«Εάν στα 20 δεν είσαι φιλελεύθερος, δεν έχεις καρδιά. Εάν στα 30 δεν είσαι συντηρητικός, δεν
έχεις μυαλό». Παραλλαγές αυτού του ρητού έχουν αποδοθεί στον Μπέντζαμιν Ντισραέλι, τον Ότο
φον Μπίσμαρκ, τον Τζορτζ Μπέρναρντ Σο, τον Γούντροου Ουίλσον, τον Θεόδωρο Ρούζβελτ και
τον Ουίνστον Τσόρτσιλ. Ωστόσο, ανεξάρτητα από την προέλευσή του, το ρητό θέτει ένα
συναρπαστικό ερώτημα: είναι πράγματι το πάθος και ο ιδεαλισμός που ωθούν τους νέους προς την
Αριστερά; Και όταν ο άνθρωπος μεγαλώνει, τείνει προς τα δεξιά επειδή γίνεται πιο κυνικός και πιο
ρεαλιστής; Αυτά τα ερωτήματα επανέρχονται λίγο πριν από τις κάλπες πυροδοτώντας το ήδη
φορτισμένο εκλογικό σκηνικό με αφορμή τον τροβαδούρο της Ελλάδας Διονύση Σαββόπουλο.
Γιατί οι μισοί Έλληνες θέλουν σώνει και ντε να αποδείξουν ότι ο Σαββόπουλος ήταν ένας πάρα
πολύ αριστερός άνθρωπος που έγινε ξαφνικά πάρα πολύ δεξιός, ο οποίος εν ζωή και έχων απολύτως
σώας τας φρένας λέει ευθέως τις απόψεις του, ξέροντας καλύτερα από τον ίδιον τι πίστευε και τι
πιστεύει.
Και είναι λάθος! Είναι λάθος να προσπαθούμε να διεκδικήσουμε είτε Αριστερά είτε Δεξιά ως «δικό
μας» έναν καλλιτέχνη, είτε αυτός λέγεται Θεοδωράκης, είτε Λοΐζος, είτε Χατζιδάκις, είτε
Σαββόπουλος.
Γιατί ο «στρατευμένος» καλλιτέχνης ίσως να μην είναι τελικά και γνήσιος καλλιτέχνης. Η
κομματική προσήλωση αφαιρεί ένα μεγάλο κομμάτι της γνήσιας δημιουργικότητας που πρέπει να
διαπερνά την ψυχή του και το μυαλό του.
Εξάλλου, στα νιάτα μας όλοι μας υπήρξαμε -ευτυχώς- «επαναστατικοί» στο πλαίσιο μιας εποχής
που η Ελλάδα ήταν μια οπισθοδρομική πολιτικά και κοινωνικά χώρα που ανακάλυπτε
(κυριολεκτικά) την Αμερική, τον Ντίλαν και τους ποιητές που έγραφαν «αλλιώς». Όμως γιατί αυτό
το «διαφορετικό» να το κατατάξουμε ως αριστερό ή δεξιό και όχι ως διέξοδο και ελπίδα από τη
μαυρίλα και τον ακραίο συντηρητισμό; Για να ηρεμήσουμε λιγάκι…
Όπως δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «ΜΠΑΜ» που κυκλοφορεί