Ρόλο «καμικάζι» έχει αναθέσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης στον Άδωνι Γεωργιάδη, στον οποίον ανέθεσε ένα από τα πιο «καυτά» υπουργεία, αυτό της Εργασίας.
Του ΠΑΝΤΕΛΗ ΠΕΡΙΒΟΛΑΡΗ
To 2024 είναι έτος-ορόσημο για την κυβέρνηση ώστε να αποδώσουν τα μέτρα ενίσχυσης της κοινωνίας.
Η ευθύνη του έμπειρου Γεωργιάδη είναι διπλή. Από τη μια να γίνει πράξη η υπόσχεση Μητσοτάκη για αυξήσεις σε όλους τους μισθούς και από την άλλη να μη φέρουν αυτές οι αυξήσεις ανεργία. Αντίθετα, ο στόχος είναι να μειωθεί η ανεργία. Στην ατζέντα του Αδώνιδος είναι οι αυξήσεις μισθών στον ιδιωτικό τομέα, οι αυξήσεις των συντάξεων, οι επιπλέον παροχές που θα δοθούν σε συνταξιούχους, η περαιτέρω ρύθμιση αλλά και η σταδιακή εξάλειψη της προσωπικής διαφοράς, η μείωση της ανεργίας, η περαιτέρω επιτάχυνση στην έκδοση των συντάξεων, η καθολική εφαρμογή του μέτρου της κάρτας εργασίας, η ρύθμιση των επιδομάτων μέσω της κάρτας και η λύση χρόνιων θεμάτων για τα ΑμεΑ, κάτι για το οποίο υπάρχει ρητή εντολή του πρωθυπουργού.
Αποτελέσματα
Δεν είναι, όμως, το μόνο «καυτό» χαρτοφυλάκιο αυτό της εργασίας. Υπάρχουν ακόμα τρία δύσκολα υπουργεία και από τους υπουργούς ο Κυριάκος Μητσοτάκης θέλει άμεσα αποτελέσματα. Συγκεκριμένα:
Από τον νέο υπουργό Οικονομικών Κωστή Χατζηδάκη ο Κυριάκος Μητσοτάκης περιμένει: Την ψήφιση ενός νέου νομοσχεδίου για την αποτελεσματική καταπολέμηση της φοροδιαφυγής με ένα νέο φορολογικό σύστημα. Ο πρωθυπουργός περιμένει άμεσα τη μείωση του όγκου της φοροδιαφυγής. Το ζητούμενο είναι η αύξηση των κρατικών εσόδων και η περικοπή των υπερβολικών κρατικών δαπανών. Ο πρωθυπουργός θέλει σε αυτό το κομμάτι το κράτος να λειτουργεί σαν εταιρεία. Η εντολή προς τον Κωστή Χατζηδάκη είναι να διατηρηθούν τα πλεονάσματα για να υπάρχουν δυνατότητες παροχών στους πολίτες και να υλοποιηθεί ακόμα πιο γρήγορα το πρόγραμμα των δημοσίων επενδύσεων του Ταμείου Ανάκαμψης. «Καυτά» ζητήματα θα είναι το νέο μισθολόγιο στο Δημόσιο, οι περαιτέρω φορολογικές ελαφρύνσεις σε όλους τους φορολογουμένους και η διαχείριση των κόκκινων δανείων, ειδικά των στεγαστικών, αφού οι λύσεις που επιλέχθηκαν μετά την κατάργηση του Νόμου Κατσέλη δεν έχουν φέρει αποτελέσματα.
Επόμενο δύσκολο υπουργείο είναι το υπουργείο Ανάπτυξης. Εκεί «προσγειώθηκε» ο Κώστας Σκρέκας μετά την επιτυχημένη θητεία του στο υπουργείο Ενέργειας. Η βασική εντολή του Κυριάκου Μητσοτάκη στον Κώστα Σκρέκα είναι η μείωση τιμών στα τρόφιμα και τα βασικά είδη. Αυτό θα επιτευχθεί με παράλληλη μείωση του πληθωρισμού. Για να επιτευχθούν όλα αυτά θα πρέπει να γίνουν περισσότεροι και αποδοτικότεροι οι έλεγχοι στην αγορά. Ο πρωθυπουργός θέλει να ενισχυθούν οι ελληνικές επιχειρήσεις εμπορίου και οι ελληνικές βιομηχανίες. Αυτό θα γίνει με μια πιο δίκαιη και πιο εύκολη πρόσβαση σε πηγές χρηματοδότησης, ειδικά για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Το μέτρο της επιταγής ακρίβειας και η επιδότηση με κάρτες αγορών θα συνεχιστούν.
Τέλος, ο Θεόδωρος Σκυλακάκης στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας θα έχει και αυτός δύσκολο έργο. Γιατί; Διότι θα πρέπει να αντιμετωπιστεί η ενεργειακή κρίση, που αποτελεί και την πηγή του πληθωρισμού. Η εξομάλυνση της αγοράς ρεύματος και καυσίμων ακόμα δεν έχει επιτευχθεί. Η κυβέρνηση θα επανεξετάσει το μέτρο επιδότησης στους λογαριασμούς ρεύματος. Ο νέος υπουργός θα έχει ως προτεραιότητα τον έλεγχο των τιμών αλλά και την ανάπτυξη των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας. Η κυβέρνηση θα «φορτσάρει» στο θέμα του εντοπισμού των κοιτασμάτων φυσικού αερίου στη χώρα μας.
Αύξηση εσόδων – αναβάθμιση οικονομίας – ενίσχυση εισοδημάτων
Η αύξηση των εσόδων, η διατήρηση της αναπτυξιακής πορείας θα φέρει περαιτέρω αναβάθμιση της οικονομίας. Σε πρώτη φάση αυτά υπολογίζονται σε 70 δισ. ευρώ. Αμέσως μετά θα έρθει η ενίσχυση των εισοδημάτων και άμεσα με τις αυξήσεις των μισθών και έμμεσα με τη μείωση της φορολογίας και την ενίσχυση με επιδοτήσεις, όπου χρειαστεί. Αυτό είναι το τρίπτυχο του πρωθυπουργού για την οικονομία. Όλα αυτά θα πρέπει να γίνουν πιο γρήγορα, πριν επανέλθουν από την Κομισιόν τα σκληρά όρια των πλεονασμάτων, τα οποία χαλάρωσαν στο διάστημα της πανδημίας. Και μαζί σε όλα αυτά υπάρχει και η λέξη σταθερότητα. Όλα θα πρέπει να γίνουν ώστε ο ένας πυλώνας να μη δημιουργεί προβλήματα στον άλλον, και συνολικά η οικονομία να εμπνέει εμπιστοσύνη στους ξένους επενδυτές και στους οίκους αξιολόγησης.