• Εξαιρούνται τα τραπεζικά στελέχη από την αυτεπάγγελτη έρευνα για την απιστία
• Ποιοι ευεργετούνται και οι αντιδράσεις
• Τα καλά του νομοσχεδίου που ψηφίζεται στη Βουλή
Του ΠΕΤΡΟΥ ΚΟΥΣΟΥΛΟΥ
Οι παλιοί αστυνομικοί συντάκτες συνήθιζαν να εξιστορούν στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις σχετικά με ένα κόλπο που εφάρμοζαν οι διωκτικές Αρχές. «Συχνά μας έδιναν μια υπόθεση με κατασχεμένο πλοιάριο φορτωμένο με χασίς, εστιάζαμε εκεί και από πίσω περνούσε ανενόχλητο το πλοίο που κουβαλούσε κοκαΐνη». Αν και υπερβολική η συγκεκριμένη υπόμνηση των γηραιότερων λειτουργών του Τύπου και της ενημέρωσης, μοιάζει να αντικατοπτρίζει την εικόνα που αντιμετωπίζει τα τελευταία 24ωρα ο νομικός κόσμος της χώρας με αφορμή την κατάθεση στη Βουλή του νομοσχεδίου για το νέο Ποινικό Κώδικα και τον Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Η νομοπαρασκευαστική επιτροπή που συστάθηκε με πρωτοβουλία του υπουργού Δικαιοσύνης, Κώστα Τσιάρα, για να επουλώσει όσα τραύματα προκλήθηκαν από το νομοσχέδιο-έκτρωμα της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, κατέληξε σε πολλές και ουσιαστικές αλλαγές, οι οποίες ικανοποιούν το περί δικαίου αίσθημα. Η μετατροπή σε κακούργημα της ενεργητικής δωροδοκίας, η αυστηροποίηση των ποινών για όσους συλλαμβάνονται να πετούν βόμβες μολότοφ, η αύξηση του ορίου αποφυλάκισης για τους πολύ-ισοβίτες και τους τρομοκράτες, σκορπούν ικανοποίηση. Σε κάθε ιστορία, όμως, κρύβεται ένα αλλά… Και το συγκεκριμένο «αλλά» προκαλεί πολλά ερωτηματικά από τη στιγμή που αναμένεται να γεννήσει άμεσα αποτελέσματα και να δώσει ουσιαστικά «ασυλία» σε πολλούς κατηγορουμένους του αποκαλούμενου «λευκού κολάρου».
«Ασυλία» στους τραπεζίτες
Με την επίκληση της «αναγκαίας συνθήκης οικονομικής ανάπτυξης» θεσπίζεται τελικά διάταξη με την οποία παρέχεται «ασυλία» στις τράπεζες από την αυτεπάγγελτη δίωξη του αδικήματος της απιστίας, είτε ως πλημμέλημα είτε ως κακούργημα. Η διάταξη περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο με τις αλλαγές στο νέο Ποινικό Κώδικα που κατατέθηκε το βράδυ της Πέμπτης στη Βουλή και στην αιτιολογική έκθεση αναφέρεται πως «με την συμπλήρωση του εδαφίου γ στην παράγραφο 1 του άρθρου 390 ΠΚ, ενισχύεται ουσιωδώς το νομικό πλαίσιο, ώστε να προστατεύεται η ελευθερία άσκησης της οικονομικής δραστηριότητας η οποία καταδεικνύει την αποτελεσματικότητα της δημοκρατικής λειτουργίας της εκτελεστικής εξουσίας στην άμεση και καθημερινή οικονομική δραστηριότητα του».
Τι σημαίνει αυτό; Ότι κινδυνεύουν να τιναχθούν στον αέρα δεκάδες δικογραφίες που βρίσκονται στην ανάκριση ή άλλες που έχουν φθάσει στο ακροατήριο, καθώς βάσει νόμου πλέον είναι υποχρεωτική η μήνυση από τον θιγόμενο (δηλαδή από την ίδια την τράπεζα ή τους μετόχους) προκειμένου να προχωρήσει η ποινική διαδικασία. Μάλιστα, για τις εκκρεμείς υποθέσεις δίδεται το χρονικό περιθώριο των τεσσάρων μηνών προς τους έχοντες έννομο συμφέρον προκειμένου να δηλώσουν (δικαστικώς) την επιθυμία συνέχισης της διαδικασίας. Πόσο πιθανό είναι αυτό; «Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να συμβεί. Δεκάδες υποθέσεις θα τιναχθούν στον αέρα. Τα αποτελέσματα θα τα δείτε σε σύντομο χρονικό διάστημα», αναφέρει στην «ΜΠΑΜ στο Ρεπορτάζ» ανώτατη δικαστική πηγή.
Από κυβερνητικά χείλη ακούγεται η δικαιολογία ότι πρόκειται για ένα αίτημα το οποίο υπεβλήθη από τους ίδιους τους θεσμούς προκειμένου να «λυθούν τα χέρια των τραπεζιτών» και να προχωρήσει η αναδιάρθρωση δανείων και να αναπτυχθεί η οικονομία. Η «Μ» πληροφορείται ότι κάτι τέτοιο δεν έχει συμβεί και ότι η κεντρική πολιτική απόφαση δεν βρίσκει σύμφωνη την ηγεσία του υπουργείου Δικαιοσύνης. Βρίσκει,όμως, σύμφωνα τα τραπεζικά στελέχη τα οποία ζητούσαν από καιρό τη συγκεκριμένη τροποποίηση, υποστηρίζοντας πως ο φόβος αυτεπάγγελτης δίωξης από τους εισαγγελείς δεν τους επιτρέπει να προχωρήσουν σε επιθετικές αναδιαρθρώσεις δανείων. Κάτι τέτοιο θα είχε τεράστιο αντίκτυπο ενόψει της διαχείρισης των κόκκινων δανείων των τραπεζών.
Ποιοι ευεργετούνται
Δικαστικές πηγές, πάντως, χαρακτήριζαν ως φωτογραφική τη συγκεκριμένη διάταξη. «Θα ευνοήσει συγκεκριμένους υπόδικους», έλεγαν χαρακτηριστικά. Ποιες υποθέσεις αναμένεται λοιπόν να καταλήξουν στον κάλαθο των αχρήστων;
• Η υπόθεση των δανείων των κομμάτων η οποία βρίσκεται στο στάδιο της ανάκρισης.
• Μια ακόμη υπόθεση είναι εκείνη των δανείων της Τράπεζας Πειραιώς για την οποία κατηγορείται ο πρώην αρχιτραπεζίτης, Μιχάλης Σάλλας, καθώς –βάσει νόμου- η νυν διοίκηση της Τράπεζας, η οποία ωστόσο «δεν βλέπει ζημία στην περιουσία της» θα πρέπει να ζητήσει τη συνέχιση της διαδικασίας.
• Το ίδιο αναμένεται να συμβεί με την υπόθεση του Ταχυδρομικού Ταμιευτηρίου, της Αγροτικής Τράπεζας ακόμη και της Proton Bank του Λαυρέντη Λαυρεντιάδη.
Ξέπλυμα βρώμικου χρήματος
Την ίδια στιγμή καμία αλλαγή δεν προβλέπεται στη διάταξη που τέθηκε στη διαβούλευση και αφορά τα προϊόντα εγκλήματος που έχει δεσμεύσει η Αρχή για το ξέπλυμα χρήματος. Σε περίπτωση που η δέσμευση ξεπερνά τους 18 μήνες, τότε τα προϊόντα θα πρέπει να επιστρέφονται στους κατόχους τους, ανεξαρτήτως εάν αυτοί αντιμετωπίζουν κακουργηματικές διώξεις ή όχι.
Και γι’ αυτό το θέμα είχαν προκύψει αντιδράσεις προερχόμενες κυρίως από την Αρχή για το ξέπλυμα. Ωστόσο, «πηγές» στην κυβέρνηση και στο υπουργείο Δικαιοσύνης αντέτειναν ότι υπήρχε διεθνής αντίδραση για το καθεστώς που επικρατούσε στη χώρα μας καθώς ήταν αφύσικο ή και υπερβολικό ο χρόνος της δέσμευσης να ξεπερνά εκείνον της προσωρινής κράτησης.
Οι καλές αλλαγές
Από εκεί και πέρα υπάρχουν δεκάδες, καλές, αλλαγές στο νομοσχέδιο. Όπως είχε αποκαλύψει η «Μ» από την περασμένη Κυριακή (27/10), το υπό ψήφιση νομοσχέδιο περιλαμβάνει σωρεία αλλαγών σε άρθρα που «πειράχτηκαν» από την προηγούμενη κυβέρνηση.
Ενδεικτικά:
• Αυστηροποιείται η ποινική μεταχείριση ατόμων που πραγματοποιούν επιθέσεις σε δημόσιους χώρους ή σε συμβολαιογραφεία που διενεργούν ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς. Είναι προφανές ότι στο στόχαστρο του νομοθέτη βρίσκονται οι παρεμβάσεις των μελών της αναρχικής συλλογικότητας «Ρουβίκωνας», καθώς και οι διαμαρτυρίες για την «πλημμύρα» των πλειστηριασμών κατοικιών υπέρ τραπεζών. Ανάλογη είναι και η αυστηροποίηση του ποινικού πλαισίου για όσους επιτίθενται σε δημόσιους υπαλλήλους κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, όπως σε βάρος εφοριακών που διενεργούν ελέγχους.
• Υποθέσεις τρομοκρατίας: Αναφορικά με τα εγκλήματα τρομοκρατίας, ο νομοθέτης προχωρά στην εναρμόνιση της εσωτερικής νομοθεσίας με Κοινοτική Οδηγία, θεσπίζοντας για πρώτη φορά ποινές ακόμη και για ταξίδια στο εξωτερικό υπόπτων για τρομοκρατία, ενώ τιμωρούνται η χρηματοδότηση τρομοκρατικών οργανώσεων, αλλά και η παροχή πληροφοριών για τέλεση τρομοκρατικών πράξεων. Παράλληλα, για τους πολυϊσοβίτες, όπως οι καταδικασθέντες για την υπόθεση της 17Ν (Δημήτρης Κουφοντίνας), προβλέπεται ότι θα έχουν δικαίωμα να ζητήσουν αποφυλάκιση μόνο αφού εκτίσουν 22 έτη από την ποινή που τους έχει επιβληθεί και όχι 17, όπως προβλέπεται σήμερα. Διάταξη προβλέπει ποινή φυλάκισης έως τρία έτη «σε όποιον δημόσια, με οποιονδήποτε τρόπο ή μέσω του διαδικτύου, απειλεί με τέλεση τρομοκρατικής πράξης ή προκαλεί ή διεγείρει σε διάπραξή της και έτσι εκθέτει σε κίνδυνο τη δημόσια τάξη». Με την ίδια ποινή φυλάκισης (έως τρία έτη) τιμωρείται όποιος πραγματοποιεί ταξίδια «με σκοπό να τελέσει ή να συμβάλει στην τέλεση τρομοκρατικού εγκλήματος, να συμμετάσχει στις δραστηριότητες τρομοκρατικής ομάδας, με επίγνωση του γεγονότος ότι η εν λόγω συμμετοχή θα συμβάλλει στις εγκληματικές δραστηριότητες αυτής της ομάδας ή με σκοπό να προσφέρει ή να παρακολουθήσει εκπαίδευση για τέλεση τρομοκρατικών πράξεων».
• Κακούργημα εκ νέου η δωροδοκία: Αναφορικά με το αδίκημα της δωροδοκίας-δωροληψίας υπαλλήλων, αυτό μετατρέπεται σε κακούργημα μετά την κόκκινη κάρτα από τον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ).
• Αυστηρή μεταχείριση για μολότοφ: «Όποιος κατασκευάζει, προμηθεύεται, ή κατέχει εκρηκτικές ύλες, ή εκρηκτικές βόμβες από τις οποίες μπορεί να προκληθεί κίνδυνος για άνθρωπο τιμωρείται με φυλάκιση τριών ετών». Αντίθετα, αν η χρήση των βομβών μολότοφ γίνεται σε δημόσιους χώρους, ο δράστης θα τιμωρείται με κάθειρξη έως δέκα έτη (κακούργημα). Ωστόσο, ο δράστης δεν τιμωρείται αν παραδώσει με τη θέλησή του στις Αρχές τις εκρηκτικές ύλες που κατέχει ή εμπόδισε άλλους να κάνουν χρήση αυτών.
• Κακούργημα η κλοπή από συμμορία: Κακούργημα με προβλεπόμενη ποινή κάθειρξης έως δέκα έτη αλλά και χρηματική ποινή αποτελεί η διακεκριμένη κλοπή, δηλαδή όταν η αξία των κλοπιμαίων είναι άνω του ποσού των 120.000 ευρώ. Επίσης, κακούργημα συνιστά και η κλοπή ή διάρρηξη που έγινε από δύο ή περισσότερα άτομα που είχαν συγκροτήσει συμμορία για τον σκοπό αυτόν, ανεξαρτήτως της αξίας των κλοπιμαίων.
• Βαριές ποινές για μεθυσμένους οδηγούς: Ακόμα και ισόβια κάθειρξη προβλέπεται για όποιον οδηγεί υπό την επήρεια αλκοόλ ή ναρκωτικών και προκαλέσει απώλεια ανθρώπινων ζωών.
«Οι υπερβολές δεν αντιμετωπίζονται με διατάξεις ‘ξεπλυματικού’ χαρακτήρα»
Του Δ.Γ.Παπαδοκωστόπουλου
O ΣΥΡΙΖΑ (με το ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς) έκανε πλημμέλημα το αδίκημα της ενεργητικής δωροδοκίας θέλοντας να ‹‹ξεπλύνει›› γνωστό επιχειρηματία, που βρέθηκε ξαφνικά να έχει πρόβλημα για παλαιές ροές χρήματος στο εξωτερικό. Το αδίκημα ήταν κακούργημα και υπήρχε ζήτημα, αλλά μόλις έγινε πλημμέλημα παραγράφηκε.
Ο επιχειρηματίας ξέμπλεξε με τον νόμο και η μοναδική ζημία που έπαθε (αν είναι ζημία) ήταν ότι δεν έγινε πρόεδρος της συντεχνίας του.
Κάτι αντίστοιχο διαισθάνονται πολλοί ότι πάει να γίνει και με τον νέο νόμο που πάει να περάσει η κυβέρνηση με αλλαγές στον Ποινικό Κώδικα και εξαιρεί από την αυτεπάγγελτη έρευνα για την απιστία τις υποθέσεις που αφορούν τραπεζικά στελέχη.
Αξιοπερίεργο είναι, πάντως, γιατί η κυβέρνηση που ήρθε να οδηγήσει τη χώρα στην ανάπτυξη προχωρά σε μια τέτοια επιλογή. Υπάρχει, βέβαια, λένε καλοί γνώστες των πραγμάτων, η προδιάθεση της κυβέρνησης για να αντιμετωπίσει την εισαγγελική αυθαιρεσία, που την είδαμε να εκδηλώνεται τα προηγούμενα χρόνια.
Και το εκκρεμές από την μία άκρη πάει στην άλλη, χωρίς βέβαια να αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα. Οι εισαγγελικές υπερβολές, (στα χρόνια της κρίσης) δεν αντιμετωπίζονται με διατάξεις ‹‹ξεπλυματικού›› χαρακτήρα. Μπορεί οι πρώτες να έβαλαν στόχο ανθρώπους που δεν είχαν ευθύνη και οι οποίοι κατέληξαν στον ακροατήριο, γιατί κανένας εισαγγελέας στην πορεία ή δικαστικός παράγοντας, δεν βρήκε το θάρρος να τις σταματήσει. Βέβαια, στο τέλος το δικαστήριο αθώωνε τον κατηγορούμενο, ο οποίος είχε υποστεί στο ενδιάμεσο μεγάλη οικονομική ζημία και ψυχικό κόστος, που τον στέλνουν κατά κανόνα πιο γρήγορα στον άλλο κόσμο.
Οι ακρότητες, και υπήρχαν τέτοιες, δεν αντιμετωπίζονται με το να νομοθετεί (με τον ίδιο απόλυτο τρόπο που δρούσαν οι εισαγγελείς) και η εκτελεστική εξουσία, για να καταλήγουμε στο τέλος, να μην υπάρχει κανένας ένοχος για την χρεωκοπία και τις ρεμούλες που εξελίχθηκαν.
Και βέβαια απαγορεύοντας την αυτεπάγγελτη δίωξη για ρεμούλα, πχ σε μια τράπεζα από την προηγούμενη διοίκηση, είναι σαν να λες στη νέα διοίκηση να κάνει αυτή την έγκληση. Εννοείται ότι η νέα διοίκηση θα το σκεφθεί πολύ, καθώς θα θεωρήσει ότι πριονίζει το κλαδί, πάνω στο οποίο κάθεται και υπονομεύει την τράπεζά της.
Παν μέτρον άριστον έλεγαν οι αρχαίοι πρόγονοι και βέβαια ας συναισθανθούν οι εμπλεκόμενοι τις ευθύνες τους, για μια χώρα με πολυετή οικονομική κρίση. Και το κυριότερο, ας βρεθούν επιτέλους πολιτικοί και δικαστές (που εκτός από το να εισπράττουν τον μισθό τους) που να έχουν το θάρρος να αντιμετωπίζουν την ανοησία και να λένε ΟΧΙ, όταν πρέπει να το πούνε.
Επίσης, οι δύο αυτές κατηγορίες Ελλήνων πρέπει να σκεφτούν πως συμβαίνουν και τα δύο: και η χώρα να έχει χρεωκοπήσει και όλοι να είναι αθώοι!
Κάτι δεν πάει καλά, όλοι το νιώθουν και περισσότερο οι πολίτες που πληρώνουν το μάρμαρο.
Αυτεπάγγελτη η έρευνα για την απιστία αλλά όχι για τους τραπεζίτες…
I. Koυσουλός: Οι αλλαγές στους Κώδικες και η κακουργηματική απιστία