Στη Βουλή κατατέθηκε από την υπουργό Εργασίας, Έφη Αχτσιόγλου, η τροπολογία την οποία είχε προαναγγείλει η κυβέρνηση για τον «επανακαθορισμό του τρόπου υπολογισμού των συντάξιμων αποδοχών».
Σύμφωνα με την τροπολογία, η αναπροσαρμογή των συντάξεων έως το 2020 θα γίνει με βάση το δείκτη τιμών καταναλωτή της ΕΛΣΤΑΤ, ενώ από το 2021 και έπειτα θα δίνονται με βάση το δείκτη μεταβολής μισθών που υπολογίζεται από την ΕΛΣΤΑΤ. Το τι ακριβώς σημαίνει αυτό για την τσέπη του συνταξιούχου, παραμένει θολό τοπίο, καθώς δεν έχει προσδιοριστεί με βεβαιότητα εάν θα οδηγήσει σε περικοπές ή μικρές βελτιώσεις προς τα πάνω.
Στην έκθεση του ΓΛΚ μεταξύ άλλων επισημαίνεται πως από τις νέες ρυθμίσεις αναμένεται «σύμφωνα με το επισπεύδον Υπουργείο, αύξηση εσόδων» για το ΕΤΕΑΕΠ ύψους 12,5 εκατ. ευρώ «από την ενιαία εφαρμογή σε παλαιού και νέους ασφαλισμένους, του τρόπου υπολογισμού των καταβαλλόμενων ασφαλιστικών εισφορών για τη λήψη εφάπαξ παροχής».
Σημειώνεται ότι η τροπολογία ερμηνεύεται από κύκλους της αντιπολίτευσης ως παραδοχή της υπουργού Εργασίας ότι ο νόμος του προκατόχου της, Γιώργου Κατρούγκαλου, ήταν λάθος, ενώ εκτιμάται ότι το πρόβλημα δεν λύνεται οριστικά αλλά παραπέμπεται στο 2021 με την ελπίδα έως τότε να καταστεί εφικτό να προκύψει ο μαθηματικός τύπος για τον υπολογισμό των νέων συντάξεων.
Υπενθυμίζεται τέλος ότι η τροπολογία κατέστη αναγκαία μετά το «άδειασμα» του υπουργείου Εργασίας από την ΕΛΣΤΑΤ, η οποία με ανακοίνωση τόνιζε λίγο έως πολύ ότι είναι αδύνατος ο υπολογισμός των νέων συντάξεων βάσει του τελευταίου ασφαλιστικού νόμου επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.
Αρχικά η κ. Αχτσιόγλου χειρίστηκε το «αλαλούμ» επικοινωνιακά, διαρρέοντας την επίμαχη τροπολογία με τον ισχυρισμό ότι δίνει λύση στο «γόρδιο δεσμό», αλλά τελικώς δεν την κατέθεσε ποτέ στη Βουλή παρά μόνο σήμερα το βράδυ, πιθανόν γιατί απαιτούσε την έγκριση των τεχνικών κλιμακίων των Θεσμών.
Διαβάστε ολόκληρη την τροπολογία εδώ.