Το Έπος του 1940 είναι η τελευταία μεγάλη νικηφόρα ιστορική στιγμή της Ελλάδας. Και αυτό το Έπος του 1940 έχει πρωταγωνιστές. Τον Μεταξά που κλήθηκε να πει το ΟΧΙ αλλά προπάντων τον ελληνικό λαό που αποδείχτηκε κάτι παραπάνω από έτοιμος να πολεμήσει. Αυτή η μοναδική πατριωτική έξαρση του ελληνικού έθνους, ο ασυγκράτητος ενθουσιασμός είναι η μαγική εκείνη ουσία που οδήγησε τη μικρή μας χώρα στο αλβανικό έπος.
Νίκος Βασιλειάδης
Είχε μεθύσει ο ελληνικός λαός απ’ άκρου εις άκρον και, ενωμένος σαν μια γροθιά, δημιούργησε το θαύμα που άφησε άφωνη την οικουμένη. Ήταν ο καιρός εκείνος που δεν υπήρξε κανένας Έλληνας , μεγάλος ή μικρός, νέος ή γέρος, άνδρας ή γυναίκα, που σκέφτηκε αν έπρεπε να κάνει το καθήκον του..
Όλοι μαζί ξεκίνησαν έναν αγώνα για την ελευθερία και όλοι μαζί τον κέρδισαν.
Οι γυναίκες της Πίνδου , αυτές που έκαναν τον στιχουργό να απορήσει και να τις υμνήσει λέγοντας,”γυναίκες ηπειρώτισσες , ξαφνιάσματα της φύσης, εχθρέ γιατί δε ρώτησες ποιον πας να πολεμήσεις”, οι υπερήφανοι Έλληνες φαντάροι , αυτοί που μόνοι στην πρώτη γραμμή, μα γεμάτοι σθένος πολεμούσαν, αυτοί που δάκρυζαν, που πονούσαν , που ακρωτηριάστηκαν, που έχαναν τη ζωή τους.
Αυτές οι ηρωικές περιπέτειες των στρατιωτών στο μέτωπο της Αλβανίας στέκονται πάντα και πιο πάνω από τις όποιες σκέψεις για την πραγματική φρίκη που έζωσε την ανθρωπότητα με την ήττα της ανθρωπιάς και της ελευθερίας από τις δυνάμεις του φασισμού και του ναζισμού. Προβάλλουν στα μάτια μας και τις ψυχές μας σαν γιορτή τον πόλεμο απαλύνοντας τις φωτοσκιάσεις ενός σκληρού απάνθρωπου και βρώμικου παρελθόντος όπου η ανθρώπινη ύπαρξη υποτάχθηκε υπό την ολοκληρωτική ισχύ των πιο άγριων ενστίκτων. Κάνοντας το «ΟΧΙ» των Ελλήνων το μέγιστο κατόρθωμα της ενότητας και αποφασιστικότητας ενός έθνους.
Η 28η Οκτωβρίου 1940 συμπυκνώνει σε μία ιστορική στιγμή τις μνήμες, τα βιώματα και τις αξίες που καθοδήγησαν πάντοτε τον εθνικό μας βίο. Συμβολίζει την άρνηση στον ολοκληρωτισμό, την αντίσταση στην τυραννία, την κατάφαση στην ελευθερία και την εθνική αξιοπρέπεια. Και σε αυτή την πορεία ενός λαού στο Μέτωπο, δεν υπήρξαν στρατηγοί, πολιτικοί, διεθνείς συνωμοσίες και συμφωνίες, αλλά ξεκοιλιασμένα πτώματα, κραυγές πόνου, η βλακεία, η φιλοδοξία, η δίψα της εξουσίας και η εγκληματική τρέλα με τα παράσημα και τα χιλιάδες ζήτω. Υπήρξε η πείνα, το κρύο, η υγρασία της βροχής, οι ψείρες, ο πόνος μα πάνω απ όλα η εσώτερη αγωνία του ανθρώπου να γυρίσει πίσω στους αγαπημενους του ζωντανός και ελεύθερος.
Η αγάπη του Έλληνα για την Πατρίδα και την Ελευθερία δεν έχει όρια, ούτε τίθεται κάτω
από όρους και προϋποθέσεις. Είναι μια αγάπη αστείρευτη και ισχυρή που όμοιά της
σπάνια κανείς μπορεί να απαντήσει. Αυτή την αγάπη εκδηλώνουν οι Έλληνες κάθε φορά που δίνουν την άνιση μάχη ενάντια σε όσους επιβουλεύονται την εθνική κυριαρχία της χώρας τους. Και πολεμούν πάντα ενωμένοι, όπως στο έργο του «Αυτοπροσωπογραφία σε λόγο προφορικό», ο νομπελίστας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης, εξομολογείται:
«Η Αλβανία, για τη σωματική μου υπόσταση ήταν μια περιπέτεια αβάσταχτη,
αλλά για την ψυχική μου όμως ιστορία, μια τομή βαθιά. (…) έγινε αιτία ο
πόλεμος να συνειδητοποιήσω τι είναι ο αγώνας, ο ομαδικός πλέον και όχι ο
προσωπικός. Θέλω να πω τι σημαίνει να μάχεσαι ενταγμένος σε μιαν ομάδα,
που έχει ορισμένα ιδανικά, και να μάχεσαι κι εσύ γι’ αυτά.»