Κλινικά νεκρή είναι η δήμαρχος του Καρντάνο αλ Κάμπο του Βαρέζε, Λάουρα Πράτι, η οποία είχε δεχθεί σφαίρες από αστυνομικό που εισέβαλε στις αρχές του Ιουλίου στο κτίριο του Δημαρχείου πυροβολώντας την Πράτι και τον αντιδήμαρχο, Κονσταντίνο Ιαμέτι.
Η Πράτι τραυματίστηκε σοβαρά στην κοιλιακή χώρα και μεταφέρθηκε με ελικόπτερο σε νοσοκομείο της περιοχής Γκαλαράτε.
Κατά τη διάρκεια της μεταφοράς της, μάλιστα, είπε στον σύζυγό της που είχε σπεύσει μετά την αιματηρή επίθεση στο πλευρό της, να προσέχει τα δύο τους παιδιά 22 και 11 ετών.
Μετά την πρώτη επέμβαση η κατάσταση της υγείας της έμοιαζε να βελτιώνεται, με την Πράτι να επικοινωνεί με την οικογένειά της, να μιλάει και να θυμάται κάποιες στιγμές από την επίθεση.
Παρόλα αυτά πριν δύο εβδομάδες έπρεπε να υποβληθεί σε επέμβαση ρουτίνας, κατά την οποία, όμως, ανεύρυσμα προκάλεσε εγκεφαλική αιμορραγία με αποτέλεσμα να πέσει σε κώμα.
Η 48χρονη παρότι έδειχνε να ανταποκρίνεται σε απλές εντολές των ιατρών, λίγες ημέρες αργότερα έπαψε να αντιδρά και σήμερα έφτασε η είδηση ότι είναι εγκεφαλικά νεκρή.
Ο αστυνομικός, Τζουζέπε Ντανιέλε Πεγκοράρο, μόλις λίγες ημέρες πριν την επίθεση είχε κατηγορηθεί για απάτη και είχε παυθεί από τα καθήκοντά του, κάτι που όπως δήλωσε δεν άντεχε.
Έτσι, με ένα όπλο και 800 φυσίγγια αλλά και βόμβες μολόοφ που εντοπίστηκαν στο αμάξι του, εισέβαλε στο Δημαρχείο τραυματίζοντας την δήμαρχο και τον αντιδήμαρχο.
Μόλις ολοκλήρωσε το αιματηρό του έργο φέρεται να είπε «Τώρα έκλεισα τους λογαριασμούς μου» και έπειτα έφυγε από το κτίριο.
Αφού απομακρύνθηκε από το Δημαρχείο, κατευθύνθηκε σε κεντρική πλατεία όπου πυροβόλησε στον αέρα για να περάσει ανάμεσα στον κόσμο.
Από εκεί μπήκε σε γραφείο του ιταλικού συνδικάτου CGIL και με ένα όπλο ανά χείρας απείλησε τον κόσμο φωνάζοντας «έξω όλοι».
Μάλιστα, για να προκαλέσει μεγαλύτερη αναστάτωση πέταξε μολότοφ. Ωστόσο, λίγη ώρα αργότερα εντοπίστηκαν τα ίχνη του και συνελήφθη.