Η Ελλάδα αντιμετωπίζει σημαντικές δυσκολίες στην εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας της ΕΕ, αναφέρει σε έκθεσή της, που δημοσιοποιήθηκε σήμερα από τις Βρυξέλλες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τονίζοντας ότι αυτό αποδεικνύεται από τον μεγάλο αριθμό υποθέσεων επί παραβάσει του κοινοτικού δικαίου που εκκρεμούν κατά της χώρας, πολύ συχνά σε προχωρημένο στάδιο.
«Η διαχείριση των αποβλήτων είναι ο τομέας όπου παρατηρούνται τα μεγαλύτερα προβλήματα, με τους παράνομους χώρους υγειονομικής ταφής, τα πολύ χαμηλά ποσοστά ανακύκλωσης και τη διαχείριση των επικίνδυνων αποβλήτων να βρίσκονται στην κορυφή της λίστας», επισημαινει στην έκθεσή της η Κομισιόν, σημειώνοντας πως εξακολουθούν να παρατηρούνται προβλήματα στον τομέα της διαχείρισης των αστικών λυμάτων, καθώς και σε σχέση με την ποιότητα του αέρα, ιδίως στα αστικά κέντρα.
Στην έκθεση, η οποία αποτελεί τμήμα της ετήσιας επισκόπησης του τρόπου εφαρμογής της περιβαλλοντικής νομοθεσίας στα κράτη-μέλη της ΕΕ, υπογραμμίζεται ότι η Ελλαδα διαθέτει πλούσιο φυσικό περιβάλλον, το οποίο μπορεί να δημιουργήσει πολυάριθμες ευκαιρίες για βιώσιμη ανάπτυξη και μεγέθυνση. Ωστόσο, όπως αναφέρεται, η προστασία του πρέπει να ενισχυθεί σημαντικά, ενώ «παρατηρείται συχνά ότι οι πολύπλοκες διοικητικές δομές και διαδικασίες μπορεί να προκαλέσουν σημαντικές καθυστερήσεις και σημεία συμφόρησης, αποτελώντας ενίοτε το βασικό εμπόδιο για την εφαρμογή της περιβαλλοντικής νομοθεσίας». Όπως σημειώνεται, η χρηματοδότηση συνιστά, επίσης, σημαντικό πρόβλημα, ειδικά στους τομείς όπου δεν διατίθεται χρηματοδότηση από την ΕΕ.
Οι τρεις βασικές προκλήσεις όσον αφορά την εφαρμογή της περιβαλλοντικής πολιτικής και νομοθεσίας της ΕΕ στην Ελλάδα είναι, σύμφωνα με την έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής οι εξής:
– Αντιμετώπιση των βασικών προβλημάτων στον τομέα της διαχείρισης αποβλήτων (κλείσιμο των παράνομων χώρων υγειονομικής ταφής, επεξεργασία των επικίνδυνων αποβλήτων) κατά απόλυτη προτεραιότητα.
– Εφαρμογή ενός αποτελεσματικού εθνικού συστήματος για την ολοκληρωμένη διοίκηση και λειτουργία των προστατευόμενων περιοχών, καλύτερη ενημέρωση σχετικά με το δίκτυο Natura 2000 και δημιουργία κινήτρων για επενδύσεις που προωθούν τα οφέλη του, αναβάθμιση των ικανοτήτων των αρμόδιων αρχών, διασφάλιση αποτελεσματικών εκτιμήσεων περιβαλλοντικών επιπτώσεων σε επίπεδο σχεδίων και έργων και, τέλος, βελτίωση της επιτόπιας επιβολής της νομοθεσίας.
– Ολοκλήρωση της εφαρμογής της οδηγίας για την επεξεργασία των αστικών λυμάτων, με προτεραιότητα στους οικισμούς κατά των οποίων έχουν κινηθεί διαδικασίες επί παραβάσει.