτοκτονίας, βεβηλώσεις μνημείων, πνιγμούς μεταναστών, ακραίες και φανατισμένες φωνασκείες και συμπεριφορές. Γιατί η σημασιολογία έχει αλλάξει.
Χάνεται η ανάγκη για διατήρηση μιας απόστασης ανάμεσα στο πραγματικό και το φανταστικό. Και όταν το σενάριο είναι κακό, είναι εφιαλτικό, τότε γινόμαστε και εμείς θεατές και συμπρωταγωνιστές ενός παραμυθιού που κανείς δεν περιμένει το happy end. Φοβάμαι μήπως κιόλας δεν το θέλει. Και αυτό είναι το πιο επικίνδυνο. Οι νέες γενιές να μεταμορφωθούν σε αυτόματους αναπαραγωγούς κακών ειδήσεων και βίαιων καταστάσεων. Χωρίς αντίσταση, χωρίς αίσθηση ασφυξίας απέναντι σε κάθε τι αφύσικο, κάθε τι που εναντιώνεται στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, καθετί που κάποτε θα φάνταζε αδιαννόητο να συζητηθεί, πόσο μάλλον να συμβεί.
Μαζί με την Παναγία των Παρισίων, δεν χάθηκε μόνο ένα κομμάτι της ιστορίας, της αισθητικής, του ανθρωπισμού, της δημοκρατίας. Μαζί με κάθε ακραίο αλλά δυστυχώς σύνηθες πλέον συμβάν, βίαιο ή τρομακτικό, χάνεται καθημερινά κάθε στοιχείο της ανθρώπινης μας ύπαρξης, των αντανακλαστικών μας και των συνεπειών – καθηκόντων μας απέναντι όχι μόνο στο παρελθόν, αλλά κυρίως στο μέλλον. Ένα μέλλον που διψά από ελπίδα, από ευχάριστες ειδήσεις και την αποφυγή μακάβριων γεγονότων. Την αίσθηση πως ακόμα όλα δεν λειτουργούν ισοπεδωτικά, πως υπάρχουν αρχές και αξίες και πως ο φόβος και ο τρόμος καλό είναι να παραμείνουν στα σενάρια ξένων κινηματογραφικών στούντιο, όπου θα είναι επιλογή του καθενός να το παρακολουθήσει. Πόσο μάλλον να το αναπαράξει. Γιατί φοβάμαι πως πλέον αρχίζουν να εκλείπουν οι μηχανισμοί αντίδρασης και αυτπροστασίας, δεν υπάρχουν αρκετά παραμύθια με happy end, αλλά κυρίως πως σιγά σιγά ξεχνάμε να είμαστε οι πρωταγωνιστές της ζωής μας, πόσο μάλλον οι σεναριογράφοι της…