Κυριακή 22 Δεκεμβρίου 2024

Είναι η βία γενετικό χαρακτηριστικό;

13πλασιάζουν την πιθανότητα επαναλαμβανόμενης βίαιης και εγκληματικής συμπεριφοράς δύο συγκεκριμένα γονίδια, σύμφωνα με άρθρο Φιλανδών και Σουηδών ερευνητών στο επιστημονικό έντυπο Molecular Psychiatry.

Όπως αποκάλυψε μελέτη τους, η εγκληματικότητα βασίζεται και σε βιολογικούς-κληρονομικούς παράγοντες, πέρα από τις κοινωνικές, οικονομικές, ψυχολογικές και άλλες παραμέτρους. Ωστόσο, υπάρχει μερίδα επιστημόνων που διαφωνεί με αυτή την άποψη. Μελέτες που συσχετίζουν την εγκληματικότητα με τις επιρροές από τα γονίδια έχουν εμφανιστεί και στο παρελθόν, οι οποίες προκάλεσαν αντίστοιχες αντιδράσεις από άλλους επιστήμονες, που υποστηρίζουν ότι η ανθρώπινη συμπεριφορά είναι πολύ πολύπλοκη για να εξηγηθεί κυρίως από γενετικούς παράγοντες.

Επικεφαλής της εν λόγω έρευνας ήταν ο καθηγητής Γιάρι Τιιχόνεν του ιατρικού Ινστιτούτου Καρολίνσκα της Στοκχόλμης, η ομάδα του οποίου υποστηρίζει ότι τα δύο επίμαχα γονίδια επιφέρουν τροποποιήσεις στη δραστηριότητα του εγκεφάλου. Αναλύοντας δείγματα DNA από περίπου 900 φυλακισμένους, από τους οποίους οι 78 πληρούσαν το προφίλ του κατά συρροή και υπερβολικά βίαιου εγκληματία, με πολλούς φόνους ο καθένας στο ενεργητικό του, διαπίστωσαν ότι οι πιο βίαιοι εγκληματίες διαθέτουν την μετάλλαξη του γονιδίου ΜΑΟΑ το οποίο ρυθμίζει την μονοαμινική οξειδάση Α, που επηρεάζει το επίπεδο της ντοπαμίνης στον εγκέφαλο. Όσοι είχαν στο γονιδίωμά τους αυτή τη γονιδιακή παραλλαγή, είχαν διαπράξει τουλάχιστον δέκα σοβαρά εγκλήματα.

Ένα δεύτερο γονίδιο, το CDH13, που εμπλέκεται στην επικοινωνία μεταξύ των εγκεφαλικών κυττάρων και έχει ήδη συνδεθεί με την παρορμητική συμπεριφορά και το σύνδρομο ελλειμματικής προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ), βρέθηκε επίσης σε μεγαλύτερο ποσοστό στα άτομα που είχαν καταδικαστεί για βίαια εγκλήματα.

«Συσσωρεύονται πλέον ολοένα περισσότερες επιστημονικές ενδείξεις για την επίδραση των γονιδίων πάνω στη  εγκληματικότητα», σχολίασε ο καθηγητής Τιιχόνεν, ο οποίος εκτιμά ότι αν αυτά τα δύο γονίδια δεν υπήρχαν, η εγκληματικότητα σε μια χώρα θα ήταν κατά 5% έως 10% μικρότερη. Δεν αποκλείει πέρα από αυτά τα δύο γονίδια, να υπάρχουν δεκάδες ή και εκατοντάδες άλλα, τα οποία επίσης αυξάνουν άμεσα ή έμμεσα την πιθανότητα μιας βίαιης εγκληματικής πράξης.

Διευκρινίζεται ωστόσο από ερευνητές ότι το 40% των ανθρώπων που έχουν γονιδιακή μετάλλαξη στο ΜΑΟΑ, δεν έχουν γίνει βίαιοι εγκληματίες. Ακόμη και μεταξύ όσων συνδυάζουν στο γονιδίωμά τους και τα δύο «ύποπτα» γονίδια, η πλειονότητα ποτέ δεν εμφανίζει εγκληματική συμπεριφορά. Περίπου το ένα πέμπτο των ανθρώπων έχουν αυτά τα γονίδια στο DNA τους, αλλά ποτέ δεν κάνουν διαπράξει φόνο, βιασμό ή άλλο βίαιο έγκλημα.

Διαπιστώθηκε, επίσης, ότι άνθρωποι που δεν έχουν κανένα από τα δύο αυτά γονίδια, είχαν διαπράξει βίαια εγκλήματα. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος, κατά τον Δρ Τιιχόνεν, που δεν είναι δυνατό να αναπτυχθεί ένα προληπτικό γενετικό τεστ, το οποίο με ασφάλεια να προβλέπει ποιός θα γίνει εγκληματίας. Και σίγουρα, όπως επισημαίνει, ένας εγκληματίας δεν μπορεί να επικαλεστεί στο δικαστήριο την ύπαρξη ενός γενετικού υποβάθρου για να δικαιολογήσει την πράξη του.

Ο καθηγητής Νευροεπιστήμης του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης Γιαν Σνουπ, που δεν συμμετείχε στην έρευνα, δηλώνει επιφυλακτικός και σημειώνει ότι θα ήταν μεγάλη υπερβολή να κάνει κανείς λόγο για γονίδια βίας. «Σε συνδυασμό με πολλούς άλλους παράγοντες, αυτά τα γονίδια μπορούν να δυσκολέψουν κάπως κάποιον να ελέγξει τις βίαιες τάσεις του, όμως σίγουρα δεν τον προκαθορίζουν να ζήσει μια ζωή εγκληματία», εξηγεί.

ΣΧΕΤΙΚΑ

eXclusive

eTop

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ