Το δεύτερο κύμα του νέου κορωνοϊού τον χειμώνα ενδέχεται να στοιχίσει τη ζωή σε 120.000 ανθρώπους στα νοσοκομεία του Ηνωμένου Βασιλείου με βάση το «χειρότερο σενάριο» αν δεν υπάρξει η απαραίτητη προετοιμασία, σύμφωνα με μελέτη της Academy of Medical Sciences που δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα.
«Αυτή δεν είναι πρόβλεψη, αυτή είναι πιθανότητα», τόνισε σε δελτίο Τύπου που συνοδεύει την έκθεση ο καθηγητής Στίβεν Χόλγκεϊτ, ο οποίος διεύθυνε τη διενέργεια αυτής της μελέτης 37 ειδικών που ζητήθηκε από την κυβέρνηση των Συντηρητικών του πρωθυπουργού Μπόρις Τζόνσον.
Το κείμενο προειδοποιεί ότι είναι απαραίτητη «εντατική προετοιμασία» ήδη από τώρα για να μειωθεί ο κίνδυνος το βρετανικό Εθνικό Σύστημα Υγείας (NHS) να κορεστεί τον χειμώνα.
Ορισμένες έρευνες εγείρουν φόβους πως η πανδημία του κορωνοϊού — έχει στοιχίσει τη ζωή σε σχεδόν 45.000 ανθρώπους στο ΗΒ, τη χώρα που έχει υποστεί το πιο σκληρό πλήγμα στην Ευρώπη — εξαπλώνεται ταχύτερα την περίοδο που ο καιρός είναι ψυχρός.
Μολονότι στην έκθεση τονίζεται ότι υπάρχει «μεγάλος βαθμός αβεβαιότητας» για την εξέλιξη της πανδημίας του κορονοϊού, το «χειρότερο σενάριο» για το οποίο η Ακαδημία Ιατρικών Επιστημών καλεί την κυβέρνηση να προετοιμαστεί, προβλέπει πως το λεγόμενο R0, δηλαδή ο βαθμός μεταδοτικότητας της νόσου COVID-19, θα ανέρχεται στο 1,7 από τον Σεπτέμβριο. Ο δείκτης αυτός, που αντιστοιχεί στον μέσο αριθμό ανθρώπων που μολύνει κάθε φορέας του SARS-CoV-2, βρίσκεται αυτή τη στιγμή μεταξύ του 0,7 και του 0,9 στη χώρα.
Τα μοντέλα με βάση αυτό ή παρόμοια σενάρια καταλήγουν στο ότι η κορύφωση των θανάτων και των εισαγωγών στα νοσοκομεία, τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2021, θα είναι «παρόμοια ή χειρότερη» με αυτή του πρώτου κύματος. Χειρότερα, θα συμπέσει με μια περίοδο που τα περιστατικά στα νοσοκομεία είναι πολλά, εξαιτίας των εποχικών ασθενειών.
Κατά το χειρότερο σενάριο της Ακαδημίας Ιατρικών Επιστημών, οι θάνατοι εξαιτίας της COVID-19 στα νοσοκομεία θα μπορούσαν να φθάσουν τους 119.900. Ωστόσο, η εκτίμηση αυτή δεν παίρνει υπόψη ενέργειες και πρωτοβουλίες της κυβέρνησης για να μειωθεί ο βαθμός μεταδοτικότητας της νόσου, ούτε την αξιοποίηση δεξαμεθαζόνης, στεροειδούς το οποίο επιτρέπει να μειωθεί το ποσοστό θνητότητας μεταξύ των ασθενών που βρίσκονται σε πιο σοβαρή κατάσταση, καθησυχάζουν οι συγγραφείς.
Οι συντάκτες της μελέτης εισηγούνται να οργανωθεί εκστρατεία ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού καθώς και να γίνονται ιδιαίτερες συστάσεις σε όσους ανήκουν στις πιο ευάλωτες ομάδες. Καλούν να αυξηθούν οι δυνατότητες για να διενεργούνται τεστ και να προληφθούν περιπτώσεις βαριάς γρίπης με όσο το δυνατόν ευρύτερο εμβολιασμό, ειδικά εκείνων που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου και του ιατρικού και νοσηλευτικού προσωπικού.