Την σημασία της πολιτιστικής διπλωματίας, ως εργαλείο ενίσχυσης και προώθησης των διεθνών σχέσεων και ειδικότερα τον ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει στην περίπτωση της Ελλάδας, ανέδειξε ο πρώην υφυπουργός Εξωτερικών Κωνσταντίνος Τσιάρας, μιλώντας στο ετήσιο Συνέδριο του Ινστιτούτου για την Πολιτιστική Διπλωματία (ICD) στο Βερολίνο.
«Ο πολιτισμός και η διπλωματία διατηρούν μακρόχρονη σχέση συνύπαρξης και συνεργασίας. Βασίζονται στον διάλογο και αντιπροσωπεύουν την ανάγκη των ανθρώπων και των εθνών να κατανοήσουν ο ένας τον άλλον», επισήμανε ο κ.Τσιάρας και αναφέρθηκε στην χρήση της πολιτιστικής διπλωματίας προκειμένου να βελτιωθούν και να ενισχυθούν διμερείς ή πολυμερείς σχέσεις, όταν άλλοι, πιο παραδοσιακοί, δίαυλοι επικοινωνίας είτε δεν επαρκούν είτε δεν είναι ανοιχτοί. Παρατήρησε μάλιστα ότι, σε κάποιες περιπτώσεις μπορούν να βοηθήσουν ένα κράτος να εξισορροπήσει τις πολιτικές ή οικονομικές του αδυναμίες και να προβάλει την εικόνα του σε διεθνή κλίμακα.
Σήμερα, ανέφερε ο πρώην υφυπουργός Εξωτερικών, τα περισσότερα κράτη αναγνωρίζουν και εκτιμούν τον ρόλο της πολιτιστικής διπλωματίας και την χρησιμοποιούν, ως σημαντικό εργαλείο για την εξωτερική τους πολιτική. Πολύ λίγα από αυτά, ωστόσο, διευκρίνισε, έχουν επιτύχει μια αποτελεσματική, συνεκτική, πολύπλευρη, μακροπρόθεσμη και καλοσχεδιασμένη πολιτική σε αυτόν τον τομέα, καθώς, όπως είπε, απαιτούνται σημαντικοί πόροι, επαρκές και εκπαιδευμένο προσωπικό και μακρόχρονη εμπειρία.
«Αποτελεί λοιπόν προνόμιο λίγων κρατών, κυρίως των μεγάλων οικονομικών δυνάμεων η ανάπτυξη και η διατήρηση φιλόδοξης πολιτιστικής διπλωματίας», δήλωσε.
Αναφερόμενος ειδικά στην Ελλάδα, ο κ. Τσιάρας επισήμανε την ιδιαίτερα πλούσια πολιτιστική κληρονομιά και την αναγνώριση, ήδη από νωρίς, των τεράστιων δυνατοτήτων της πολιτιστικής διπλωματίας, μαζί με την προσπάθεια να χρησιμοποιηθεί από κοινού με τις άλλες, τις πιο παραδοσιακές μορφές διπλωματίας, την στρατιωτική συνεργασία, την εμπορική και οικονομική συνεργασία, την ανθρωπιστική και την αναπτυξιακή βοήθεια.
Ως βασικές παραμέτρους της ελληνικής πολιτιστικής διπλωματίας, ο Κωνσταντίνος Τσιάρας ανέφερε την γεωπολιτική θέση της Ελλάδας, στο σταυροδρόμι τριών ηπείρων, την ελληνική γλώσσα, η οποία υπήρξε η Lingua Franca, επί περισσότερο από δεκαπέντε αιώνες και την ελληνική γραμματεία, για την διάδοση της οποίας οι ελληνικές κυβερνήσεις ενισχύουν πανεπιστημιακές έδρες, τμήματα και κέντρα ελληνικών σπουδών σε ολόκληρο τον κόσμο, την ελληνική τέχνη και τον πολιτισμό, την ελληνική Διασπορά, που αριθμεί περισσότερους από επτά εκατομμύρια ανθρώπους και τον ρόλο των Ελληνορθόδοξων Εκκλησιών.
«Στις μέρες μας, ο πολιτισμός, ο οποίος αποτελεί παράγοντα ο οποίος συνήθως διαφοροποιεί τους ανθρώπους, έχει αποδειχθεί ο ισχυρότερος δίαυλος επικοινωνίας. Σε αυτόν τον σύγχρονο, παγκοσμιοποιημένο, αλληλεξαρτώμενο και τεχνολογικά εξελιγμένο κόσμο, τον χαρακτηριζόμενο από πολύπλευρες κοινωνικές, πολιτικές και οικονομικές δομές, οι οποίες πολύ συχνά πυροδοτούν κρίσεις και διαμάχες, ο πολιτισμός αποκαλύπτεται ως ένα από τα πλέον αξιόπιστα μέσα επαφής και διαλόγου, εφόσον κάθε έθνος σέβεται την πολιτιστική ταυτότητα των άλλων», δήλωσε ο κ. Τσιάρας, για να καταλήξει λέγοντας ότι η πολιτιστική διπλωματία είναι αναμφισβήτητα μια μείζων παράμετρος της εξωτερικής πολιτικής και των διεθνών σχέσεων.