Σχεδόν όλοι οι αναλυτές τονίζουν πως οι κυρώσεις CAATSA που επιβάλλονται για πρώτη φορά σε χώρα του ΝΑΤΟ και συγκεκριμένα στην Τουρκία είναι ένα σοβαρό πλήγμα τόσο στο προφίλ του Ταγίπ Ερντογάν και στο δόγμα του νεοοθωμανισμού που προωθεί όσο και στις σχέσεις Τουρκίας – Αμερικής που αναμένεται να επιδεινωθούν ακόμη περισσότερο αν η Άγκυρα δεν αναθεωρήσει για τους S-400.
Του Νίκου Βασιλειάδη
Σοκ για Ερντογάν οι αμερικανικές κυρώσεις CAATSA μετά το «χάδι» των Βρυξελλών. Η επάνοδος των ΗΠΑ στο παγκόσμιο σκηνικό.
Οι κυρώσεις, που προς το παρόν περιορίζονται σε πέντε από τις 12 που προβλέπει ο νόμος των ΗΠΑ, περιλαμβάνουν και την απαγόρευση εξαγωγής τεχνολογίας κάτι που σημαίνει περιορισμούς και σε εξοπλισμούς που κατασκευάζονται στην Τουρκία με αμερικανικές πατέντες, αφού μία από τις κυρώσεις αναφέρεται στον πρόεδρο της διεύθυνσης αμυντικής βιομηχανίας της χώρας (SSB), Ισμαϊλ Ντεμίρ και κατά τριών ακόμη μελών του οργανισμού.
Ομοσπονδιακός νόμος
Το CAATSA (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act), δηλαδή, κυρώσεις απέναντι σε πράξεις που είναι εχθρικές ως προς τις ΗΠΑ, είναι ένας ομοσπονδιακός νόμος που εφαρμόζεται από τον Αύγουστο του 2017, αρχής γενομένης απέναντι στο Ιράν, τη Β. Κορέα και τη Ρωσία (210 περιπτώσεις μεμονωμένες) και επί της ουσίας, είναι κυρώσεις οικονομικού τύπου. Στην ουσία μπλοκάρει:
•τις συναλλαγές μεταξύ της πλευράς που της έχει επιβληθεί CAATSA και των ΗΠΑ σε ό,τι αφορά τα ενεργειακά (πετρέλαιο, αέριο κ.λπ.).
• τις επενδύσεις μεταξύ αμερικανικών επιχειρήσεων και της υπό ποινής χώρας.
• και τις επενδύσεις μεταξύ επιχειρήσεων της υπο ποινής χώρας στις ΗΠΑ.
Η απόφαση αυτή της Ουάσινγκτον θεωρείτο ειλημμένη από την προηγούμενη εβδομάδα, σύμφωνα με τηλεγράφημα του Reuters και τα τιμωρητικά μέτρα συμπεριλήφθηκαν στο νομοσχέδιο για τον προϋπολογισμό αμυντικών δαπανών των ΗΠΑ που ψηφίστηκε με συντριπτική πλειοψηφία από το αμερικανικό Κογκρέσο.
Στο πλαίσιο, λοιπόν, των προβλέψεων του Τμήματος (Section 231) του CAATSA, επιβάλλονται πλήρεις κυρώσεις και περιορισμοί στην έκδοση θεωρήσεων στον Ισμαήλ Ντεμίρ, επικεφαλής της Προεδρίας Αμυντικών Βιομηχανιών (SSB) που είναι αρμόδια για όλο το αμυντικό πρόγραμμα της Τουρκίας και υπάγεται απευθείας στον Τ. Ερντογάν, καθώς επίσης στον αντιπρόεδρό της Φαρούκ Γιγίτ, στον Σερχάτ Τζένκογλου, επικεφαλής του τμήματος Αεροπορικής Άμυνας και ∆ιαστήματος, όπως και στον Μουσταφά Αλπέρ Ντενίζ, υπεύθυνο προγραμμάτων στην Περιφερειακή ∆ιεύθυνση Αεροπορικών Αμυντικών Συστημάτων της SSB.
Τα μέτρα
Όπως προβλέπει το σχετικό Τμήμα 231 του CAATSA, πρέπει να επιβληθούν τουλάχιστον πέντε από τα συνολικά 12 μέτρα που αυτό προβλέπει. Σε αυτό το πλαίσιο και από τη στιγμή που η ρωσική εταιρεία ROE περιλαμβάνεται στη Λίστα Καθορισμένων Προσώπων επί των οποίων μπορούν να επιβληθούν τα σχετικά μέτρα, ο υπουργός Εξωτερικών, σε συνεργασία με τον υπουργό Οικονομικών, αποφάσισαν τις ακόλουθες κυρώσεις:
Πρώτον, την απαγόρευση χορήγησης συγκεκριμένων αδειών εξαγωγών και εγκρίσεων για κάθε αγαθό και τεχνολογίας που θα μπορούσε να μεταφερθεί στη SSB.
Δεύτερον, την απαγόρευση χορήγησης δανείων και πιστώσεων από αμερικανικούς χρηματοοικονομικούς θεσμούς προς την SSB, ύψους ως και 10.000.000 δολαρίων ετησίως.
Τρίτον, την απαγόρευση βοήθειας από την αμερικανική Τράπεζα Εξαγωγών – Εισαγωγών για εξαγωγές προς την SSB.
Τέταρτον, την απαίτηση από τις Ηνωμένες Πολιτείες να εκφράσουν αντίθεση σε δάνεια που θα ωφελούσαν την SSB από διεθνείς χρηματοοικονομικού θεσμούς.
Πέμπτον, την επιβολή πλήρων κυρώσεων παρεμπόδισης και περιορισμών στην έκδοσης θεωρήσεων στα προαναφερθέντα πρόσωπα.
Επιπλέον, το Γραφείο Ελέγχου Περιουσιακών Στοιχείων Εξωτερικού (Office of Foreign Assets – OFAC) του αμερικανικού υπουργείου Οικονομικών προσέθεσε την SSB στη σχετική λίστα του, καθώς και τους προαναφερθέντες αξιωματούχους στον κατάλογο όσων προσώπων υπόκεινται σε πάγωμα κάθε περιουσιακού στοιχείου στις ΗΠΑ, ενώ Αμερικανοί υπήκοοι υπόκεινται σε απαγόρευση να προχωρούν σε συναλλαγές με τα πρόσωπα αυτά.
Αμέσως μετά ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, ανέφερε πως: «Οι ΗΠΑ κατέστησαν σαφές στην Τουρκία, στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο και σε πολλές περιστάσεις ότι η αγορά του συστήματος S-400 θα έθετε σε κίνδυνο την ασφάλεια της αμερικανικής στρατιωτικής τεχνολογίας, καθώς και του προσωπικού της και θα παρείχε σημαντικά κεφάλαια στο ρωσικό αμυντικό τομέα, καθώς και πρόσβαση των Ρώσων στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις και την αμυντική βιομηχανία.
Η Τουρκία, ωστόσο, αποφάσισε να προχωρήσει στην προμήθεια και τη δοκιμή των S-400, παρότι υπήρχαν διαθέσιμες εναλλακτικές, τα διαλειτουργικά συστήματα του ΝΑΤΟ, ώστε να ικανοποιήσει τις αμυντικές της απαιτήσεις. Η απόφαση αυτή έθεσε εκτός την Τουρκία από το παγκόσμιο πρόγραμμα ανάπτυξης των F-35.
H απόφαση αυτή, στέλνει ένα ξεκάθαρο μήνυμα ότι οι ΗΠΑ θα εφαρμόσουν πλήρως την CAATSA και δεν θα ανεχθούν σημαντικές συναλλαγές με τις υπηρεσίες άμυνας και πληροφοριών της Ρωσίας. Καλώ, επίσης, την Τουρκία να επιλύσει άμεσα το ζήτημα των S-400 σε συντονισμό με τις ΗΠΑ. Η Τουρκία είναι πολύτιμος σύμμαχος και σημαντικός περιφερειακός εταίρος ασφάλειας για τις ΗΠΑ και θέλουμε να συνεχίσουμε την εδώ και δεκαετίες παραγωγική συνεργασία μας στον τομέα της άμυνας, αφαιρώντας το εμπόδιο της κατοχής των S-400 από την Τουρκία, όσο το δυνατόν συντομότερα».
Η επικίνδυνη παρτίδα πόκερ του Ερντογάν με τη Δύση
Κατά την πρόσφατη τηλεφωνική συνομιλία του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με τον πρόεδρο του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ, στην πρώτη επικοινωνία του Τούρκου ηγέτη με ανώτατο Ευρωπαίο αξιωματούχο μετά τη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες, ο Τούρκος πρόεδρος εξέφρασε την επιθυμία «να ανοίξει μια νέα σελίδα με την ΕΕ» και να «ξαναξεκινήσουν οι συνομιλίες μαζί της εξετάζοντας την κατάσταση στο σύνολό της» και «στη βάση κοινών συμφερόντων», σύμφωνα με ανακοίνωση της τουρκικής προεδρίας.
Σύμφωνα με τον Ερντογάν, το σύμφωνο μετανάστευσης που υπεγράφη το 2016 μεταξύ Τουρκίας και ΕΕ μπορεί να αποτελέσει μια αφετηρία για τη δημιουργία ενός πιο «θετικού» κλίματος. Παράλληλα, επανέλαβε την ετοιμότητα της Άγκυρας για διερευνητικές συνομιλίες με τη χώρα μας, ισχυριζόμενος ότι η ελληνική πλευρά αποφεύγει συνεχώς τις διαπραγματεύσεις. Τόνισε, δε, πως η πολιτική της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο βασίζεται στη νομιμότητα και υποστήριξε ότι καταβάλλει τις απαραίτητες προσπάθειες για μια δίκαιη, μόνιμη και βιώσιμη λύση στην περιοχή.
Αλλαγή στάσης
«Ελπίζουμε ότι η ΕΕ θα υιοθετήσει μια εποικοδομητική και συνετή στάση απέναντι στην Τουρκία», δήλωσε ο Ερντογάν, μια μέρα μετά την επιβολή αμερικανικών κυρώσεων εις βάρος της Τουρκικής Αμυντικής Βιομηχανίας για την αγορά των ρωσικών συστημάτων S-400.
Αυτή η αλλαγή στάσης του Ερντογάν εξηγείται. Φοβάται τον νέο αμερικανό πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν, έχοντας ήδη δεχθεί ένα πλήγμα – αν και όχι τόσο σοβαρό όσο παρουσιάστηκε – με τις αμερικανικές κυρώσεις. Παρατηρεί επίσης την ΕΕ, η οποία λόγω Γαλλίας, Ελλάδας και Κύπρου, αν και δεν κάνει το κρίσιμο βήμα, παρόλα αυτά έστω και με αργά βήματα στενεύει το κλοιό γύρω του. Τέλος, δεν γνωρίζει για πόσο ακόμα θα μπορέσει να στηριχθεί στον λόγο του Πούτιν στους πολέμους σε Συρία, Λιβύη και Καύκασο.
Πέρα, όμως, από τα πολλά ανοιχτά μέτωπα στις εξωτερικές περιπέτειές του, το κεντρικό πρόβλημα που έχει αυτήν τη στιγμή ο Ερντογάν είναι η πολύ επικίνδυνη κατάσταση της οικονομίας. Η καταβαράθρωση της λίρας, ο υψηλός πληθωρισμός και η αυξανόμενη ανεργία απειλούν να κλονίσουν καίρια μια οικονομία που πιέζεται από τα περιοριστικά, λόγω πανδημίας. Στην εναγώνια προσπάθειά του να στηρίξει το εθνικό νόμισμα και να αναστηλώσει την εμπιστοσύνη των ξένων επενδυτών, ο Ερντογάν θα κάνει τα πάντα για να κρατηθεί η οικονομία του ζωντανή.
Ρεαλιστής και δεινός «παίκτης» της διεθνούς διπλωματίας, ο Τούρκος πρόεδρος αντιλαμβάνεται ότι η οικονομική σταθεροποίηση προϋποθέτει, αν όχι την ουσιαστική βελτίωση των σχέσεων με τη Δύση, τουλάχιστον την αποφυγή μιας καταστροφικής ρήξης, καθώς ούτε η Κίνα ούτε, πολύ περισσότερο, η Ρωσία θα μπορούσαν να του καλύψουν το κενό. «Τα λεφτά είναι στη Δύση. Δεν υπάρχει τίποτα στην Ανατολή», έγραψε χαρακτηριστικά ο Τσεμ Κουτσούκ, αρθρογράφος της φιλοκυβερνητικής εφημερίδας Turkiye.
Προσωπείο
Και γι’ αυτό ο Ερντογάν από τούδε και στο εξής θα δείξει ένα άλλο προσωπείο. Και φιλοευρωπαίος θα γίνει, και μεγάλης κλίμακας μεταρρυθμίσεις στη Δικαιοσύνη και στο πεδίο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα ισχυρίζεται (τουλάχιστον) πως θα κάνει και το χαρτί του εξέχοντα σύμμαχου (των ΗΠΑ) στο ΝΑΤΟ, που εξισορροπεί τη ρωσική επιρροή σε Λιβύη, Συρία και Ναγκόρνο-Καραμπάχ θα παίξει.
Βέβαια, τίποτα δεν υποδηλώνει ότι ο ισχυρός άνδρας της Τουρκίας είναι διατεθειμένος να παραιτηθεί από όλα όσα κατά καιρούς έχει οικοδομήσει για να στηρίξει το νεοοθωμανικό του όνειρο και τις υπερεξουσίες, που με τόσο κόπο και τόσο ρίσκο κατάφερε να συγκεντρώσει. Απλά ο Ερντογάν κατάλαβε, τελικά, ότι η ανάκαμψη της οικονομίας απαιτεί βελτίωση των σχέσεων με τη Δύση και αυτό θα είναι τώρα το νέο του αφήγημα.
Πώς μπορούν να αρθούν τα μέτρα
Το νομοσχέδιο προβλέπει ότι μετά το πέρας ενός χρόνου ο πρόεδρος μπορεί να ακυρώσει τις κυρώσεις υπό την προϋπόθεση ότι θα πιστοποιήσει στις αρμόδιες επιτροπές του Κογκρέσου ότι:
– η κυβέρνηση της Τουρκίας και κάθε πρόσωπο που ενεργεί για λογαριασμό της δεν κατέχει πλέον το σύστημα αεροπορικής άμυνας S-400 ή ένα σύστημα που το έχει διαδεχθεί.
– κανένας υπάλληλος της Ρωσικής Ομοσπονδίας ή πρόσωπα που ενεργούν για λογαριασμό της κυβέρνησης της Ρωσικής Ομοσπονδίας ή του αμυντικού τομέα της, δεν λειτουργούν ούτε συντηρούν εντός της Τουρκίας κανένα σύστημα αεροπορικής άμυνας S-400 ή σύστημα που το έχει διαδεχθεί.
– ο πρόεδρος έλαβε αξιόπιστες διαβεβαιώσεις από την κυβέρνηση της Τουρκίας ότι αυτή δεν θα εμπλέκει εν γνώσει της ή δεν θα επιτρέψει σε οποιονδήποτε ξένο να συμμετάσχει εκ μέρους της στην άσκηση οποιασδήποτε δραστηριότητας για την επαναπόκτηση του συστήματος αεροπορικής άμυνας S-400 που υπόκειται σε κυρώσεις σύμφωνα με το άρθρο 231 του νόμου CAATSA.
Αποτίμηση
Η αλήθεια είναι πως αν και τα μέτρα αποτελούν ένα πρώτο σημαντικό βήμα, το οποίο όπως αναμένεται θα φέρει αναταραχή στα οικονομικά της Τουρκίας, τα οποία διέρχονται μια πολύ δύσκολη περίοδο, είναι σχετικά ελαφριά.
Τα μέτρα δεν θα αφήσουν οικονομικά «ανάπηρη» την Τουρκία. Δεν αποκλείεται, δε, να αποτελούν και κομμάτι μίας εύστοχης τακτικής του προέδρου Τραμπ να προκαταβάλλει την πιθανή επιβολή σκληρότερων κυρώσεων από την επερχόμενη κυβέρνηση Μπάιντεν για «να πέσει στα μαλακά» ο καλός του φίλος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Tο βέτο του Τραμπ στον αμυντικό προϋπολογισμό είχε προστεθεί τροπολογία που ουσιαστικά αφαιρούσε από τον αμερικανό Πρόεδρο την πρωτοβουλία των κινήσεων στην υπόθεση των κυρώσεων, υποχρεώνοντάς τον να τις επιβάλλει εντός 30 ημερών. Ο Τραμπ έχει προαναγγείλει βέτο στον αμυντικό προϋπολογισμό αλλά όχι για τις κυρώσεις για την Τουρκία. Και ουσιαστικά έπραξε κάτι που μπορούσε και έπρεπε να είχε ήδη κάνει εδώ και καιρό.
Χαρακτηριστικό σημείο επίσης στη δήλωση του Μάικ Πομπέο, ο οποίος υπενθυμίζει πόσο πολύτιμος σύμμαχος είναι η Τουρκία και στην ουσία ζητά από τον Ερντογάν να σταματήσει να χρησιμοποιεί τους S-400 σε συνεργασία με την Ουάσινγκτον!
Εάν αναλογιστούμε και το απαλό «χάδι» της Συνόδου Κορυφής της ΕΕ, η Τουρκία που «αλωνίζει» ανεμπόδιστα σε τέσσερα μέτωπα, Λιβύη, Συρία, Ιράκ και Αρμενία, διαπράττοντας εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, δεν υπόκειται σε καμιά κύρωση για αυτά!
Αντίθετα, της επιβάλλονται κάποιες κυρώσεις από την Ουάσινγκτον επειδή αγόρασε ρωσικούς πυραύλους. Δηλαδή, για να το πούμε με απλά λόγια, η Τουρκία θα μπορούσε να συνεχίσει τα θηριώδη εγκλήματά της ανενόχλητη, αρκεί να αγόραζε τους αμερικανικούς αντί των ρωσικών πυραύλων!
Βέβαια, σε αυτήν τη χρονική στιγμή για την τουρκική οικονομία, που πλήττεται από την πανδημία, καμία θυσία, όσο μικρή και αν φαίνεται, δεν είναι ανώδυνη.
Όμως, το συμπέρασμα από την απόφαση των ΗΠΑ δεν είναι αυτή καθεαυτή η Τουρκία, αλλά η διάθεση των Αμερικανών να επανακάμψουν ενεργότερα σε μία περιοχή που παραδοσιακά εκτεινόταν στη «σφαίρα επιρροής» τους αλλά και να στείλουν ένα πρώτο μήνυμα στον Ερντογάν για την ενόχληση που προκαλεί η συμπόρευσή του με τη Ρωσία και η ανεξέλεγκτη νεοοθωμανική πολιτική σε πολλαπλά μέτωπα.
Αναμφίβολα, η αμερικανική κίνηση έχει την «άλλη» σημασία της, καθώς έρχεται λίγα 24ωρα μετά από την άνευρη απόφαση της Συνόδου Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου να μεταθέσει, ουσιαστικά, κάθε απόφαση για λήψη μέτρων εναντίον της Άγκυρας για τον Μάρτιο ή και αργότερα μέσα στο 2021 και την τοποθετεί πάλι στην πρωτοκαθεδρία των κινήσεων στην περιοχή μετά από ένα μεγάλο διάστημα αλλοπρόσαλλης πολιτικής του Τραμπ που υπονόμευσε τη θέση των ΗΠΑ στον κόσμο.
Στρατηγική
Η στρατηγική του «νέου Ψυχρού Πολέμου» είναι μάλλον στοιχείο σταθερό εδώ και χρόνια, με τους Δημοκρατικούς να έχουν και φαίνεται πια αυτό ξεκάθαρα τώρα, πιο επιθετική στάση. Μένει να δούμε εάν θα επανέλθει και ο πειρασμός των μεγάλων επεμβάσεων στο εξωτερικό.
Όλα αυτά τη στιγμή που απουσιάζει ένα συνεκτικό όραμα και από τα δύο κόμματα, πέραν μιας γενικής επιμονής στο αναντικατάστατο της αμερικανικής ηγεσίας και ηγεμονίας από μία χώρα που προσπαθεί με αυτόν τον τρόπο να κρύψει τις αδυναμίες της. Γιατί η Αμερική μπορεί να είναι μια χώρα που υπερηφανεύεται ότι είναι η μεγαλύτερη δημοκρατία του πλανήτη, εξακολουθεί όμως να έχει αποκλεισμούς πολιτών από το δικαίωμα στην ψήφο, χαοτικούς εκλογικούς κανόνες, ανοιχτές πολιτικές αντιπαραθέσεις για κατοχυρωμένα δικαιώματα, όπως η μάχη για τις αμβλώσεις, θεσμοθετημένη επιρροή της οικονομικής εξουσίας στη νομοθετική μέσω των λόμπι και μια νομοθετική διαδικασία που μπορεί πολύ πιο εύκολα να μπλοκάρει μια νομοθετική πρωτοβουλία παρά να την προωθήσει.
Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί